» Το βρετανικό θέατρο έχει πια εξαντληθεί »
Ενα ζευγάρι που ζει στην εξοχή κουβεντιάζει αργά τη νύχτα. Η σύζυγος θέλει να μάθει ποια είναι η νεαρή κοπέλα που ο άντρας της έφερε στο σπίτι σε κωματώδη κατάσταση και κοιμάται επάνω με τα μικρά παιδιά τους. «… Ως γιατρός έπρεπε να τη βοηθήσω» απαντά εκείνος. «… Τη βρήκα αναίσθητη στον δρόμο». Η γυναίκα δεν φαίνεται να πείθεται με τις εξηγήσεις του. Μήπως η ιστορία έχει σχέση με το ότι ο άντρας της υπήρξε χρήστης ηρωίνης; Η κοπέλα άραγε έχει κάποια ιδέα για όλα αυτά; Τρία πρόσωπα, τρεις διαφορετικές εκδοχές. Ποιος λέει την αλήθεια;
Τα παραπάνω συνθέτουν τον βασικό καμβά του έργου του Βρετανού Μάρτιν Κριμπ με τίτλο «Στην εξοχή» («The Country») που πρωτοανέβηκε τον Μάιο του 2000 στο Royal Court του Λονδίνου και σε λίγες ημέρες αναμένεται η ελληνική πρεμιέρα του. Ο συγγραφέας είναι γνωστός στο αθηναϊκό κοινό από το προηγούμενο έργο του, τις «Απόπειρες ζωής», που παρουσιάστηκε το 1999 στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
«Εκείνο ήταν ένα έργο «ψυχρό», με βασικά χαρακτηριστικά την ειρωνεία και την τάση αυτοκαταστροφής των ηρώων» σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Μάρτιν Κριμπ. «Εδώ, αντίθετα, έχουμε να κάνουμε με ένα «θερμό», συναισθηματικό έργο που εστιάζει στις διαπροσωπικές σχέσεις. Πολλοί άνθρωποι που ζουν στις μεγαλουπόλεις θεωρούν την εξοχή το ιδανικό μέρος για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή, απαλλαγμένη από άγχη και από παθογενή φαινόμενα. Η εξοχή είναι ο τόπος της «δραπέτευσης». Από την άλλη πλευρά βέβαια, εξίσου διαδεδομένη είναι και η άποψη ότι τελικά δεν μπορείς να δραπετεύσεις από τον ίδιο σου τον εαυτό και από τις συνέπειες των πράξεών σου. Υπάρχει, νομίζω, ένα σχετικό ποίημα του Καβάφη, η «Πόλις». Το έχω διαβάσει στα αγγλικά αλλά είμαι σίγουρος ότι στα ελληνικά ακούγεται καλύτερα».
Οπως εξηγεί παρακάτω ο Μάρτιν Κριμπ, τόσο το προηγούμενο όσο και το πρόσφατο έργο του εκφράζουν μια «πάλη» με τον ίδιο του τον εαυτό γύρω από το τι είναι τελικά το θέατρο: «Το σημαντικότερο πάντως δεν είναι η ίδια η πάλη αλλά η εσωτερική μου ανάγκη να εκφραστώ μέσα από τον διάλογο. Οι «Απόπειρες ζωής» ήταν μια επίθεση στη συντηρητική θεατρική κουλτούρα. Η «Εξοχή» είναι εν γνώσει μου ένα έργο σαφώς πιο συντηρητικό. Και τα δύο όμως εκφράζουν μια εσωτερική αγωνία για ό,τι βλέπω γύρω μου. Το σύγχρονο βρετανικό θέατρο δείχνει σοβαρές τάσεις εξάντλησης: οι παλαιότεροι συγγραφείς έχουν δώσει ό,τι είχαν να δώσουν και όσο για τους νεότερους, δεν δείχνουν να συμφωνούν σε τίποτε. Ο θάνατος της Σάρας Κέιν ήταν τεράστια απώλεια».
Ο ίδιος αισθάνεται ότι ανήκει σε μια γενιά συγγραφέων που συνδέονται μέσω κάποιων κοινών χαρακτηριστικών; «Εχω μια τάση να βλέπω τον εαυτό μου σε έναν κοινό άξονα με συγγραφείς κατά κανόνα νεότερους από εμένα, τον Μαρκ Ρέιβενχιλ ή τη Σάρα Κέιν» απαντά ο Μάρτιν Κριμπ. «Ισως οφείλεται στο ότι όλοι μας εκφράζουμε, σε διαφορετικό βέβαια βαθμό, την απογοήτευσή μας από τη σύγχρονη κοινωνία και την ίδια στιγμή προσπαθούμε να αρθρώσουμε τη δική μας, ατομική γλώσσα. Η βασική διαφορά μας από προηγούμενες γενιές, και κυρίως από αυτήν του ’70, είναι ότι έχουμε εν πολλοίς αποστασιοποιηθεί από το λεγόμενο πολιτικό θέατρο».
Σχολιάζοντας την άποψη της κριτικής που αναγνωρίζει στα έργα του κάποια κοινότητα με τη γραφή του Χάρολντ Πίντερ, ο Μάρτιν Κριμπ παραδέχεται ότι θαυμάζει πολλά από τα έργα του διάσημου συμπατριώτη του: «Νομίζω ωστόσο ότι το γράψιμό μου είναι πολύ πιο ελεύθερο, πιο «χύμα» από του Πίντερ. Πιστεύω πως μοιραζόμαστε κάποια τεχνικά «εργαλεία» και μια ιδιαίτερη ευαισθησία ως προς τη γλώσσα, αλλά οι κόσμοι μας είναι αρκετά διαφορετικοί».
Θεωρεί ότι ο ίδιος έχει διαμορφώσει την προσωπική του «γλώσσα» και πώς θα προσδιόριζε τα χαρακτηριστικά της; «Κάθε φορά που αρχίζω να γράφω ένα έργο αισθάνομαι σαν να είναι το πρώτο μου» λέει ο Μάρτιν Κριμπ. «Δεν έχω ιδέα από κανόνες, νιώθω την όλη διαδικασία εντελώς άγνωστη. Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν θέλω μια «στημένη» αναπαράσταση της όποιας πραγματικότητας, δεν επιθυμώ να παρουσιάσω τα πράγματα όπως δείχνουν σε μια φωτογραφία. Ο μεγαλύτερος φόβος μου είναι η κοινοτοπία. Μερικές φορές οι διάλογοι μου φαίνονται τόσο γελοίοι και κενοί που κυριολεκτικά δεν μπορώ να συνεχίσω»
Σύμφωνα με τον Κριμπ, η συγγραφή ενός έργου και η «μεταμόρφωσή» του σε παράσταση είναι δύο πολύ διαφορετικές διαδικασίες. «Το γράψιμο είναι πολύ προσωπικό και «ανοιχτό» σε ό,τι αφορά τον χρόνο. Η παράσταση είναι η απόλυτη έκθεση σε όλα τα επίπεδα. Η βασική δυσκολία προκύπτει όταν μεσολαβεί μεγάλο διάστημα ανάμεσα στο γράψιμο ενός έργου και στην πρώτη του παρουσίαση: αυτό σημαίνει ότι ο συγγραφέας οφείλει να επιστρέψει σε δρόμους από τους οποίους πιθανώς έχει ήδη απομακρυνθεί. Πάντοτε λοιπόν βιώνω αυτού του είδους τη «μετατόπιση», η οποία οπωσδήποτε αυξάνεται σε κάθε καινούργια παρουσίαση μιας δουλειάς μου: για παράδειγμα τώρα, με τη συγκεκριμένη παράσταση στην Αθήνα του 2002 ενός έργου που γράφτηκε το 1999…».
Το έργο του Μάρτιν Κριμπ «Στην εξοχή» κάνει πρεμιέρα στις 19 Ιανουαρίου στο θέατρο Εμπρός (Ρήγα Παλαμήδη 2, Ψυρρή). Τη σκηνοθεσία υπογράφει η Ασπα Τομπούλη και πρωταγωνιστούν η Κερασία Σαμαρά, ο Γιάννης Ροζάκης και η Ιωάννα Παγιατάκη.