Γιάννης Βλαστάρης
Λεξικό χωρίς γραβάτα

Εκδόσεις Αρμός, 2018
σελ. 200, τιμή 15 ευρώ

«Δεν είναι κατασχέσεις, είναι αφαίρεση χρημάτων από κάποιους λογαριασμούς. Δεν είναι κατάσχεση λογαριασμών. Μην το λέτε έτσι». Πριν από μερικές εβδομάδες ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Γάκης, με έναν τόνο συγκαλυμμένης αγανάκτησης στη φωνή του, έβαζε το δικό του λιθαράκι στον πύργο της σύγχρονης επικοινωνιακής Βαβέλ του πολιτικού λόγου. Καθώς περνούσα το κατώφλι του γραφείου του δημοσιογράφου Γιάννη Βλαστάρη, διευθυντή επί 20ετία της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας», σκεπτόμουν ότι ο εν λόγω λεκτικός ακροβατισμός θα μπορούσε άνετα να αποτελέσει ένα ακόμα ενδιαφέρον λήμμα στο βιβλίο του «Λεξικό χωρίς γραβάτα» (εκδ. Αρμός), το οποίο αισίως έφθασε στην έκτη έκδοσή του, έναν χρόνο μετά την πρώτη του κυκλοφορία.

«Δεν έχετε άδικο» απαντά όταν του το επισημαίνω. «Η τελευταία εμπλουτισμένη έκδοση του λεξικού κυκλοφόρησε μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο. Ενώ βρισκόταν στο τυπογραφείο, ήδη είχα μαζέψει λήμματα που δεν πρόλαβα να συμπεριλάβω».

Οπως διηγείται, όλα ξεκίνησαν ένα βράδυ του 2015. «Είχα ανοιχτή την τηλεοπτική μου συσκευή και άκουγα ειδήσεις, χωρίς να παρακολουθώ την εικόνα. Αιφνιδιάστηκα. Ενώ ήμασταν συνηθισμένοι σε μια αργκό λέξεων που ήταν αρνητικά φορτισμένες, ξύπνησα σε μια χώρα που η κακή “Τρόικα” είχε πλέον εξαφανιστεί, παραχωρώντας τη θέση της στους περίφημους “Θεσμούς”, που οι κατάπτυστοι “δανειστές” είχαν μεταμορφωθεί σε ευγενικούς “εταίρους” που δεν αλώνιζαν στα υπουργεία αλλά αντίθετα συσκέπτονταν σε “κεντρικό ξενοδοχείο” –το οποίο δεν το αποκαλούσαμε Χίλτον, καθότι είναι πολυτελές και εμείς είμαστε αριστεροί –, για να οδηγηθούμε τελικώς σε κάτι απροσδιόριστα αισιόδοξο ονόματι “συμφωνία-γέφυρα”».

Το φαινόμενο της «διπλής γλώσσας»

Ο Γιάννης Βλαστάρης στην ενδιαφέρουσα εισαγωγή του βιβλίου σπεύδει πάντως να ξεκαθαρίσει ότι διαχρονικά οι ευφημισμοί της εξουσίας συγκάλυπταν εύηχα τις σκληρές αλήθειες από την εποχή που η ηγεμονία της Αθήνας βαπτιζόταν «Αθηναϊκή Συμμαχία». «Υπάρχουν όμως περίοδοι που το φαινόμενο της “διπλής γλώσσας” βρίσκεται σε έξαρση. Και νομίζω ότι αυτό που ζούμε αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα είναι πρωτόγνωρο» επιμένει. «Είναι διαφορετικό να προσπαθείς να πλασάρεις ελκυστικά έναν ανασχηματισμό ονομάζοντάς τον “αναδόμηση” και διαφορετικό ο κ. Κατρούγκαλος να βαπτίζει τη μείωση των συντάξεων “αναπλαισίωση” του Ασφαλιστικού».

Η κουβέντα μοιραία στρέφεται στην επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης. «Ενας σοβαρός κοινωνιολόγος και ερευνητής, ο Γιάννης Καλιόρης, από τους πρώτους που ασχολήθηκαν με το φαινόμενο της ξύλινης γλώσσας, γράφει ότι αν αδυνατείς να κάνεις την πράξη σου ιδεολογία, κάνεις τη γλώσσα σου ιδεολογία. Παίρνεις ένα κακό έργο και το ωραιοποιείς ή ένα ανύπαρκτο και του δίνεις υπόσταση».

Σύμφωνα λοιπόν με τον Γιάννη Βλαστάρη αυτό το επιτηδευμένο μακιγιάζ των λέξεων ναρκοθετεί τον ορθολογισμό μιας ολόκληρης κοινωνίας. «Αν μια κοινωνία βομβαρδίζεται καθημερινά από αυτούς τους νεολογισμούς, στη χειρότερη περίπτωση ένα κομμάτι της πείθεται από αυτούς, ενώ ένα άλλο βρίσκεται σε σύγχυση ή θολώνει το πολιτικό του κριτήριο» εξηγεί. «Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια “τεχνική εξουσίας”. Το θέμα δεν είναι να πείσουν ότι δεν είναι κακοί, αλλά να πείσουν ότι δεν είναι και τόσο κακοί. Και αφού δεν είναι τόσο κακοί, μήπως οι άλλοι είναι χειρότεροι από εκείνους; Προσπαθούν λοιπόν να δημιουργήσουν αυτή τη λογική της σύγκρισης, ώστε να ξεφύγουν από την κρίση επί του συγκεκριμένου. Για τρία χρόνια στη ναζιστική Γερμανία κανείς δεν μιλούσε για ολοκαύτωμα των Εβραίων, αλλά για “οριστική λύση”. Μίλαγαν για “κάμπινγκ εργασίας” και όχι για στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η “διπλή γλώσσα” οδηγεί σε μια σύγχυση είτε σε μια ανοχή είτε σε αποδοχή μιας πραγματικότητας, ακόμα και αν αυτή προσκρούει στη λογική. Αποτέλεσμα; Η νοητική σύγχυση μιας ολόκληρης κοινωνίας».

Ξεφυλλίζω το λεξικό. Φθάνω στο λήμμα «βαστασοϊμπλέδες». «Η λέξη απαντάται και ως “βαστασοϊμπλάκηδες”» διαβάζω. «Aνήκει στον γλωσσικό θησαυρό του υπουργού Πολάκη. Την ίδια ώρα, βεβαίως, ο πρωθυπουργός… υπογράφει ό,τι του υπαγορεύει ο Σόιμπλε. Βλ. και Βοθροκάναλα, Δηθενάδες, Κόπι πάστε, Πλεκτό». Τετρακόσια λήμματα λοιπόν γραμμένα πότε με δηκτικότητα και πότε με χιούμορ, συνοδευμένα από χαρακτηριστικές φωτογραφίες των πρωταγωνιστών, δίνουν τον τόνο του βιβλίου. «Μα σχολιογράφος είμαι» παραδέχεται ο Γιάννης Βλαστάρης.
«Φοβηθήκατε μήπως κατηγορηθείτε για μονοδιάστατη κριτική, για λαϊκισμό;» τον ρωτώ. «Ναι, κινδύνεψα από τον εντυπωσιακό λόγο, από τον λαϊκισμό του αντιλαϊκισμού. Γιατί τι είναι τελικά ο λαϊκισμός; Η εύκολη απάντηση σε δύσκολα θέματα» απαντά. «Για αυτόν τον λόγο φροντίζω να αμυνθώ όσο μπορώ στο εισαγωγικό μου σημείωμα. Δεν κρύβω ότι πρόκειται για ένα υποκειμενικό κείμενο και έτσι πρέπει να κριθεί. Μπορεί να έχει λάθη και υπερβολές, και αναλαμβάνω την ευθύνη. Αλλά ας μείνουμε στην ουσία, στην ίδια την απόπειρα, γιατί αυτό το λεξικό μετά από έξι εκδόσεις μάλλον κάποια φλέβα έχει χτυπήσει».

Οπως εκμυστηρεύεται, ο μεγαλύτερος «αιμοδότης» του λεξικού του στο κομμάτι «των νεολογισμών και των χυδαίων κατασκευών» ήταν ο Παύλος Πολάκης. Οπως όμως χαρακτηριστικά επισημαίνει, «οι περισσότερο πολιτικά διαστρεβλωτικοί όροι προήλθαν από τον Γιάνη Βαρουφάκη, τον Γιώργο Κατρούγκαλο και τον Νίκο Παππά. Γενικά πρωτοστατούν εκείνοι που έχουν καλλιεργήσει ένα προφίλ διανοούμενου. Δεν είναι εύκολο να σκεφτείς να διαψεύσεις ότι περνάς στα χέρια των μεταναστών χειροπέδες, κάνοντας λόγο για “πλαστικά δεσμά”. Προϋποθέτει μια νοητική επεξεργασία».

Ο ΣΥΡΙΖΑ και η διαστροφή της Αριστεράς

Αναρωτιέμαι αν μελετώντας το φαινόμενο της «διπλής γλώσσας» ενδιαφέρθηκε για την ψυχολογία του ίδιου του πομπού. «Σε ποιον βαθμό οι πολιτικοί πιστεύουν αυτά που εκστομίζουν;» τον ρωτώ. Ο Γιάννης Βλαστάρης χαμογελά. «Σίγουρα υπάρχει ένα είδος μιθριδατισμού για να αντέξουν την πραγματικότητα στην οποία ζουν. Νομίζω ωστόσο ότι ο πυρήνας της παραγωγής αυτής είναι τελικά κυνικός. Ενας υπουργός με σταμάτησε στον δρόμο και μου είπε “ένα δικό μου δεν το συμπεριέλαβες στο λεξικό”. Θέλει πολλή δύναμη για να παραδεχτείς ότι κορόιδεψες έναν λαό. Χρειάζεται αλλαγή πολιτικής και μια συγγνώμη γιατί κάποιοι άνθρωποι προπηλακίστηκαν. Η Ιστορία έγραψε ότι 28η Οκτωβρίου του 2011 λιθοβολήθηκε ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, ο οποίος 14 ετών βρισκόταν στην αντίσταση κατά των Γερμανών».

Είναι γνωστό ότι ο Γιάννης Βλαστάρης προέρχεται από τον χώρο της Αριστεράς. Ηταν τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ μια μεγάλη χαμένη ευκαιρία; «Δεν νομίζω ότι πρόκειται περί Αριστεράς» απαντά. «Η ηγετική της ομάδα πολιτικά ανδρώθηκε στις τελευταίες κακές στιγμές της Μεταπολίτευσης. Διαπαιδαγωγήθηκαν πάνω στην άγνοια κινδύνου. Οταν η κατάληψη στο σχολείο σου δεν σήμαινε καν τη στέρηση της πενταήμερης, πώς να μην παίξεις στα ζάρια την τύχη της χώρας; Προτιμώ να σκέφτομαι ότι στην τελευταία φάση της Μεταπολίτευσης ζούμε τη διαστροφή της Αριστεράς: κρατήσαμε τα σύμβολα με τις ιστορικές ερμηνείες τους και τα μεταφέραμε στη δική μας σκοπιμότητα που δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο αλλά πρόσημο κυνικό».

Με αφορμή τη νέα εμπλουτισμένη έκδοση του «Λεξικού χωρίς γραβάτα» στις 16 Μαΐου, στις 7.30 το απόγευμα, στο Ιδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη (2ας Μεραρχίας 36 και Ακτής Μουτσοπούλου, Πειραιάς) ο δημοσιογράφος Γιάννης Βλαστάρης συζητεί με τον διευθυντή του «Βήματος» Αντώνη Καρακούση, την πρ. υπουργό και επίτροπο στην ΕΕ Αννα Διαμαντοπούλου και τον πρόεδρο του ΕΒΕΠ Βασίλη Κορκίδη για τη δημαγωγία στην πολιτική, την οικονομία και την ενημέρωση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ