«Εφρόντισε κανείς ποτέ περί εκδόσεως βιβλίων καταλλήλων διά τον εργάτην, τον χειρώνακτα, διά τον μικράν ανάπτυξιν έχοντα πολίτην; Εμερίμνησε ποτέ κανείς περί ιδρύσεως βιβλιοθήκης των δήμων εξ ολίγων αλλ’ υγιών και πρακτικών έργων; Ο ελληνικός λαός ή ουδέν απολύτως αναγινώσκει ή ανωφελή και συχνάκις επιβλαβή μυθολογήματα, εκ της υποστάθμης των ξένων φιλολογιών μεταφερόμενα ασυνειδήτως εις την γλώσσαν μας, έργα και καλαισθητικώς και ηθικώς και διανοητικώς αυτόν ζημιούντα».
Η καθαρεύουσα προδίδει την ηλικία αυτών των απόψεων, που αν ήταν διατυπωμένες στη δημοτική, θα περνούσαν για λόγια σημερινά. Τις διαβάζουμε στο περιοδικό «Εστία» του 1886, γραμμένες από τον Αριστοτέλη Κουρτίδη, έναν δραστήριο λόγιο του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού, στις ημέρες μας ξεχασμένο από το κοινό και την Ιστορία. Τη ζωή, το έργο και την έντονη παρουσία του στην αθηναϊκή πνευματική ζωή της περιόδου εκείνης ανασυνθέτει η Ουρανία Πολυκανδριώτη, κύρια ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, στην αναλυτική και κατατοπιστική ιστορική μελέτη της Η διάπλαση των Ελλήνων: Αριστοτέλης Π. Κουρτίδης (1858-1928).
Παιδί αγροτικών καταβολών, γεννημένος στο Μυριόφυτο, ένα χωριό της Ανατολικής Θράκης, απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής στην Κωνσταντινούπολη, ο Κουρτίδης έρχεται στην Αθήνα σε ηλικία 22 ετών και, μέχρι τον ξαφνικό θάνατό του από δάγκειο πυρετό το 1928 στον Πειραιά, είναι ένας λόγιος με σταθερή παρουσία στη δημόσια σφαίρα.
Φθάνει στην Ελλάδα κουβαλώντας μέσα του μεγάλο θαυμασμό για το έθνος και τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Φιλά το ρυπαρό χώμα της προκυμαίας όταν αποβιβάζεται και τις κολόνες των αρχαίων μνημείων όταν ξεναγείται στον λόφο του Φιλιπάππου. Μακριά από τις εδαφικές διεκδικήσεις του Μεγαλοϊδεατισμού και τη στείρα ελληνολατρία, ο Κουρτίδης ήταν και παρέμεινε ένας ορθολογιστής, ένας διαφωτιστής στα βήματα του Κοραή, που σεβόταν την παράδοση, ως εθνική παρακαταθήκη πολιτισμού, υποστήριζε την ενίσχυση της ελληνικής γλώσσας και εργαζόταν για τη διάδοση της παιδείας.
Στην Αθήνα ξεκίνησε σπουδές Νομικής, που τις παράτησε. Βρήκε την κλίση του αργότερα στη Γερμανία, όπου σπούδασε φιλοσοφία και έκανε διατριβή στην παιδαγωγική. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, υποτάσσει όλη τη δραστηριότητά του στον σκοπό της διαπαιδαγώγησης του έθνους διδάσκοντας, γράφοντας σχολικά εγχειρίδια και παραβολικές διδακτικές ιστορίες για παιδιά και υποστηρίζοντας μια λογοτεχνία πρωτογενή, ελληνική και «λαϊκή», με την έννοια της ευρείας διάδοσης σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.
Παιδαγωγός, κριτής, χρονογράφος
Η «Διάπλασις των Παίδων» είναι συνδεδεμένη με το όνομα του Ξενόπουλου, ωστόσο ο πρώτος αρχισυντάκτης της επί 14 χρόνια ήταν ο Θρακιώτης Κουρτίδης. Ο ίδιος που υπογράφει μαζί με άλλους το καταστατικό ίδρυσης του Εκπαιδευτικού Ομίλου και συντάσσει ένα από τα αναγνωστικά της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του Βενιζέλου το 1917. Εκείνος που στήριξε με πάθος την εισαγωγή της δημοτικής στο δημοτικό σχολείο τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη με τα σχολικά βιβλία (αναγνωστικά, ανθολόγια, βιβλία Ιστορίας) και τα λογοτεχνικά του κείμενα για παιδιά. Εκείνος που, με την ποιητική Παιδική ανθολογία προς χρήσιν των δημοτικών σχολείων, εγκαινιάζει το 1885 την εκδοτική δραστηριότητα του Βιβλιοπωλείου της Εστίας. Ο παιδαγωγός που εργάστηκε για την εξύψωση του μορφωτικού επιπέδου της Ελληνίδας σε μια δύσκολη εποχή για τις γυναίκες και δίδαξε στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, στο Διδασκαλείο Νηπιαγωγών και σε πολλά διδασκαλεία θηλέων, με τελευταίο το Διδασκαλείο Θηλέων Πειραιώς, στο οποίο διετέλεσε διευθυντής ως τον θάνατό του.
Ο κριτής στον τέταρτο από τους σημαντικούς για την ανάπτυξη του ελληνικού διηγήματος διαγωνισμό του περιοδικού «Εστία». Ο μεταφραστής στα ελληνικά του Εμίλ Ζολά, του Ιουλίου Βερν, του Αλφόνς Ντοντέ, του Λόρεντς Κέλνερ και άλλων γάλλων και γερμανών λογοτεχνών και επιστημόνων παιδαγωγών. Ο ίδιος ήταν συγγραφέας διηγημάτων, ποιημάτων και δραματικών διαλόγων, δοκιμίων, χρονογραφημάτων και άρθρων ποικίλης ύλης διεσπαρμένων σε πλήθος εφημερίδες και περιοδικά της εποχής του: «Εστία», «Εβδομάς», «Κλειώ», «Παναθήναια», «Ραμπαγάς», «Εθνική Αγωγή», «Ημερολόγιον του Σκόκου» κ.ά.
Αυτός εγκαινίασε τη στήλη του καθημερινού χρονογραφήματος στην εφημερίδα «Αστυ» τον Ιούλιο του 1894, όπου τον διαδέχθηκε, όπως και στη «Διάπλασι», ο Ξενόπουλος. Ο ίδιος επίσης, πιστεύοντας θερμά στον σημαντικό ρόλο του θεάτρου στη διάπλαση των ηθών και στην παιδεία του λαού, συμμετείχε στα σχέδια του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» για την ίδρυση θεάτρου, δίδαξε δραματολογία και υποκριτική στο Ωδείο Αθηνών, συμμετείχε στη δημιουργία της Βασιλικής Δραματικής Σχολής και δημοσίευσε πλήθος κριτικών θεάτρου, που τον κατέστησαν ειδικό στο θέατρο, όπως αργότερα ο μαθητής του Αλκης Θρύλος (Ελένη Ουράνη). Δραστηριότητα εκτεταμένη και πολυσχιδής.
Ηθικοδιδακτικός αλλά ρεαλιστής
Σύγχρονος γνωστών λογοτεχνών, του Σουρή, του Δροσίνη, του Παλαμά και του Ξενόπουλου, πρωτοποριακών παιδαγωγών, του Τριανταφυλλίδη και του Δελμούζου, της ελληνίδας φεμινίστριας Καλλιρρόης Παρρέν, ο Αριστοτέλης Κουρτίδης επισκιάστηκε στην Ιστορία από τις ριζοσπαστικές φυσιογνωμίες στην τέχνη και στην παιδεία. Εκείνος δεν ανήκε στην πρωτοπορία, δεν ήταν επαναστάτης. Υποστήριζε τη δημοτική, όμως δεν ήταν μάχιμος δημοτικιστής αλλά περισσότερο μετριοπαθής καθαρευουσιάνος. Οι κοινωνικές διεκδικήσεις του δεν εξέφραζαν διάθεση ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης. Ηταν ρεαλιστής και πρακτικός, προσπαθούσε να βελτιώσει την κοινωνία εκ των έσω, με τα δικά της μέσα. Νεωτέριζε με μέτρο, υποστήριζε ο Ξενόπουλος, ο οποίος συναντήθηκε με τον Κουρτίδη σε αρκετά έντυπα της εποχής, είχε παντρευτεί την ανιψιά του και συνδεόταν μαζί του με σχέση συγγένειας και αντιζηλίας.
Σύγχρονος γνωστών λογοτεχνών, του Σουρή, του Δροσίνη, του Παλαμά και του Ξενόπουλου, πρωτοποριακών παιδαγωγών, του Τριανταφυλλίδη και του Δελμούζου, της ελληνίδας φεμινίστριας Καλλιρρόης Παρρέν, ο Αριστοτέλης Κουρτίδης επισκιάστηκε στην Ιστορία από τις ριζοσπαστικές φυσιογνωμίες στην τέχνη και στην παιδεία. Εκείνος δεν ανήκε στην πρωτοπορία, δεν ήταν επαναστάτης. Υποστήριζε τη δημοτική, όμως δεν ήταν μάχιμος δημοτικιστής αλλά περισσότερο μετριοπαθής καθαρευουσιάνος. Οι κοινωνικές διεκδικήσεις του δεν εξέφραζαν διάθεση ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης. Ηταν ρεαλιστής και πρακτικός, προσπαθούσε να βελτιώσει την κοινωνία εκ των έσω, με τα δικά της μέσα. Νεωτέριζε με μέτρο, υποστήριζε ο Ξενόπουλος, ο οποίος συναντήθηκε με τον Κουρτίδη σε αρκετά έντυπα της εποχής, είχε παντρευτεί την ανιψιά του και συνδεόταν μαζί του με σχέση συγγένειας και αντιζηλίας.
Ηθικοδιδακτικός και συντηρητικός φαντάζει στα προοδευτικά μάτια ο Κουρτίδης. Οπως επισημαίνει όμως η Ουρανία Πολυκανδριώτη στη μελέτη της, η παραγωγή μιας εθνοκεντρικής διαπαιδαγώγησης και μια τάση διδακτισμού στην πνευματική ζωή της Ευρώπης ήταν φαινόμενα άμεσα συνδεδεμένα με την ίδρυση των εθνικών κρατών και την ανάγκη συγκρότησης εθνικών ταυτοτήτων στα τέλη του 19ου αιώνα. Σε αυτόν τον αιώνα ανήκει περισσότερο ο Κουρτίδης, και όχι στους ριζοσπάστες πρωτοπόρους του 20ού.
Η αναψηλάφηση της ζωής του, η καταγραφή της εργογραφίας του και η ερμηνεία των βασικών συνιστωσών της σκέψης και της πράξης του σε κάθε τομέα δράσης του, αναδεικνύουν μια ελάσσονα μορφή που δεν πρωτοστάτησε σε τομές, αποτελεί όμως πρόσφορο παράδειγμα για να μελετηθεί η διάπλαση των Ελλήνων έτσι όπως εκδηλώνεται μεταξύ εκπαίδευσης, λογιοσύνης και Τύπου και εκφράζεται από μια κατηγορία λογίων-παιδαγωγών στο τέλος του 19ου αιώνα. Μιας εποχής που παραμένει θεμελιώδης για τη στοιχειοθέτηση της ελληνικής ταυτότητας, της εγχώριας λογοτεχνίας και της σύγχρονης νεοελληνικής παιδείας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ