1820. Η Ευρώπη πάλλεται ακόµη από τις δονήσεις της Γαλλικής Επανάστασης. Η παλινόρθωση των Βουρβόνων στον θρόνο της Γαλλίας µετά την ήττα του Ναπολέοντα και ο τεµαχισµός της Ευρώπης σε σφαίρες επιρροής τρέφουν την αγανάκτηση και το µίσος προς τους τυράννους νικητές Συµµάχους.
Μυστικές επαναστατικές οργανώσεις σε όλη την ήπειρο διεκδικούν ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη και προετοιµάζουν εξεγέρσεις. Στην Ιταλία, η αδελφότητα των πατριωτών καρµπονάρων πρωτοστατεί στις επαναστάσεις ζητώντας την απελευθέρωση και την ένωση της κατακερµατισµένης Ιταλίας.
Επίµονες κατηχήσεις µύησης, περίπλοκα θεατρικά τελετουργικά µε γριφώδεις αλληγορίες και ποικίλα συµβολικά εξαρτήµατα και ιεροί όρκοι συνδέουν τα µέλη της οργάνωσης, που µετά την καταστολή των εξεγέρσεων αναζητούν άσυλο σε άλλες χώρες διασπείροντας την ιδεολογία του καρµποναρισµού, η οποία αποκτά πανευρωπαϊκό χαρακτήρα. Ανάµεσα σε αυτούς βρίσκουµε τον νεαρό Ανδρέα Κάλβο, µέλος της αδελφότητας των καρµπονάρων στη Φλωρεντία, ο οποίος κινείται µεταξύ Ιταλίας, Αγγλίας, Ελβετίας και Γαλλίας, γράφοντας ποίηση για την απελευθέρωση της δικής του πατρίδας στα ελληνικά, που θα αποκρυσταλλωθεί στην ωδή Ελπίς πατρίδος (Λονδίνο, 1819) και στις συλλογές Λύρα (Γενεύη, 1824) και Λυρικά (Παρίσι, 1826).
Συστηµατική ερευνήτρια τα τελευταία χρόνια της καλβικής βιογραφίας, η Αθηνά Γεωργαντά, αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήµιο Πατρών, µε αυτή τη συνθετική µελέτη µετατοπίζει το κέντρο των καλβικών µελετών από τους παραδοσιακούς άξονες του νεοκλασικισµού και του προροµαντισµού αφενός και της αρχαιοκεντρικής και ιταλοκεντρικής θεώρησης αφετέρου και τοποθετεί τον Κάλβο µέσα στο πλαίσιο του βυρωνικού ροµαντισµού.
Η σύνδεση επιχειρείται µε όχηµα τη συµµετοχή Κάλβου και Μπάιρον στο κίνηµα της καρµπονερίας και την κοινή διαδροµή των ποιητών, η οποία οδηγεί απευθείας στον πυρήνα του επαναστατικού ροµαντισµού. Τολµηροί νέοι αφοσιωµένοι σε ένα υψηλό καθήκον, οι καρµπονάροι εγκαταλείπουν όπερες, εσπερίδες και ερωτικές συναντήσεις για να τεθούν επικεφαλής ενός αγωνιζόµενου έθνους διαµορφώνοντας «το αρχέτυπο του ροµαντικού επαναστάτη», γράφει η συγγραφέας. «Είναι το πρότυπο που καθιέρωσε ο Μπάιρον µε τη ζωή και το έργο του», στέλεχος ο ίδιος της ιταλικής καρµπονερίας.
Στις βασικές αρχές της καρµποναρικής διδασκαλίας εντοπίζει η ερευνήτρια την προέλευση των υψίστων ιδανικών της πατρίδας και του έθνους, στα οποία θεµελιώνεται η καλβική ποίηση, αλλά και των εννοιών της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της δόξας και της τιµής, της αρετής, της σύνεσης, της εντιµότητας, της γενναιότητας, όπως εκφράζονται στις ωδές «Ελπίς πατρίδος», «Φιλόπατρις», «Εις Ελευθερίαν», «Εις δόξαν», «Εις Αγαρηνούς». Η καλβική «µάχαιρα» µεταφράζει τα στιλέτα, απαραίτητα εξαρτήµατα στο τελετουργικό ορκοδοσίας της αδελφότητας, και απηχεί, µε τις συνδηλώσεις της βίας και του πολέµου, στις ωδές «Εις Σάµον» και «Εις Σούλι», τη ριζοσπαστική ιδεολογία της γιακωβίνικης πτέρυγας της αδελφότητας, ενώ λέξεις της καλβικής ποίησης, το νερό, η πηγή, ο ήλιος, η σκάλα, ο αετός, παραπέµπουν σε σύµβολα πολλών από τις «βέντιτες» των επαναστατών.
Το λογοτεχνικό κίνηµα του ροµαντισµού, από το οποίο κατάγονται εικόνες της καλβικής ποιητικής, όπως του κοιµητηρίου στην ωδή «Εις θάνατον», συντάσσεται απόλυτα µε την καρµποναρική ιδεολογία της φιλοπατρίας και των απελευθερωτικών αγώνων. Οι διασκελισµοί, τα υπερβατά, οι διαταράξεις της σύνταξης, οι παρενθέσεις και οι προσωποποιήσεις στοιχείων της φύσης στην καλβική ρητορική έρχονται, άλλοτε απευθείας και άλλοτε διά µέσου της ιταλικής ποίησης του Φόσκολο, από την αγγλική ροµαντική ποίηση. Η χρήση της αρχαίας, η επίκληση στον Οµηρο και η αρχαιοελληνική παιδεία φθάνουν επίσης στον Κάλβο, σύµφωνα µε την Αθηνά Γεωργαντά, µε τη διαµεσολάβηση του δυτικού ροµαντισµού.
Η ρομαντική-βυρωνική προσέγγιση του Κάλβου μοιάζει να αποτελεί μονόδρομο από τον οποίο πραγματολογικά και κειμενικά δεδομένα δεν μας επιτρέπουν να οπισθοχωρήσουμε. Αν αποτελεί αποκλειστική οπτική θεώρησης της καλβικής ποίησης είναι θέμα προς συζήτηση. Τοποθετώντας όμως τον μέχρι πρότινος απομονωμένο Κάλβο, τον στερημένο από προγόνους και επιγόνους, στα πολιτικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα της εποχής του και εντάσσοντάς τον σε ένα διεθνικό πλαίσιο ευρωπαϊκής παιδείας και ποιητικής, η μελέτη της Γεωργαντά προτείνει μια αναθεώρηση των καλβικών σπουδών με ενδιαφέρουσες προοπτικές, με πιο γόνιμη την εκδοτική συνάντηση του Κάλβου με τον Σολωμό – μέσα από τις μεταφράσεις τους στα γαλλικά στο Παρίσι του παράφορου βυρωνικού φιλελληνισμού – η οποία μπορεί να θέσει το ορόσημο των εγκαινίων του ελληνικού ρομαντισμού στο 1824.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ