Από τις στήλες του «Βήματος» ξεκίνησε η συζήτηση για το αν είναι ακριβό το βιβλίο και εξαπλώθηκε με ένταση στο Διαδίκτυο. Απευθυνθήκαμε στους επαγγελματίες του χώρου, οι οποίοι δεν αρνήθηκαν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το βιβλίο είναι ακριβό. Στην ερώτησή μας προς το κύκλωμα «παραγωγή – διακίνηση – πώληση» του βιβλίου, ποιος είναι ο αδύναμος κρίκος και αν υπάρχει η δυνατότητα αλλαγής προς το καλύτερο, όλοι παραδέχονται ότι ο αδύναμος κρίκος είναι το βιβλιοπωλείο.

Ο βιβλιοπώλης και εκδότης από τη Θεσσαλονίκη Ευριπίδης Κωνσταντινίδης λέει ότι «ο πιο αδύναμος κρίκος είναι το βιβλιοπωλείο, με την έννοια ότι αποτελεί τον τελικό αποδέκτη όλων των προβλημάτων και αγκυλώσεων που επικρατούν στους άλλους δύο κρίκους. Και είναι αυτός που θα πρέπει να κάνει την τελική πώληση στον πελάτη, ο οποίος, και λόγω συγκυρίας, είναι πια ιδιαίτερα απαιτητικός».

Ο Νίκος Καρατζάς των εκδόσεων Ιανός συμφωνεί και δίνει μια ερμηνεία: «Η συρρίκνωση της αγοράς οδηγεί σε πτώση των πωλήσεων και σε ένα μεγάλο πρόβλημα ρευστότητας. Αυτό αμέσως οδηγεί τον επόμενο κρίκο, τη διανομή, σε ασφυξία, διότι παίρνει όλη την επισφάλεια της αγοράς. Το γεγονός αυτό ανακυκλώνει το πρόβλημα στον εκδότη ο οποίος δεν έχει σημεία πώλησης για να τοποθετήσει το προϊόν. Αρα για να μειώσει τον κίνδυνο της επισφάλειας τοποθετείται σε λιγότερα σημεία. Στο τέλος όλο το κύκλωμα καταλήγει να αποτελείται από αδύναμους κρίκους. Στο μέλλον λοιπόν λιγότεροι εκδότες θα εκδίδουν λιγότερα βιβλία που θα διανέμουν ελάχιστοι διανομείς σε λιγότερα βιβλιοπωλεία και επομένως θα μοιραστούν μια πολύ μικρότερη αγορά λόγω φτώχειας».

Από μιαν άλλη σκοπιά ο Αργύρης Καστανιώτης των ομώνυμων εκδόσεων επικεντρώνει τον αδύναμο κρίκο στην Πολιτεία λέγοντας ότι «χωρίς να λαμβάνει επαρκή μέτρα δεν στηρίζει και δεν διαδίδει ένα πολιτιστικό προϊόν όπως το βιβλίο. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν αναφέρομαι σε χορηγίες και άμεση χρηματοδότηση εκδοτών, αλλά στην ανάγκη δημιουργίας ενός διευρυμένου δικτύου δημόσιων βιβλιοθηκών το οποίο θα προσφέρει στο κοινό δωρεάν πρόσβαση στη γνώση και στη λογοτεχνία». Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η άποψη ενός συνοικιακού βιβλιοπώλη, του Βαγγέλη Κούτα (Βιβλιαγορά, Νέα Ιωνία): «Ενώ το βιβλίο φθάνει στην αγορά με ΦΠΑ 6%, στην παραγωγή είναι με ΦΠΑ 23%, πράγμα που το κάνει ακριβό στην πηγή του».

Στις συζητήσεις που έγιναν στο Διαδίκτυο πολλοί αναγνώστες πρότειναν να μειωθεί το ποσοστό έκπτωσης που δίνουν οι εκδότες στα βιβλιοπωλεία. Αυτό εδώ και χρόνια κυμαινόταν στο 30%-35%, αλλά με την εμφάνιση των αλυσίδων βιβλιοπωλείων έφθασε στο 50% και σε ορισμένες περιπτώσεις στο 55%. Ο κ. Κωνσταντινίδης σημειώνει: «Ο μέσος όρος του ποσοστούέκπτωσηςείναιγύρω στο 35%-40% και σε μεμονωμένεςμόνο περιπτώσειςφθάνει το 50%. Αναφαιρέσουμε την αναγκαία έκπτωση10% που γίνεται στους πελάτες, τότε το πραγματικό ποσοστό κέρδους για τον βιβλιοπώλη είναι αισθητά χαμηλότερο. Ακόμη και να γίνει κάποια μείωση, θεωρούμε ότι δύσκολα θα περάσει όληστον καταναλωτή, καθώς το βιβλιοπωλείο είναι πολύ πιθανό να μη θελήσει να μειώσει αισθητά το κέρδος του».

Πώς μπορεί όμως να μειωθεί η τιμή του βιβλίου; Ο Νίκος Καρατζάς προτείνει: «Αν μειωθούν αναλογικά όλοι οι συντελεστές κόστους, από τον συγγραφέα ως το βιβλιοπωλείο. Επίσης, αν αυξηθεί το τιράζ των βιβλίων, δηλαδή αν από 500-1.000 αντίτυπα περάσει στα 2.000-3.000 αντίτυπα, και αυτό θα μειώσει σημαντικά την τιμή του βιβλίου». Ο Αργύρης Καστανιώτης συμφωνεί: «Ολοι οι εμπλεκόμενοι στην παραγωγή και διακίνηση των βιβλίων να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα και να μειώσουν με τη σειρά τους τις δικές τους απολαβές».

Συγκεκριμένα, ο Ευριπίδης Κωνσταντινίδης προτείνει «να συμβάλουν όλοι: από την παραγωγή, όπου εκδότες και συγγραφείς πρέπει να επανεξετάσουν τη μεταξύ τους σχέση αναφορικά με το κόστος τωνσυγγραφικώνδικαιωμάτων και τον τρόπο καταβολής, από τη διακίνηση, με την άρση κάποιων περιορισμών και αποκλεισμών, ιδιαίτερα όσον αφορά τα μικρότερα βιβλιοπωλεία που πολλές φορές αναγκάζονται να αγοράζουν βιβλία με αμελητέο ποσοστό κέρδους, και φυσικά από την πώληση, καθώς τα βιβλιοπωλεία, ιδιαίτερα τα μεγαλύτερα, έχουν δυνατότητες να μειώσουν το ποσοστό έκπτωσης ώστε να υπάρχει μια όσο το δυνατόν πιο ισορροπημένη αγορά απέναντι σε όλα τα σημεία πώλησης».


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ