Βαρυφορτωμένα με ανάγλυφα κοσμήματα τα μπαλκόνια του κτιρίου της οδού Νίκης δηλώνουν με υπερηφάνεια τη σχέση του με τον αθηναϊκό εκλεκτικισμό του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα. Στη γωνία Κανάρη και Σόλωνος το μικρό art deco κτίριο του 1926 κυριαρχεί, παρ΄ όλη την απλότητά του, σε αυτό το σταυροδρόμι του κυκλοφοριακού χάους. Λίγο πιο πάνω, στη Βασιλίσσης Σοφίας, η πολυκατοικία της δεκαετίας του ΄30 απέναντι από το Μουσείο Μπενάκη παραμένει δεμένη με το αρχιτεκτονικό παρελθόν της Αθήνας χάρη στις νεοκλασικές νύξεις της, ενώ το κτίριο του σημερινού υπουργείου Εσωτερικών σημειώνει την παρουσία του ως έργου της μοντέρνας κυβιστικής μορφολογίας.
Κολωνάκι, Σύνταγμα, πλατεία Αιγύπτου, πλατεία Εξαρχείων, οι άξονες της Βασιλίσσης Σοφίας, της Πανεπιστημίου, της Ακαδημίας, της Πατησίων. Οι περιοχές όπου κυρίως απαντώνται αυτά τα κτίρια του Μεσοπολέμου και των δύο πρώτων δεκαετιών μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως νησίδες καλαισθησίας στο απρόσωπο οικιστικό σύμπαν της πόλης. Κτίρια με ταυτότητα, υπογραφή και ιστορία. Και η Αθήνα στα καλύτερά της! Τα αρχιτεκτονικά ρεύματα που άνθησαν στην Ευρώπη κατά τον προηγούμενο αιώνα μπορεί να μη βρήκαν ευρύ πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξή τους στην Ελλάδα, όμως δεν την άφησαν και ανεπηρέαστη. Ζηλεύοντας τις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις και προσπαθώντας να γεφυρώσει το χάσμα που τη χώριζε από αυτές, η Αθήνα αποδέχθηκε ευχαρίστως τις αλλαγές και η αστική πολυκατοικία θα γινόταν αμέσως το πεδίο
εφαρμογής των νέων αρχιτεκτονικών ιδεών που έφερναν οι σπουδαγμένοι στο εξωτερικό αρχιτέκτονες. Το έργο πενήντα εξ αυτών, που υπήρξαν τα πρώτα μέλη της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής Εταιρείας, σπουδαίο, αναγνωρίσιμο και ευτυχώς διασωθέν κατά το μεγαλύτερο μέρος του, συγκεντρώθηκε τώρα σε έναν τόμο, που στην ουσία αποτελεί μια ιστορική προσέγγιση στην αρχιτεκτονική της Αθήνας και σε μικρότερο βαθμό της υπόλοιπης χώρας.
Καρπός πενταετούς έρευνας υπό την επιστημονική επιμέλεια της ιστορικού της Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής, καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αθηνών, κυρίας Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ, το βιβλίο αυτό των εκδόσεων Ποταμός δεν είναι μόνον ένας κατάλογος των αρχιτεκτόνων και των έργων τους. Οπως επισημαίνει στον πρόλογό του ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος κ.Γιάννης Αλαβάνος«είναι μία σύνδεση της αρχιτεκτονικής έκφρασης με τις συνθήκες μέσα στις οποίες έλαβε χώρα η οικοδόμηση της ελληνικής πόλης από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων ως το τέλος της δεκαετίας του 1960».
Οι πρώτες πολυκατοικίες χωροθετήθηκαν σε οδικούς άξονες και σε προνομιούχα σημεία της Αθήνας και φυσικά αφορούσαν αγοραστές υψηλών εισοδημάτων. Γιατί μπορεί η Ελλάδα να ήταν ακόμη μία κατά βάση γεωργική χώρα, υπήρχε όμως μια τάξη, αυτή των«παλιννοστούντων κεφαλαιούχων»όπως τους αποκαλούν οι ερευνητές, που απέκτησαν την περιουσία τους στο εξωτερικό και είχε φθάσει η στιγμή να την επενδύσουν στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα μετά την εφαρμογή του πρώτου Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού του 1929, άνοιξε ο δρόμος για την εκμετάλλευση του αστικού χώρου με αποτέλεσμα τη δημιουργία των πρώτων πολυκατοικιών του Μεσοπολέμου.
Την εποχή αυτή, το 1933 συγκεκριμένα, ο μεγάλος γαλλοελβετός αρχιτέκτονας Le Corbusier θα περάσει από την Αθήνα προκειμένου να συμμετάσχει στο 4ο Διεθνές Συνέδριο Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής
που ανέλπιστα γινόταν στην ελληνική πρωτεύουσα. Παρά τη θερμή υποδοχή των μοντέρνων πολεοδομικών θεωριών του, οι ελληνικές πόλεις θα ακολουθούσαν τον δρόμο τους. Αντίθετα, μεγαλύτερη επιτυχία είχε ο συγχρονισμός της ελληνικής αρχιτεκτονικής με τα νεωτερικά ρεύματα της Ευρώπης (Αrt Νouveau, Αrt Deco, Μοντέρνος Κλασικισμός κ.ά.) και ιδιαίτερα με το ριζοσπαστικό Μοντέρνο Κίνημα.
Η λήξη του Β Δ Παγκοσμίου Πολέμου θα έφερνε και νέα αρχιτεκτονικά ρεύματα (Ιnternational Style, Διεθνής Φορμαλισμός, Νew Βrutalism κ.ά.), τα οποία όμως δεν θα βρουν αμέσως φίλους στην Ελλάδα, καθώς ο συντηρητισμός έχει κερδίσει έδαφος. Και είναι τότε που οι αρχιτέκτονες θα αναγκαστούν να επινοήσουν μορφολογικούς κώδικες προσαρμοσμένους στα ελληνικά μέτρα: όπως ο κλασικίζων μοντερνισμός, ο «νεορομαντισμός» και το λαϊκότροπο στυλ.
Κάποτε μία πόρτα σε άψογο art deco στυλ με σταμάτησε να παρατηρώ επί ώρα (με το χέρι υψωμένο για να κτυπήσω το κουδούνι) τα στοιχεία ενός κινήματος που πέρασε αλλά δεν χάθηκε. Κι έπειτα μiα ανθισμένη γλυσίνα, που έστρωνε σε μοβ χαλί τα λουλούδια της στον εσωτερικό κήπο μιας αστικής πολυκατοικίας στο καλύτερο καρτιέ της Αθήνας, έδωσε την καλύτερη απάντηση για τη διάσωση στον χρόνο αυτών των νεότερων μνημείων.