Η Σουηδική Ακαδημία μάς έχει συνηθίσει στις εκπλήξεις. Ετσι και εφέτος, αποφάσισε να απονείμει το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας στον γάλλο πεζογράφο Πατρίκ Μοντιανό, συγγραφέα εκτιμώμενο στη χώρα του αλλά λίγο-πολύ άγνωστο στον υπόλοιπο κόσμο. Με έκπληξη άλλωστε ξεκίνησε ο θεσμός του βραβείου, όταν ανάμεσα στον γίγαντα Λέοντα Τολστόι και στον γάλλο ποιητή Ζιλί Πριντόμ η Σουηδική Ακαδημία επέλεξε για το πρώτο Νομπέλ Λογοτεχνίας τον Πριντόμ που κανένας πλέον δεν τον θυμάται. Τότε πού οφείλεται το τεράστιο κύρος του βραβείου; Πρώτον, στο ότι έχει δοθεί και σε πολλούς σπουδαίους συγγραφείς, αρκετοί από τους οποίους ανήκουν στους κλασικούς του 20ού αιώνα, και, δεύτερον, στο τεράστιο ποσόν που το συνοδεύει (1,1 εκατ. δολάρια).
Ο Μοντιανό είναι σχεδόν άγνωστος στον αγγλόφωνο κόσμο –όχι όμως και στις μεσογειακές χώρες. Στη χώρα μας, για παράδειγμα, έχουν κυκλοφορήσει δέκα βιβλία του από επτά διαφορετικούς εκδότες. Το ότι έχουν «αγανακτήσει» ακόμη μία φορά στον αγγλόφωνο κόσμο επειδή τιμάται ένας συγγραφέας που δεν τον γνωρίζουν δεν είναι βεβαίως κριτήριο του αν αξίζει ή όχι. Ο Μοντιανό, 69 ετών σήμερα, εκτιμάται στη Γαλλία ως ένας από τους σημαντικότερους ζώντες πεζογράφους της χώρας, ίσως ο σημαντικότερος.
Η παγκόσμια λογοτεχνία είναι ποικιλία και άθροισμα ποιοτήτων και η διεθνής επιτυχία ενός συγγραφέα, όσο και αν είναι σοβαρό κριτήριο, δεν σηματοδοτεί απαραιτήτως και την αξία του έργου του.
Συμπύκνωση και αιφνιδιασμός
Οπως κάθε χρόνο έτσι και εφέτος η συζήτηση για το ποιος θα βραβευόταν περιστρεφόταν γύρω από ονόματα που τα τελευταία χρόνια είναι σταθερά ανάμεσα στα λεγόμενα φαβορί. Ο σύρος ποιητής Αδωνις λ.χ., ο αμερικανός πεζογράφος Φίλιπ Ροθ, ο Τσέχος (και τώρα Γάλλος) Μίλαν Κούντερα, οι Ισραηλινοί Αμος Οζ και Νταβίντ Γκρόσμαν ή ο Ιάπωνας Χαρούκι Μουρακάμι, πεζογράφοι επίσης.
Δεν είμαι ασφαλώς ο μόνος που πιστεύει πως ο Κούντερα, λ.χ., είναι σημαντικότερος από τον Μοντιανό. Το γεγονός όμως ότι βραβεύεται με το Νομπέλ ένας συγγραφέας χαμηλών τόνων, παρότι στη χώρα του έχει τιμηθεί με τις μεγαλύτερες διακρίσεις (λ.χ. το μεγάλο βραβείο μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1972 και το βραβείο Γκονκούρ το 1976), έχει τη σημασία του. Οι αγγλόφωνοι δεν τον γνωρίζουν, παρότι βιβλία του έχουν εκδοθεί από σημαντικούς εκδοτικούς οίκους, όπως ο Jonathan Cape και ο Alfred Knopf –αλλά τι σημαίνει αυτό, όταν στις ΗΠΑ μόνο το 3% της ετήσιας βιβλιοπαραγωγής προέρχεται από άλλες γλώσσες, ενώ στη Μεγάλη Βρετανία το ποσοστό είναι ακόμη μικρότερο, 2%;
Γεννημένος το 1945 στο δυτικό προάστιο του Παρισιού Boulogne-Bilancourt ο Πατρίκ Μοντιανό είναι επαγγελματίας συγγραφέας από το 1967 έχοντας στο ενεργητικό του περί τα τριάντα βιβλία, τα περισσότερα ολιγοσέλιδα. Ακόμη, έχει γράψει τα σενάρια για δύο κινηματογραφικές ταινίες, με γνωστότερη τη Lacombe Lucien (ελληνικός τίτλος: «Επώνυμο:Λακόμπ,Ονομα:Λισιέν») του Λουί Μαλ.
Κατάγεται από γνωστή οικογένεια εβραίων της Θεσσαλονίκης. Οι γονείς του γνωρίστηκαν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο κατεχόμενο από τους Γερμανούς Παρίσι. Η απονομή του βραβείου Νομπέλ φέρνει τώρα στο διεθνές προσκήνιο τη ζωή του ως συγγραφέα στο λογοτεχνικό Παρίσι και τη σχέση του με εμβληματικούς δημιουργούς, όπως ο Ρεϊμόν Κενό και ιδίως ο Αντρέ Μαλρό. (Εικάζει κανείς ότι την τεχνική της συμπύκνωσης και του αιφνιδιασμού ο Μοντιανό τη διδάχθηκε από τον πρώτο.) Σε αντίθεση όμως με πολλούς γάλλους συγγραφείς και διανοουμένους, ο Μοντιανό έθετε πάντοτε το έργο πάνω από τη δημόσια εικόνα του. Και το σημαντικότερο μέρος από το έργο αυτό έχει εκδοθεί και στη χώρα μας. Μετά το βραβείο μάλιστα έχουν αρχίσει να επανακυκλοφορούν και τα βιβλία του που είχαν από χρόνια εξαντληθεί ή είχαν αποσυρθεί από την αγορά.
Η μελαγχολία του γκρίζου
Οι φωτοσκιάσεις, οι χαμηλοί τόνοι, η μελαγχολία του γκρίζου αλλά και η κατάφαση στη ζωή ακόμη και τις στιγμές που οι ήρωές του βρίσκονται στα πρόθυρα της παραίτησης χαρακτηρίζουν σε μεγάλο βαθμό το έργο του Μοντιανό. Ας προσθέσω εδώ και ότι η ανάκληση της χαμένης νεότητας, το λυκόφως των αναμνήσεων, οι φθορισμοί του παρελθόντος, τα ράκη της νοσταλγίας και η προσπάθεια των ηρώων του να ανακτήσουν το λανθάνον περιεχόμενο της μνήμης, και μέσω αυτής της ανάκτησης να δώσουν νόημα στο παρόν, συνιστούν επίσης τον βασικό πυρήνα των βιβλίων του, τα οποία διακρίνονται από την ακραία συμπύκνωση. Μέσα στην απλότητα και στους χαμηλούς φωτισμούς κατοικούν οι συγκινήσεις, αυτές που μας βοηθούν να οικειοποιούμαστε τον χρόνο που πέρασε. Να τον ανακτούμε άραγε; Και αυτό. Δεν θα έλεγα ωστόσο πως εδώ έχουμε ένα εγκώμιο της σκιάς (αυτό στον 20ό αιώνα το πέτυχε μόνον ο Μπόρχες). Ας πούμε ότι η ζωή, οι παραστάσεις που ανακαλούνται και το περιβάλλον μέσα στο οποίο προβάλλονται στο έργο του Μοντιανό συνθέτουν ένα γοητευτικό μετοίκασμα της μνήμης.
Πρόκειται λοιπόν για συγγραφέα που βασίζει την αφήγησή του κατ’ εξοχήν στη μνημοτεχνική. Αλλωστε προέρχεται από μια γλώσσα που μας έδωσε τον μείζονα μάστορα της μνημοτεχνικής στον 20ό αιώνα. Εννοώ βεβαίως τον Προυστ –χωρίς φυσικά να κάνω αφελείς παραλληλισμούς ή συγκρίσεις.
Βιβλίο μνημοτεχνικής είναι ως έναν βαθμό το Ηταν όλοι τους τόσο καλά παιδιά, όπου περιγράφεται η ζωή σε ένα κολέγιο στα περίχωρα του Παρισιού στο οποίο οικότροφοι ήταν παιδιά λίγο-πολύ εγκαταλελειμμένα από τις οικογένειές τους –μαύρα πρόβατα, με δυο λόγια. Και η ζωή αυτή ανασυντίθεται είκοσι χρόνια αργότερα από έναν αφηγητή που διαθέτει εκπληκτική μνήμη.
Η Μικρή Μπιζού είναι επίσης βιβλίο μνημοτεχνικής, όπου όμως δεν λείπουν τα απρόοπτα και οι εκπλήξεις. Το ίδιο περίπου συμβαίνει και στο Νυχτερινό ατύχημα, μυθιστόρημα ακραίας συμπύκνωσης όπου το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον συνυπάρχουν ή και συγκρούονται μέσα σε 110 μόνο σελίδες.
Οσο για το αστικό περιβάλλον, που συνιστά τον προνομιακό χώρο του σύγχρονου μυθιστορήματος, το Παρίσι, όπως αναδύεται μέσα από τις σελίδες του Μοντιανό, είναι μια πόλη του ημίφωτος που θυμίζει σε πολλά τις ασπρόμαυρες ταινίες της νουβέλ βαγκ. Και εδώ όπως και εκεί η νοσταλγία είναι η άλλη όψη της μελαγχολίας.
Σε μια εποχή ακολασίας των αφηγήσεων, όπου πολλά ευπώλητα μυθιστορήματα λίγο απέχουν από το να τα χαρακτηρίσει κανείς αντίστοιχα των βιντεοκλίπ, βραβεύεται από τη Σουηδική Ακαδημία ένας συγγραφέας ατμόσφαιρας από τον οποίο μπορεί μεν να λείπουν η χειρονομία, το πλάτος και η στάση απέναντι στα μεγάλα κοινωνικά ή συνειδησιακά προβλήματα, αλλά δεν λείπουν η ευαισθησία και, κυρίως, αυτό που αποκαλούμε «λογοτεχνικότητα», που δεν παραπέμπει μόνο στο ύφος αλλά και στις ανθρώπινες αξίες οι οποίες ορίζουν τη ζωή μας.
Ο Μοντιανό δεν είναι βεβαίως Σαρτρ, Καμί ή Μαλρό –για να αναφέρω τους τρεις μείζονες πεζογράφους του γαλλικού ανθρωπισμού στον 20ό αιώνα. Είναι όμως ένας πολύ καλός συγγραφέας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ