Σε κάποια γενέθλια, πριν από χρόνια πολλά, σε ξένο τόπο, έλαβα δώρο έναν τόμο με κείμενα του Μπόρχες, διηγήματα και δοκίμια, στην κλασική έκδοση Labyrinths του Penguin. Η συνοδευτική –εκτενής –αφιέρωση έγραφε: «Ελπίζω να απολαύσεις αυτές τις ιστορίες όσο κι εγώ. Δεν ξέρω αν θυμάσαι το Φαρενάιτ 451, όπου, αφότου αρχίζει η καύση των βιβλίων, μια μικρή ομάδα απομνημονεύει έργα για να τα διασώσει. Σκέφτομαι συχνά ότι, αν τύχαινε να βρεθώ σε αυτή την κατάσταση, θα μάθαινα απ’ έξω κείμενα του Μπόρχες. Αφενός ποτέ δεν έγραψε μυθιστόρημα όταν πέντε σελίδες αρκούσαν για να πει μια ιστορία και έτσι θα ήταν εύκολο να τα απομνημονεύσω (λυπάμαι τον ταλαίπωρο που θα έπρεπε να αποστηθίσει τους Αδελφούς Καραμαζόφ). Αφετέρου, θα αποκόμιζα την αίσθηση όχι μόνο ότι απομνημονεύω τα κείμενα του Μπόρχες αλλά ότι διασώζω το σύνολο της λογοτεχνίας (όπως μία από τις βιβλιοθήκες του). Οταν διαβάζεις τις ιστορίες του είναι σαν να ανοίγει ένα παράθυρο στον λαμπρό κόσμο της λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας, του μύθου και του θρύλου… Σε κάνει να θέλεις να διαβάσεις. Δεν θα είχα διαβάσει ποτέ τις σκανδιναβικές σάγκα, κέλτικη μυθολογία, το έπος των Νιμπελούνγκεν αν δεν ήταν ο Μπόρχες. Και χάρη σ’ αυτόν ανακάλυψα εκ νέου τον Στίβενσον, τον Τσέστερτον, τον Ουέλς…». Θυμάμαι ακόμη αυτή την ενθουσιώδη εξομολόγηση, τη θυμάμαι ως χαρακτηριστική περίπτωση της επενέργειας των αφηγήσεων του Μπόρχες (1899-1986) στους αναγνώστες του.
Ποιητής, δοκιμιογράφος αλλά φημισμένος κυρίως για την πεζογραφία του, ο Μπόρχες δημιούργησε, κατά τον Ιταλο Καλβίνο, «εκείνο το ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος που είναι το μπορχεσιανό διήγημα». Λαβύρινθοι, καθρέφτες, όνειρα, εγκυκλοπαίδειες, βιβλιοθήκες που εκτείνονται στο άπειρο συγκροτούν το σύμπαν του Μπόρχες, ο οποίος αποτυπώνοντας την οικουμενική τάση για φαντασίωση «αντικατέστησε», γράφει ο Χάρολντ Μπλουμ, «τον Τσέχοφ ως τη μείζονα μορφή επίδρασης στο διήγημα κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα».
Για χάρη του ο Δημήτρης Καλοκύρης και ο Αχιλλέας Κυριακίδης, αφότου τον πρωτοδιάβασαν, στα αγγλικά ο πρώτος, στα γαλλικά ο δεύτερος, έμαθαν ισπανικά για να τον μεταφράσουν. Από τους συστηματικούς μεταφραστές του –όπως ήταν και ο Τάσος Δενέγρης –συγκέντρωσαν τις μεταφράσεις τους σε δύο τόμους που πρωτοκυκλοφόρησαν από τα Ελληνικά Γράμματα (Απαντα τα πεζά, 2005 και Ποιήματα, 2006) και επανεκδίδονται τώρα αναθεωρημένες σε τρεις τόμους από τις Εκδόσεις Πατάκη. Θα ακολουθήσουν, εντός του 2014, δύο τόμοι Δοκιμίων σε μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη, ενώ σχεδιάζονται για το μέλλον τόμοι με επιλογές από τα δεκάδες κείμενα που ο Μπόρχες έγραψε σε συνεργασία με άλλους. Η εκδοτική περίσταση ευνοεί την επανεξέταση του Μπόρχες στο πλαίσιο της ελληνικής λογοτεχνίας και των σύγχρονων προβληματισμών.
Ποιήματα
Μετάφραση Δημήτρης Καλοκύρης.
Εκδόσεις Πατάκη, 2014,
σελ. 312, τιμή 16,40 ευρώ
Οι τόμοι συνοδεύονται από εκτενές εργοβιοχρονολόγιο Μπόρχες από τον Καλοκύρη στα Ποιήματα –ο οποίος ανθολογεί και μεταφράζει στην παρούσα έκδοση τρία νέα ποιήματα: «Πείνα», «Σονέτο στο κρασί» και το νεανικό «Μουσικό κουτί» –και ο Κυριακίδης στα Πεζά διευκολύνει την πρόσβαση στο διακειμενικό σώμα των διηγημάτων με χρήσιμα ευρετήρια. Η βραβευμένη μετάφραση του Κυριακίδη πέρασε από μια επεξεργασία «φινιρίσματος», ενώ ο Καλοκύρης ξαναδούλεψε τις ρίμες του με μια νότα ελευθερίας.
Η προϊστορία της πρόσληψης του αργεντινού συγγραφέα στην Ελλάδα τοποθετείται στο 1947, όταν ο Αρης Δικταίος μεταφράζει στο περιοδικό Κύκλος το ποίημα «Dulcia linquimus arva», στο πλαίσιο μιας τολμηρής πρωτοβουλίας να εισαγάγει στην Ελλάδα ισπανόφωνους συγγραφείς –μια πρωτοβουλία που δεν είχε συνέχεια. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 τον μεταφράζει ο Γ. Δ. Χουρμουζιάδης στη Νέα Εστία και ο Νάνος Βαλαωρίτης στο περιοδικό Πάλι. Την έναρξη της συστηματικής ενασχόλησης με τον Μπόρχες σηματοδοτούν τη δεκαετία του 1970 οι πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις έργων του στα ελληνικά Λαβύρινθοι (1974), Η αναφορά του Μπρόντι (1974), Ιστορίες (1975), Ανθολογία (1979), η οποία κορυφώνεται εκδοτικά την επόμενη δεκαετία με την κυκλοφορία μιας νέας μετάφρασης κάθε χρόνο. Το 1982 ο Δημήτρης Καλοκύρης ιδρύει το περιοδικό Χάρτης γύρω από το οποίο συσπειρώνεται μια ομάδα μυημένων στον Μπόρχες και στην ισπανόφωνη λογοτεχνία (Νάσος Βαγενάς, Αχιλλέας Κυριακίδης, Φίλιππος Δρακονταειδής, Γιώργος Χουλιάρας κ.ά.). Στο εκδοτικό σημείωμα παρατίθεται απόσπασμα από το διήγημα «Περί της ακριβείας εν τη επιστήμη» του Μπόρχες για την «Τέχνη της Χαρτογραφίας». Τον επόμενο χρόνο το περιοδικό αφιερώνει το όγδοο τεύχος του στον Μπόρχες, ο οποίος φτάνει στην Κρήτη τον Μάιο του 1984 για να αναγορευθεί διδάκτωρ από τη Φιλοσοφική Σχολή του Ρεθύμνου.
«Πέρασα τη ζωή μου διαβάζοντας και, αλίμονο, γράφοντας ποίηση. Κι όλη η ποίηση έρχεται, όπως ξέρουμε τουλάχιστον εμείς στη Δύση, από την Ελλάδα. Η Ελλάδα μάς έδωσε επίσης τη φιλοσοφία. Και τώρα μπορείτε να διαλέξετε. Μπορείτε να με θεωρήσετε έναν έλληνα εξόριστο στη Νότια Αμερική που επιστρέφει στην πατρίδα του ή να πείτε ότι ήμουν πάντα στην Ελλάδα –εννοώ πνευματικά, όχι σωματικά» είπε στην αντιφώνησή του ο Μπόρχες.
Απαντα τα Πεζά Ι
Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης.
Εκδόσεις Πατάκη, 2014,
σελ. 608, τιμή 19,70 ευρώ
Τις οφειλές του και τις επιρροές του δεν κρύβει, ιδιαιτέρως προς τον Ηράκλειτο, τον οποίο αναφέρει ρητά σε πολλά ποιήματά του («Το ρολόι της άμμου», «Ποιητική τέχνη», «Κοσμογονία», «Ο Αδάμ είναι η σποδός σου», «Ο δημιουργός», «Είναι τα ποτάμια» κ.ά.), με τον οποίο ανταλλάσσουν θέσεις στο ποίημα «Ηράκλειτος»: «Ο Ηράκλειτος δεν έχει τώρα ή χτες. / Είναι ένα καθαρό τέχνασμα που ονειρεύτηκε / ένας μελαγχολικός άνθρωπος στην όχθη του Κόκκινου Κέδρου, / ένας άνθρωπος που συνδυάζει εντεκασύλλαβους / για να μη σκέφτεται συνέχεια το Μπουένος Αϊρες / και τα αγαπημένα του πρόσωπα. Κάποιος του λείπει».
Το πάνθεον των ελλήνων φιλοσόφων του Μπόρχες περιλαμβάνει τους Στωικούς («Ιστορίες της νύχτας»), τον Πυθαγόρα («Το φεγγάρι»), τον Σωκράτη («Το παρελθόν»), τον Αριστοτέλη («Ρόντα»), τον Πλωτίνο («Μπέππο»). Αφιερώνει ποιήματα σε βασιλείς και θεότητες της ελληνικής μυθολογίας, στον Ενδυμίωνα («Ο Ενδυμίων στον Λάτμο») και στον Πρωτέα («Ποίημα του τέταρτου στοιχείου», «Πρωτέας»), στον ποιητή Θεόκριτο («Σ’ έναν ελάσσονα ποιητή της Ανθολογίας»). Επανερχόμενο μοτίβο στα ποιήματά του είναι η φιγούρα του περιπλανώμενου Οδυσσέα (π.χ., «Ο άλλος», «Οδύσσεια, εικοστή τρίτη ραψωδία») και πίσω από τον (αυτοβιογραφικό) τυφλό των ποιητικών του συνθέσεων, πίσω από τον τυφλό Μπόρχες, βρίσκεται το αρχέτυπο του τυφλού ραψωδού της Ιλιάδας.
Απαντα τα Πεζά ΙΙ Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης.
Εκδόσεις Πατάκη, 2014,
σελ. 488, τιμή 17,60 ευρώ
Περισσότερο διάσημες είναι οι ελληνικές αναφορές στα πεζά του, αρχίζοντας με το περίφημο «Σπίτι του Αστερίου» που κλείνει ανατρεπτικά το μάτι στον μύθο του Μινώταυρου. Ο λαβύρινθος στο «Ο θάνατος και η πυξίδα» είναι εμπνευσμένος από το σόφισμα του Ζήνωνα του Ελεάτη για την άπειρη διαιρετότητα των πάντων, ενώ στον «Αθάνατο» ο αφηγητής διασχίζει λαβυρίνθους, βρίσκεται στην Πολιτεία των Αθανάτων, συναντά τον Ομηρο, γίνεται Ομηρος: «Ημουν ο Ομηρος· σύντομα, θα ‘μαι ο Κανένας, όπως ο Οδυσσέας· σύντομα, θα ‘μαι όλοι· θα ‘μαι νεκρός».
Αναφορές ενδεικτικές, δηλωτικές όμως μιας σταθερής σχέσης με την αρχαία ελληνική γραμματεία. Ας μη γελιόμαστε, όμως, δεν έχουμε προνομιακή μεταχείριση στο μπορχεσιανό σύμπαν. Συγκατοικούμε με ασιάτες συγγραφείς, μυστικούς, καβαλιστές, άγγλους ρομαντικούς, ποιητές του αμερικανικού υπερβατισμού, γερμανούς εξπρεσιονιστές, σκανδιναβικές θεότητες και ιερά κείμενα του ιουδαϊσμού. Η νέα έκδοση όμως δίνει το έναυσμα για την ανάπτυξη της ελληνικής φιλολογίας περί τον Μπόρχες, τόσο σχετικά με τις «φωνές των [Ελλήνων] νεκρών» που «θα του μιλούν για πάντα» όσο και ως προς την ανεύρεση των δικών του επιγόνων στη νέα γενιά συγγραφέων που διδάσκεται συστηματικά τον Μπόρχες στα εργαστήρια δημιουργικής γραφής και οι οποίοι προβλέπονται πολλοί, διότι ο σκεπτικιστής, αλληγορικός, οραματιστής, ειρωνικός, εγκεφαλικός Μπόρχες, ο δημιουργός των λογοτεχνικών λαβυρίνθων, του συμβόλου της χαοτικής εποχής μας, είναι, γράφει ο Χάρολντ Μπλουμ στον Δυτικό Κανόνα, ο συγγραφέας «με τη μεγαλύτερη ικανότητα μόλυνσης από κάθε άλλον συγγραφέα». Εννοώντας ότι «αν διαβάζει κανείς τον Μπόρχες πολύ συχνά και προσεκτικά, γίνεται σε κάποιον βαθμό μπορχεσιανός, αφού η ανάγνωσή του ενεργοποιεί μια νέα προσέγγιση της λογοτεχνίας στην οποία έχει προχωρήσει όσο κανείς άλλος».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ