Στρατής Χαβιαράς
Αχνα
Εκδόσεις Κέδρος,
σελ. 238, τιμή 12,5 ευρώ

«Αχνα»: ο ελάχιστος θόρυβος της αναπνοής όταν η φωνή πρέπει να σωπάσει, αλλά και η θολούρα που σχηματίζεται πάνω σε μια διαφανή επιφάνεια. Αυτές είναι οι έννοιες που δίνουν τα λεξικά για την «άχνα» και η Αχνα του Στρατή Χαβιαρά, το πρώτο μυθιστόρημα το οποίο γράφει στα ελληνικά, τις καλύπτει αμφότερες. Ο αφηγητής του κειμένου, που είναι χωρισμένο σε άπειρα σπαράγματα (φτάνουν σχεδόν τα πεντακόσια), απευθύνεται στον εαυτό του και χρησιμοποιεί το δεύτερο ενικό πρόσωπο (δίκην εσωτερικού μονολόγου) προκειμένου να ξετυλίξει μιαν ερωτική περιπέτεια της εφηβείας του. Εκείνο που έχει σημασία εδώ δεν τόσο η ίδια η ιστορία όσο ο τρόπος της ανάπτυξής της. Μιλώντας εσωτερικά, ευθύς εξαρχής αποκομμένος από τον περιβάλλοντα κόσμο, ο αφηγητής θα επιβάλει αυτομάτως μια συνθήκη σιωπής στον λόγο του: όσα λέει αφορούν μόνο τον ίδιο και τη μνήμη του. Οταν όμως ο μοναδικός ακροατής των λεγομένων μας είναι ο εαυτός μας, τίποτε δεν γίνεται με συντεταγμένο και ορθολογικό τρόπο. Τα πάντα παρασύρονται από ένα κύμα ακατάσχετων λέξεων, φράσεων και εικόνων δημιουργώντας μιαν έντονα συγκεχυμένη και θολή ταυτότητα. Η σύγχυση επιτείνεται από το γεγονός ότι το αντικείμενο του πόθου του μυθιστορηματικού αφηγητή ονομάζεται επίσης «Αχνα»: ένα περίγραμμα, ένα σκαρίφημα προσώπου αντί για μια χειροπιαστή ανθρώπινη υπόσταση.

Γιατί ο Χαβιαράς αποφασίζει να οδηγήσει στα όριά της μια καθιερωμένη μέθοδο της μοντερνιστικής παράδοσης, γράφοντας ένα ποιητικό μυθιστόρημα με εν εκτάσει αποδιαρθρωμένη γλώσσα και προκλητικά απούσα στίξη; Οχι προφανώς για να εντυπωσιάσει με την πρωτοτυπία της αρχιτεκτονικής του ούτε για επιδείξει τις αφηγηματικές του ικανότητες με ένα κατ’ επανάληψη δοκιμασμένο εύρημα. Νομίζω πως εκείνο που θέλει να πετύχει έτσι ο Χαβιαράς είναι να δώσει σάρκα και οστά στην τεθλασμένη και εν τέλει ημιθανή πορεία προς την κατάκτηση της αυτογνωσίας: τόσο του αφηγητή όσο και του έρωτά του.
Αν κατανοήσει ο ήρωας-αφηγητής τον έρωτα της εφηβικής του ηλικίας θα κατανοήσει και τις απαρχές του βίου του. Και αν κατανοήσει τις τελευταίες θα εννοήσει και όλα όσα συνέβησαν μετά, όπως και το σημερινό του στίγμα. Γι’ αυτό και το κείμενο είναι μεταξύ άλλων και μια συνεχής κίνηση από το παρόν προς το παρελθόν και τανάπαλιν. Με τη διαφορά πως η Αννα θα παραμείνει για πάντα κορίτσι και πως το παρόν θα συσταλεί προοδευτικά, όντας ανίκανο να προσφέρει την οποιαδήποτε απαντοχή, ενώ το παρελθόν θα διασταλεί μέχρι να καταλάβει το σύνολο σχεδόν του αφηγηματικού χρόνου.
Ποιο ακριβώς είναι αυτό το παρελθόν; Μα, το παρελθόν που έχουμε γνωρίσει στα προηγούμενα, γραμμένα στα αγγλικά, μυθιστορήματα του Χαβιαρά. Στο παρθενικό Οταν τραγουδούσαν τα δέντρα (1979), αλλά και στο σχετικά πρόσφατο Πορφυρό και μαύρο νήμα (2007) ο συγγραφέας θα εξιστορήσει τις εμπειρίες που θα ζήσει ένα αγόρι επί ναζιστικής κατοχής, πρώτα στην Αργολίδα και ύστερα σε ένα ξερονήσι του Αργοσαρωνικού, οπότε και τα πρώτα προανακρούσματα του Εμφυλίου μέσα από μιαν υπαινικτική εικονογράφηση των πολιτικών συγκρούσεων οι οποίες θα χωρίσουν τις αντιστασιακές οργανώσεις. Συμπληρώνοντας πως παιδιά θα πρωταγωνιστήσουν και στα Ηρωικά χρόνια (1984), ένα βιβλίο που κέρδισε τους απροσχημάτιστους επαίνους της αμερικανικής κριτικής, θα πρέπει να πω ότι και στα τρία έργα υπάρχει, σε επίπεδο ιχνογραφίας τουλάχιστον, η τεχνοτροπία την οποία τώρα βλέπουμε σε αναπεπταμένο πεδίο: το διαρκές χρονικό μπρος-πίσω, η κατά τόπους διάσπαση της λογικής συνοχής της σύνθεσης, η αταξία και το απροσδιόριστο του ονείρου, όπως και μια διάσταση μυθιστορήματος μαθητείας και ενηλικίωσης. Η ενηλικίωση ωστόσο είναι το μεγάλο χαμένο στοίχημα της Αχνας και ο λόγος της δεν μπορεί υπό αυτή την έννοια παρά να μείνει διασπασμένος και εκκρεμής, σε μιαν εις το διηνεκές αναζήτηση.
Η Αχνα δεν είναι εύκολο βιβλίο: απαιτεί συστηματική προσοχή για να παραδώσει τα ερμηνευτικά κλειδιά της. Αυτό δεν περιορίζει τη σημασία της: αντιθέτως, μας λέει πολλά για το βάρος της συγγραφικής προσπάθειας που ανέλαβε ο Χαβιαράς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ