Κώστας Κατσουλάρης
Νυχτερινό ρεύμα. Διηγήματα
Εκδόσεις Πόλις,
σελ. 152, τιμή 11 ευρώ

Τέσσερις ιστορίες αντλημένες από τη μουντή αθηναϊκή πραγματικότητα των τελευταίων ετών περιλαμβάνει το καινούργιο πεζογραφικό βιβλίο του Κώστα Κατσουλάρη, που έχει τίτλο Νυχτερινό ρεύμα και ξεκινάει από την πλατεία Εξαρχείων και τα μπαρ της Σόλωνος για να φτάσει ως τις γειτονιές της Κυψέλης και τις ερημιές της Πάρνηθας. Μολονότι το τοπίο της κρίσης ξεμυτίζει κάθε τόσο στις εικόνες και των τεσσάρων ιστοριών, το βιβλίο του Κατσουλάρη δεν είναι ένα βιβλίο για την κρίση. Η κρίση εδώ δεν είναι το έκτακτο, εξαιρετικό συμβάν, που έχει αλλάξει το σύμπαν και έχει φέρει τα πάνω κάτω στη ζωή των ανθρώπων, αλλά μια κατακαθισμένη και ταυτοχρόνως δομικά εγκατεστημένη καθημερινότητα: μια καθημερινότητα που έχει δημιουργήσει από καιρό τις δικές της νόρμες, είναι αποτυπωμένη σε κάθε γωνιά της πόλης και επηρεάζει όλες τις προσωπικές επιλογές, αλλά δεν ξεχειλώνει από πουθενά, όντας πλέον περασμένη στο κύτταρο των πραγμάτων.

Καθημερινότητα
Για ποια, όμως, ακριβώς καθημερινότητα μιλάμε; Η καθημερινότητα, όπως όλοι ξέρουμε, είναι συχνά εντελώς ρευστή και άπιαστη: ένα γίγνεσθαι που ενώ από τη μια μεριά ξεφεύγει από τη λογική μας, από την άλλη δεν παύει να παράγει γεγονότα τα οποία πρέπει, μας αρέσει δεν μας αρέσει, να αντιμετωπίσουμε. Από αυτή τη διελκυστίνδα ανάμεσα στην πίεση των καθημερινών γεγονότων και στη σπασμωδική βίωση της εμπειρίας τους παίρνουν το σχήμα τους τα διηγήματα του Κατσουλάρη, εγκαθιστώντας στο κέντρο της δράσης τους μια σχεδόν οντολογική απροσδιοριστία: κάτι που είχε πρωτοφανεί στη νουβέλα του Ο άντρας που αγαπούσε τη γυναίκα μου (2008), αλλά αποκτά τώρα ένα σαφώς κρισιμότερο βάρος.
Ο συγγραφέας κατανέμει τους πρωταγωνιστικούς του ρόλους μεταξύ τεσσάρων προσώπων που είναι πάντοτε ενδοδιηγητικοί αφηγητές: μιλούν σε πρώτο ενικό για καταστάσεις οι οποίες τους αφορούν άμεσα. Ο κύκλος ανοίγει με έναν μυστικό της αστυνομίας που παρακολουθεί επί χρόνια έναν γνωστό αναρχικό των Εξαρχείων χωρίς να έχει κατορθώσει ποτέ να τον βάλει στο χέρι: μισότρελος, τρομερός φαφλατάς, αλλά και με την ικανότητα να μπορεί ανά πάσα στιγμή να εξαφανιστεί από το οπτικό πεδίο του οποιουδήποτε, ο μεσόκοπος αναρχικός θα οδηγήσει στα όρια της κατάρρευσης τον μεταμφιεσμένο μπάτσο, κάνοντας κομμάτια την εσωτερική του ισορροπία και διαλύοντας τόσο την κρίση όσο και το μνημονικό του. Λίγο πιο πέρα, σε ένα μπαράκι της οδού Σόλωνος, τη σκυτάλη θα παραλάβει μια νεαρή συγγραφέας από τη Θεσσαλονίκη. Η συγγραφέας θα ακούσει έκπληκτη την εξομολόγηση ενός άλλου μεσόκοπου ο οποίος θα της διηγηθεί καταλεπτώς πώς μολονότι ο γάμος του κινδύνεψε να διαλυθεί, πρώτα από τη δική του απιστία και ύστερα από την πιθανή απιστία της γυναίκας του με την πρώην ερωμένη του, όλα εν τέλει έμειναν στη θέση τους, επιτρέποντας σε μια κωμικοτραγική λήθη να σκεπάσει ολόκληρο το αμαρτωλό παρελθόν.
Καλοσχεδιασμένη αφήγηση
Η συνέχεια θα έρθει με έναν τριανταπεντάχρονο κριτικό κινηματογράφου. Τη βραδιά που κάηκαν το Αττικόν και ο Απόλλων εκείνος θα βρεθεί με τον αδελφικό του φίλο στην προ πενταετίας καμένη Πάρνηθα, κουβαλώντας στο αμάξι τους έναν τεραστίου μεγέθους μολοσσό. Ο φίλος είναι φανατικός οικολόγος και ο κριτικός τρέφει υπερβολική αγάπη για τα σκυλιά, αλλά η νύχτα της Πάρνηθας θα έχει μιαν εντελώς διαφορετική κατάληξη. Οι δυο ήρωες θα αναμετρηθούν ο ένας με τον άλλον, αλλά και ο καθένας ξεχωριστά με τον εαυτό του ενώ η κάλμα θα επανέλθει με τον τρόπο που επανέρχεται και στο προηγούμενο διήγημα: χωρίς να λυθεί το παραμικρό. Σε αντίστοιχη γραμμή θα κινηθεί και ο μεσόκοπος (και πάλι ένας μεσόκοπος) της επόμενης ιστορίας: συναισθηματικά ευάλωτος, εξαιτίας της ανεργίας του, θα παρακολουθήσει το μυαλό της μάνας του να φυραίνει λόγω μιας αρχόμενης άνοιας. Ανήμπορος να τη βοηθήσει, θα παραμείνει σε πλήρη απόγνωση, βλέποντας να χάνεται και το τελευταίο του στήριγμα.
Χρησιμοποιώντας ένα λελογισμένο σασπένς, που βασίζεται στις διακριτικά απροσδόκητες μεταστροφές της πλοκής, όπως και σε ορισμένους κρυφούς φωτισμούς, που αποκαλύπτουν σταδιακά δεδομένα τα οποία δεν γίνονται ορατά εξαρχής, ο Κατσουλάρης ξέρει πώς να στήσει μια πυκνή και καλοσχεδιασμένη αφήγηση: αφήγηση η οποία εγκλωβίζει σε μια δραστική στιγμή τον διαφεύγοντα χρόνο της καθημερινότητας, σηματοδοτώντας την ατομική ύπαρξη ως μια διαρκή εκκρεμότητα: εκκρεμότητα που μπορεί να έχει διάφορες κοινωνικές αιτίες, αλλά κρατάει αλώβητο τον πυρήνα της (και εδώ ακριβώς είναι η επιτυχία του βιβλίου) από τον οποιονδήποτε αναγωγισμό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ