«Θα απαντήσω σε κάποιους που με αποκάλεσαν σαλτιμπάγκο»
Σε μια χώρα στην οποία υπήρχαν πάντα δύο πόλοι για τη διοχέτευση των λαϊκών παθών (Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός, Αριστερά – Δεξιά, Καρέζη – Βουγιουκλάκη), το λαϊκό τραγούδι συγκέντρωσε επικριτές και φίλους γύρω από ένα και μόνο πρόσωπο: αυτό του Στέλιου Καζαντζίδη. «Θεός» ή «Δαίμονας»; Λαϊκό είδωλο του τραγουδιού ή λαϊκιστικός εκπρόσωπός του; Θύμα του κατεστημένου της δισκογραφίας ή θύτης δικαστικών αντιδικιών; Οι απαντήσεις ποικίλλουν ανάλογα με το αν κανείς ταχθεί στους ένθερμους οπαδούς ή στους φανατικούς αντιπάλους του Στέλιου Καζαντζίδη. Αν προσπαθήσει κανείς να υπερβεί την ένταση, συναντά έναν μεγάλο τραγουδιστή φωνητικό πρότυπο και ερμηνευτική πυξίδα για το διαχρονικό λαϊκό τραγούδι. Με αυτή την οπτική αλλά και χωρίς καμία διάθεση… θεοποίησης συναντήσαμε τον Στέλιο Καζαντζίδη. Προς τιμήν του, απάντησε σε ερωτήσεις που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν «φιλικές», αν και έχει χρόνια να δώσει τέτοιου είδους συνέντευξη, πληγωμένος από τα ΜΜΕ και καχύποπτος απέναντι σε αυτά. Και μίλησε για όλα. Για τη θέση του στο λαϊκό τραγούδι αλλά και στο περιθώριο της σημερινής δισκογραφικής παραγωγής. Για τα συναισθήματά του απέναντι στον Βασίλη Βασιλικό αλλά και τον Χρήστο Νικολόπουλο. Για τις δίκες και τις φραστικές αντιπαραθέσεις με συναδέλφους του. Αφήνοντας, δεξιοτεχνικά, κάπου ανάμεσα σε αυτά, να σκάσει… η βόμβα της έμμεσης αμφισβήτησης του περιεχομένου του βιβλίου του Βασίλη Βασιλικού «Υπάρχω».
Κοιτάζοντας πίσω τα χρόνια, ποιες θα λέγατε ότι ήταν οι κορυφαίες στιγμές της διαδρομής σας στο τραγούδι;
«Πενήντα χρόνια διαδρομή είναι αυτή. Δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις κάποιες μόνο στιγμές. Αν επιμένετε, θα πρέπει να αναφέρω ιδιαίτερα την οκταετία 1957-1965: κέντρα, δίσκοι, θέατρα, συναυλίες σε Ελλάδα και εξωτερικό. Συνεργασίες με τον Τσιτσάνη, τον Παπαϊωάννου, τον Χιώτη, τον Καλδάρα, τον Πάνου, τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκι, τον Λοΐζο, τον Λεοντή και δεκάδες άλλους οι οποίοι όχι μόνο μου χαρίσανε θαυμάσια τραγούδια αλλά ανήγαγαν το λαϊκό τραγούδι σε μεγάλο εθνικό μουσικό είδος».
Ανάμεσα στις ξεχωριστές στιγμές της καριέρας σας θα πρέπει να βρίσκονται και κάποιες από τις δικές σας συνθέσεις…
«Ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου έχει το τραγούδι μου σε στίχους της μεγάλης Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου «Δυο πόρτες έχει η ζωή, άνοιξα μια και μπήκα, σεργιάνισα ένα πρωινό κι ώσπου να ‘ρθεί το δειλινό από την άλλη βγήκα». Είναι ένα τραγούδι που όσο περνούν τα χρόνια αποκτά μια απίστευτη μοναδικότητα».
Φαντάζομαι ότι υπαινίσσεσθε την αντιστοιχία των στίχων του τραγουδιού αυτού με τη δική σας πορεία στο τραγούδι. Αλήθεια, έχετε βγει οριστικά από την «πόρτα» των ζωντανών εμφανίσεων;
«Είναι ένας κύκλος που έχει κλείσει οριστικά για μένα. Δεν αισθάνομαι τον εαυτό μου αξιοθέατο που θα πρέπει να πληρώσει ο κόσμος για να με δει και να με ακούσει».
Δηλαδή δεν υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα μπορούσατε να εμφανισθείτε ξανά ενώπιον κοινού;
«Δεν είναι θέμα όρων ή προϋποθέσεων μια πιθανή εμφάνισή μου. Είναι μια στάση ζωής. Το 1965, όταν αποφάσισα να μην ξαναεμφανιστώ στα κέντρα, είχα ό,τι ζητούσα από προτάσεις. Εμένα όμως με ενοχλούσε η νύχτα και τα όσα συνέβαιναν στους χώρους της, γι’ αυτό πήρα μια απόφαση ζωής».
Αυτή η αποχώρησή σας εν τέλει ενίσχυσε το όνομά σας και δημιούργησε ένα μύθο γύρω από το πρόσωπό σας. Στοχεύατε με την πράξη σας σε μια τέτοια εξέλιξη;
«Μου ήταν αδύνατο να προβλέψω αυτή την εξέλιξη. Την εποχή που σταμάτησα να τραγουδάω στα κέντρα άρχισε και η κόντρα μου με το κατεστημένο των δισκογραφικών εταιρειών. Το φυσικό είναι ότι ένας τραγουδιστής που παύει να δισκογραφεί και να εμφανίζεται αρχίζει να ξεχνιέται από τον κόσμο. Με μένα συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Τότε κατάλαβα ότι ο απλός κόσμος ήταν αυτός που θα στήριζε και θα διατηρούσε μέσα του το φαινόμενο «Καζαντζίδης»».
Πιστεύετε ότι το φαινόμενο «Καζαντζίδης» διατηρείται σήμερα αλώβητο στη συνείδηση του κοινού;
«Λες και υπήρχε μια μυστική συμφωνία ανάμεσα σε εμένα και το κοινό. Το όνομά μου και η φωνή μου όχι μόνο δεν ξεχάστηκαν αλλά μέρα με τη μέρα γίνονται όλο και πιο ισχυρά. Οσο και αν είναι εγωιστικό αυτό που θα πω, δεν πιστεύω πως υπάρχει Ελληνας σε όλη τη γη όχι μόνο στην Ελλάδα που να αγνοεί το όνομά μου ή τη δουλειά μου. Δεν νομίζω ότι μπορούν πολλοί να ισχυριστούν κάτι παρόμοιο. Πόσοι; Τρεις; Δύο; Ενας;».
Εκτός όμως από τη θετική δημοσιότητα ενός προσώπου, υπάρχει και η αρνητική. Η δημόσια εικόνα σας τα τελευταία χρόνια, όπως σχηματίζεται ή προβάλλεται από τα τηλεοπτικά κανάλια, σας ικανοποιεί;
«Τι εννοείτε λέγοντας «προβολή»; Προβολή για μένα ενός τραγουδιστή είναι η δουλειά του, τα τραγούδια που λέει. Μέσω αυτών επικοινωνεί με τον κόσμο. Δυστυχώς, τα κανάλια αυτή τη στιγμή ενδιαφέρονται για μένα μόνο όταν έχω δίκες, διενέξεις με συναδέλφους μου και συνθέτες. Το μόνο που τους νοιάζει είναι τι είπα για κάποιον τραγουδιστή, τι είπε κάποιος κ. Φέρης για το άτομό μου και πλήθος τέτοιων πραγμάτων».
Μήπως κι εσείς με τις διενέξεις και τις διαμάχες σας ενισχύσατε αυτόν τον τρόπο προβολής του προσώπου σας;
«Συγκρούσεις, διαμάχες, δυσκολίες μπορεί να υπάρχουν πάντα. Σε όλους τους ανθρώπους μπορεί να παρουσιαστούν. Το ζήτημα είναι ότι η τηλεόραση στέκεται σε αυτά και ξεχνάει εντελώς το έργο μου. Συμπεριφέρεται στα τραγούδια μου σαν να μην υπάρχουν, σαν να μην ηχογραφήθηκαν ποτέ. Αν καμιά φορά τα θυμηθούν, θα τα ανασύρουν για «μουσικό χαλί», όπως έγινε στα στιγμιότυπα που προέβαλαν πρώτα για τη δίκη και μετά για τον θάνατο του Ακη Πάνου».
Δεν λείπουν πάντως οι φορές που εσείς ο ίδιος έχετε χρησιμοποιήσει τα… αδηφάγα τηλεοπτικά μικρόφωνα για να κάνετε δηλώσεις οι οποίες δημιούργησαν μια όχι ικανοποιητική για σας εικόνα. Γράφτηκε μάλιστα πρόσφατα ότι «ο Στέλιος Καζαντζίδης καλύτερα να τραγουδάει παρά να μιλάει».
«Γελάω και θλίβομαι ταυτόχρονα με τέτοια δημοσιεύματα. Σε περιοδικά και έντυπα για τα οποία το γυμνό, το σκάνδαλο και οι έξοδοι των επωνύμων αποτελούν τη μόνη επικαιρότητα, όταν βγαίνει μια φωνή λαϊκή και με τα λίγα γράμματα που ξέρει αραδιάζει αλήθειες, είναι φυσικό να ενοχλεί. Δεν αρμόζει στο lifestyle ύφος που πουλάνε. Ενοχλεί, και ό,τι ενοχλεί είναι γι’ αυτούς καλύτερο να σιωπά».
Η πρόσφατη αφορμή για την επάνοδό σας στην τηλεοπτική επικαιρότητα ήταν το βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού «Υπάρχω». Αισθάνεσθε αδικημένος από την τροπή που πήρε το όλο θέμα;
«Δυστυχώς, είναι μια ιστορία που, ενώ ξεκίνησε με τις καλύτερες προϋποθέσεις, πήρε για όλους τους εμπλεκομένους δυσάρεστη τροπή. Ποτέ μου δεν εμπιστεύθηκα γεγονότα της ζωής μου και κρίσεις για τους συναδέλφους μου στον Βασίλη Βασιλικό προκειμένου αυτός να εκδώσει βιβλίο. Απλά, πριν από 20 χρόνια, μου ζήτησε να του πω γεγονότα από τη ζωή μου τα οποία εκείνος θα επεξεργαζόταν για να γράψει το σενάριο μιας ταινίας που θα σκηνοθετούσε ο Κώστας Γαβράς. Τώρα, πώς όλα αυτά, αντί να γίνουν αφορμή για ταινία, έγιναν υλικό βιβλίου, είναι κάτι που το ξέρει μόνο ο Βασίλης Βασιλικός».
Εσείς δεν κληθήκατε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας για την έκδοση του βιβλίου;
«Εγώ ο ίδιος ζήτησα από τον Βασίλη Βασιλικό να δω το υλικό του βιβλίου προτού βγει. Οταν το διάβασα, του ζήτησα να μην το κυκλοφορήσει. Παρ’ όλες τις ενστάσεις μου ο Βασιλικός έθεσε το βιβλίο σε κυκλοφορία και ξέσπασε η θύελλα. Οπως ήδη γνωρίζετε, έκανα ασφαλιστικά μέτρα για την απαγόρευση της κυκλοφορίας του βιβλίου και δεν έχω καμία απολύτως συναλλαγή με τον εκδοτικό οίκο».
Δεν εισπράξατε δηλαδή αμοιβή ή δικαιώματα από την έκδοση του βιβλίου;
«Δεν έχω καμία απολύτως οικονομική συναλλαγή. Κάποια χρήματα που απροειδοποίητα μου έστειλαν στο σπίτι και τα παρέλαβε η σύζυγός μου, γιατί εγώ απουσίαζα, τους τα επέστρεψα».
Πέρα από τα πραγματικά περιστατικά, τα συναισθήματά σας απέναντι στον συγγραφέα του βιβλίου ποια είναι σήμερα;
«Ο Βασίλης ήταν φίλος μου. Του είχα απόλυτη εμπιστοσύνη. Του είχα σταθεί σε δύσκολες γι’ αυτόν εποχές. Την ώρα που με ηχογραφούσε του έλεγα ό,τι θυμόμουν, όπως μου ερχόταν στο μυαλό. Δεν έκανα λογοκρισία σε αυτά που έλεγα. Κουβέντα ήταν. Οπως καταλαβαίνετε, σήμερα αισθάνομαι πολύ απογοητευμένος. Δεν περίμενα από τον Βασιλικό να μετατρέψει αυτές τις προσωπικές εκμυστηρεύσεις σε σκανδαλοθηρικό ανάγνωσμα, με μόνο σκοπό την προβολή του εαυτού του και το οικονομικό του όφελος».
Εστω και κατ’ ιδίαν και χωρίς πρόθεση δημοσίευσης, επιτεθήκατε όμως σε αξιόλογους συναδέλφους σας, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του βιβλίου.
«Ξέρετε, εγώ έχω ζητήσει από τον Βασιλικό να μου στείλει τις κασέτες που περιέχουν όσα του έχω πει γιατί, όπως σας είπα, όλα είναι ηχογραφημένα προκειμένου να διαπιστώσω αν όλα όσα γράφονται στο βιβλίο είναι λόγια δικά μου. 20 χρόνια είναι πολλά…».
Μια τέτοια εκδοχή παρουσιάζεται για πρώτη φορά… Θεωρείτε δηλαδή πιθανόν να περιέχονται στο βιβλίο χαρακτηρισμοί τους οποίους δεν κάνατε;
«Οι κασέτες δεν έχουν έρθει ακόμα στα χέρια μου, παρ’ ότι, όπως σας είπα, τις έχω ζητήσει. Είμαι πεπεισμένος ότι, όταν αυτές ακουστούν, θα μπορέσω να δώσω τις κατάλληλες απαντήσεις σε κάποιους κυρίους που με αποκάλεσαν μέχρι και «σαλτιμπάγκο»».
Η αντιδικία σας με τον Βασίλη Βασιλικό δεν είναι η μόνη τα τελευταία χρόνια. Είχε προηγηθεί, πριν από τρία χρόνια, η δικαστική διαμάχη με τον Χρήστο Νικολόπουλο. Σήμερα, που η αντιδικία αυτή έχει λήξει, πώς την αποτιμάτε; Θα μπορούσατε να ξανασυνεργασθείτε μαζί του;
«Ηταν μια ατυχής συγκυρία. Μια προσωπική διένεξη η οποία πήρε διαστάσεις τηλεοπτικού σίριαλ μεγάλης τηλεθέασης. Από όλη αυτή την ιστορία έχει μείνει μια πίκρα μέσα μου μεγάλη. Ανοιξε ένα τεράστιο χάσμα στις σχέσεις μου με τον Νικολόπουλο. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι το ενδεχόμενο μιας συνεργασίας μαζί του το θεωρώ ανέφικτο. Ο κύκλος αυτός έχει κλείσει για μένα οριστικά».
«Δεν υπάρχει σήμερα λαϊκό τραγούδι»
Υπάρχουν σύγχρονοι συνθέτες με τους οποίους θα θέλατε να συνεργασθείτε δισκογραφικά; Δεν θα ήθελα όμως να αποφύγετε να μου αναφέρετε ονόματα…
«Δεν είναι θέμα ονομάτων, είναι καθαρά θέμα τραγουδιών. Ο Σταμάτης Σπανουδάκης και ο Αντώνης Βαρδής είναι σύγχρονοι συνθέτες. Συνεργάστηκα μαζί τους γιατί πίστεψα ότι είχε νόημα να πω τα «Πέτρινα Χρόνια» ή το «Στην Ελλάς του 2000″. Μακάρι να έρχονταν στα χέρια μου και άλλα παρόμοια τραγούδια και όχι τραγουδάκια-πασατέμπος».
Γνήσιο λαϊκό τραγούδι δεν υπάρχει σήμερα;
«Είμαι απόλυτος. Δεν υπάρχει σήμερα λαϊκό τραγούδι. Αλλωστε έχουν εκλείψει και οι λόγοι για τους οποίους κάναμε κάποτε λαϊκό τραγούδι. Εκείνα τα αριστουργήματα εκτός από τραγούδια ήταν και καταγραφή των προβλημάτων των λαϊκών τάξεων. Το λαϊκό τραγούδι είναι διαμαρτυρία, αμφισβήτηση, δεν είναι εφησυχασμός».
Εσείς, διατηρώντας σήμερα απόσταση από τη δισκογραφία, δεν δίνετε την εικόνα ενός ανθρώπου που εφησύχασε;
«Εγώ δεν αρνήθηκα ποτέ την εικόνα των τραγουδιών μου. Η εικόνα του Στέλιου Καζαντζίδη ήταν και είναι αυτή του λαϊκού τραγουδιστή τον οποίον ακούει ο κόσμος στις χαρές του και στις πίκρες του. Δεν τραγουδούσα τη φτωχολογιά ενώ ζούσα σε παλάτια και ενώ ταξίδευα με κότερα…».
Διακρίνετε κάποιον νεότερο τραγουδιστή ο οποίος να έχει τις προϋποθέσεις να εξελιχθεί σε «διάδοχό» σας;
«Δεν νομίζω πως ο κόσμος έχει πια ανάγκη από έναν διάδοχο του Καζαντζίδη. Υπάρχουν καλές σύγχρονες φωνές, υλικό που να μπορέσει να φτιάξει γνήσιο λαϊκό τραγουδιστή δεν υπάρχει. Με αναμασήματα και μιμήσεις δεν φτάνεις εύκολα στον λαό. Κι έπειτα, τι σημαίνει διάδοχος; Διαδόχους είχαν οι δυναστείες και οι συντεχνίες. Εγώ μια ζωή μόνος βαδίζω, έξω από διαδοχές και από συμφέροντα».
Αυτή η εικόνα του μοναχικού καβαλάρη σάς ακολουθεί εδώ και χρόνια. Πιστεύετε ότι υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι της δισκογραφίας οι οποίοι θέλουν τη φωνή σας σφραγισμένη και το στόμα σας κλειστό;
«Εμένα είναι γνωστή η περιπέτειά μου με την εταιρεία, η οποία με ύπουλο και αριστοτεχνικό τρόπο με κράτησε μακριά από τα στούντιο για εντεκάμισι χρόνια, στην πιο ώριμη περίοδο της ζωής μου. Σήμερα οι πολυεθνικές εταιρείες έχουν ακόμη μεγαλύτερη δύναμη να υπηρετούν τα συμφέροντά τους. Προωθούν ένα είδος τραγουδιού το οποίο είναι τελείως ξένο προς ό,τι έχουμε μάθει να αποκαλούμε ελληνικό. Εχοντας στα χέρια τους τα ΜΜΕ, περνάνε έναν ήχο που βασίζεται στον ηλεκτρισμό και την τεχνολογία έναν ήχο υποτίθεται παγκόσμιο».
Μα, δεν είναι ισχυρός παγκοσμίως ο δυτικός ήχος;
«Ισχυρός είναι για τους λόγους που σας ανέφερα, γιατί ο κόσμος πείθεται ότι ο ήχος αυτός τον εκφράζει. Για μένα όμως αυτός είναι ένας ήχος απάτης, ο οποίος δεν ακουμπάει σε καμία παράδοση. Το πρόβλημα σήμερα λοιπόν είναι ευρύτερο: Δεν θέλουν τη δική μου φωνή «σφραγισμένη», τον ελληνικό ήχο και ό,τι κουβαλάει αυτός μέσα στους αιώνες προσπαθούν να «σφραγίσουν»».
Θα λέγατε ότι αυτή η λόγω επιλογής ή δισκογραφικών συγκυριών φειδώ ηχογραφήσεων και εμφανίσεων συνετέλεσε στο να διατηρηθεί η φωνή σας τεχνικώς άρτια ως σήμερα;
«Πρόκειται πρώτα απ’ όλα για χάρισμα Θεού. Επειτα συντέλεσε η απομάκρυνσή μου από τη νύχτα και τα αρπακτικά της».
Το γεγονός ότι παραμένετε φωνητικά ακέραιος δεν αποτελεί για σας κίνητρο ώστε να ηχογραφήσετε νέα τραγούδια;
«Δεν θέλω να μπω στο στούντιο και να ηχογραφήσω απλά για να πω ότι μπήκα και ηχογράφησα. Εχω πει χιλιάδες τραγούδια. Αλλα δέκα ή είκοσι δεν προσφέρουν τίποτα ούτε σε μένα αλλά ούτε και στον κόσμο. Αν βρίσκονταν τραγούδια που να με εκφράζουν, αύριο κιόλας θα έμπαινα στο στούντιο για να τα τραγουδήσω. Αλλά αυτό δεν είναι εύκολο…».