Τρία διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, μεταφρασμένα στα ιταλικά και στα γερμανικά, τυπωμένα από έλληνα εκδότη, περνούν τα σύνορα συμβάλλοντας στη γνωριμία του ευρωπαϊκού κοινού με τον αειθαλή έλληνα πεζογράφο.
Το «Όνειρο στο κύμα» και το «Έρωτας τα χιόνια» μεταφράζει στα ιταλικά η Μαρία Καρακάουζι, μελετήτρια της νεοελληνικής λογοτεχνίας, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο και μεταφράστρια του στα ιταλικά κειμένων του Καρκαβίτσα, του Ροΐδη, του Σεφέρη, του Κάλβου, του Γκάτσου κ.ά.
Οι δύο σκιαθίτικες ιστορίες κυκλοφορούν στον τόμο Due racconti di Skiathos (Αιώρα, 2012, σελ. 72, τιμή 9 ευρώ) και πλαισιώνονται από εισαγωγή, η οποία πληροφορεί τον ιταλόφωνο αναγνώστη για τον Παπαδιαμάντη και το έργο του αλλά και για την ιστορία και την κοινωνία της εποχής του. Μαζί τους επανακυκλοφορεί και η δυσεύρετη πρώτη μετάφραση του «Αλιβάνιστου» στα γερμανικά από τον Λούντβιχ Μπίρχνερ: Der Kirchenscheue (Αιώρα, 2012, σελ. 48, τιμή 8 ευρώ). Συνοδεύεται από εισαγωγή, χρονολόγιο και βιβλιογραφία των έργων του Παπαδιαμάντη στα γερμανικά, καθώς και την αφήγηση του πολύ ενδιαφέροντος χρονικού της μετάφρασης, το 1917, για την ελληνόφωνη εφημερίδα του Γκέρλιτς στη Γερμανία, μιας κωμόπολης όπου βρίσκονταν εγκατεστημένοι, εν μέσω Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, σε ένα ιδιότυπο καθεστώς φιλοξενίας-αιχμαλωσίας, 7.000 έλληνες στρατιώτες του Δ΄ Σώματος Στρατού.
Οι δύο σκιαθίτικες ιστορίες κυκλοφορούν στον τόμο Due racconti di Skiathos (Αιώρα, 2012, σελ. 72, τιμή 9 ευρώ) και πλαισιώνονται από εισαγωγή, η οποία πληροφορεί τον ιταλόφωνο αναγνώστη για τον Παπαδιαμάντη και το έργο του αλλά και για την ιστορία και την κοινωνία της εποχής του. Μαζί τους επανακυκλοφορεί και η δυσεύρετη πρώτη μετάφραση του «Αλιβάνιστου» στα γερμανικά από τον Λούντβιχ Μπίρχνερ: Der Kirchenscheue (Αιώρα, 2012, σελ. 48, τιμή 8 ευρώ). Συνοδεύεται από εισαγωγή, χρονολόγιο και βιβλιογραφία των έργων του Παπαδιαμάντη στα γερμανικά, καθώς και την αφήγηση του πολύ ενδιαφέροντος χρονικού της μετάφρασης, το 1917, για την ελληνόφωνη εφημερίδα του Γκέρλιτς στη Γερμανία, μιας κωμόπολης όπου βρίσκονταν εγκατεστημένοι, εν μέσω Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, σε ένα ιδιότυπο καθεστώς φιλοξενίας-αιχμαλωσίας, 7.000 έλληνες στρατιώτες του Δ΄ Σώματος Στρατού.
Οι μεταφράσεις αυτές δίνουν την αφορμή να επανέλθουμε στο ζήτημα της υποδοχής της ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό. Γιατί εξάγεται δύσκολα η λογοτεχνία μας; Γιατί δεν μεταφράζονται ευρέως οι νεοέλληνες λογοτέχνες; Γιατί δεν έχουν την ίδια τύχη και αναγνώριση με σύγχρονους ξένους συγγραφείς παγκόσμιας αποδοχής; Υπολείπονται σε ποιότητα; Εμείς, οι Έλληνες, που τους διαβάζουμε και ξέρουμε, υποστηρίζουμε πως όχι. Οι ξένοι εκδότες και ατζέντηδες, όταν τους ρωτούμε, απαντούν: «Δεν γνωρίζουμε ελληνικά, δεν μπορούμε να τους διαβάσουμε, δεν έχουμε γνώμη». Η προφανής λύση, αν θέλουμε να βγάλουμε τη λογοτεχνία μας εκτός συνόρων -για λόγους πολιτισμικούς, αλλά και εμπορικούς-, είναι η μετάφραση. Η οποία συμβαίνει. Ξένοι ελληνιστές, καθηγητές σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, μεταφράζουν κατά καιρούς ελληνικά κείμενα για τους σκοπούς της διδασκαλίας, όμως, μολονότι πολλές από τις μεταφράσεις αυτές είναι εξαιρετικές, δεν αρκούν. Αν θέλουμε να μιλάμε με όρους ουσιαστικούς για εξαγωγή της ελληνικής λογοτεχνίας, η κίνηση πρέπει να γίνει από μέσα προς τα έξω, οι μεταφράσεις να γίνουν με στρατηγική, βασισμένες σε ένα μακρόπνοο σχέδιο, συντονισμένα και όχι ευκαιριακά, σταθερά και με διάρκεια και να μην περιορίζονται μόνο στις ανθολογίες. Είναι σημαντικό, επίσης, να γεφυρωθεί η απόσταση που χωρίζει τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία από την αρχαία -την οποία γνωρίζουν οι ξένοι- και να αξιοποιήσουμε ακριβώς αυτή την εξοικείωσή τους με το λογοτεχνικό μας παρελθόν για να τους συστήσουμε, μεθοδικά, το παρόν μας.
Η σειρά μεταφρασμένης λογοτεχνίας των εκδόσεων Αιώρα μοιάζει να έχει τα χαρακτηριστικά μιας τέτοιας προσπάθειας, παρότι ξεκίνησε μάλλον τυχαία το 2001, «παρορμητικά», όπως διατυπώνει στο «Βήμα» ο υπεύθυνος των εκδόσεων Αιώρα Άρης Λασκαράτος. Τυπώθηκαν τότε τρία διηγήματα του Γεώργιου Βιζυηνού σε μετάφραση της ιταλίδας νεοελληνίστριας Άννα Τζιμπόνε. Η μετάφραση τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο μετάφρασης ελληνικού έργου σε ξένη γλώσσα, πράγμα που ενθάρρυνε τον εκδότη να συνεχίσει. Χρειάστηκαν όμως 10 χρόνια για να κυκλοφορήσει, πάλι στα ιταλικά, μεταφρασμένο από τον Αντρέα Μάτσα, το «Ψυχολογία συριανού συζύγου» του Εμμανουήλ Ροΐδη. Με την έκδοση του Παπαδιαμάντη στα γερμανικά και την έκδοση των «Στοχασμών» του Ανδρέα Λασκαράτου στα αγγλικά, που ετοιμάζεται, συγκροτείται πλέον σειρά με ευρύτερη στόχευση.
Φιλοσοφία της σειράς είναι «να δώσει στους ξένους αναγνώστες μια μικρή γεύση της κλασικής νεοελληνικής λογοτεχνίας, παρουσιάζοντας τους μεγάλους διηγηματογράφους μας στο γύρισμα από τον 19ο στον 20ό αιώνα. Το διήγημα, ως σύντομη φόρμα, προσφέρεται για μια τέτοια γνωριμία», εξηγεί ο εκδότης Άρης Λασκαράτος.
Αξίζει τον κόπο η προσπάθεια, ώστε το εγχείρημα να είναι βιώσιμο; «Δεν πρόκειται να γίνουν μπεστ-σέλερ οι τόμοι αυτοί», απαντά ο εκδότης, «είναι όμως σημαντικό να παρουσιάσουμε προς τα έξω ένα κομμάτι της κουλτούρας μας που δεν είναι αρχαιοελληνικό αλλά συνδέεται με το παρελθόν μας. Ο Παπαδιαμάντης, για παράδειγμα, αποτελεί έναν από τους κορυφαίους πρεσβευτές των ελληνικών γραμμάτων, που γίνεται ο χαμένος κρίκος μεταξύ της βυζαντινής παράδοσης και της σύγχρονης Ελλάδας, που ηθογραφεί σε βάθος, αποκαλύπτοντας στους αναγνώστες μια ζωντανή διάσταση της ελληνικότητας».
Η Αιώρα διακινεί τις ιταλικές μεταφράσεις στην Ιταλία, σε συνεργασία με έναν ντόπιο εκδότη, και από το φθινόπωρο θα τις διαθέτει από το Amazon. Μεγάλο μέρος τους όμως προσπαθεί να προωθήσει στην ελληνική αγορά, ειδικά σε μέρη με μεγάλη τουριστική κίνηση. «Γιατί να θεωρούμε αυτονόητο να φύγει ο ξένος από την Ελλάδα παίρνοντας μαζί του ελιές και ρίγανη και όχι και ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη; Αν του αρέσει, θα το συστήσει και σε άλλους, θα το αναζητήσουν στο Amazon, ίσως ενδιαφερθούν και για άλλα κείμενα του ίδιου συγγραφέα» υποστηρίζει ο Άρης Λασκαράτος. Έτσι θα δημιουργηθεί ένα κοινό. Η άποψή του έχει ενδιαφέρον. Ισχυρίζεται ότι έχουμε περισσότερες δυνατότητες να προωθήσουμε αποτελεσματικά τη μεταφρασμένη ελληνική λογοτεχνία εντός συνόρων, στους ξένους που επισκέπτονται τη χώρα μας, παρά στο απρόσωπο κύκλωμα της αγοράς βιβλίου στο εξωτερικό, όπου αναγκαστικά στρέφεται κανείς στο περιβάλλον της ελληνικής ομογένειας, των ιδρυμάτων και των φορέων που σχετίζονται με την Ελλάδα. Το ζήτημα όμως δεν είναι μόνο να γνωρίσουμε στους Έλληνες του εξωτερικού την παράδοσή τους αλλά να φέρουμε σε επαφή με τη λογοτεχνία μας το ευρύ μη-ελληνικό κοινό.
Πώς συμμετέχει η πολιτεία σε όλη αυτή την προσπάθεια; Η πρώτη μετάφραση της σειράς έλαβε κρατική επιχορήγηση. Οι επόμενες όχι. Το πρόγραμμα «Φράσις» του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού για τη στήριξη της μετάφρασης ελληνικών έργων σε ξένες γλώσσες δεν απευθύνεται σε έλληνες εκδότες. Σκέφτεται να ενώσει τις δυνάμεις του με κάποιον ξένο εκδότη; ρωτήσαμε τον Άρη Λασκαράτο. «Κάθε συνεργασία είναι ευκταία», απάντησε. Ίσως θα πρέπει να αναζητήσουμε τέτοιες συνεργασίες για να ενισχύσουμε την εξωστρέφεια της ελληνικής λογοτεχνίας, να σκεφτούμε δημιουργικά ή, όπως παραστατικά λένε οι αγγλοσάξονες, να σκεφτούμε «έξω από το κουτί».