«Είμαι ερωτικός και πολιτικός ποιητής μαζί. Είναι η εποχή που συνδύαζε αυτά τα δύο» έλεγε τον Νοέμβριο του 1992 ο κορυφαίος μεταπολεμικός ποιητής στον ακόμη άγνωστο Μισέλ Φάις. Η μαγνητοφωνημένη συνομιλία τους στο σπίτι του στην Πεύκη κυκλοφορεί σήμερα, έξι χρόνια μετά τον θάνατο του ποιητή, με τη μορφή μονολόγου για τη ζωή, για την ποίηση, για την πολιτική. Η γέννηση στη Θεσσαλονίκη. Η αστική ανατροφή. Η ένταξη στην ΕΠΟΝ και στο ΕΑΜ. Τα πρώτα ποιήματα. Η διαγραφή από το κόμμα το 1946 και η κρίση μέχρι αυτοκτονίας. Η σύλληψη στον Εμφύλιο, η καταδίκη σε θάνατο, η τρίχρονη φυλάκιση. Η Ιατρική. Το περιοδικό «Κριτική». Η δικτατορία. Οι υποψηφιότητες για την Ευρωβουλή. Η απογοήτευση από την πολιτική. Η ποιητική σιωπή. Τα γνωστά γεγονότα όπως παρουσιάζονται σε πρώτο πρόσωπο. Και οι άγνωστες λεπτομέρειες: «Είμαι αριστερόχειρ ουσιαστικά», «Τα ποιήματά μου όπως έρχονται τα γράφω», «Στο συρτάρι μου δεν θα βρει κανείς ποιήματα μισοτελειωμένα ή ατελείωτα, δεν θα βρει τίποτε». Μαζί οι απόψεις: «Η “ποίηση της ήττας” ήταν μια αγωνία, ένα άγχος για την εποχή», «Η πολιτική ποίηση θα πρέπει να κλίνει προς τη σάτιρα». Οι εκτιμήσεις για τη λογοτεχνία και τη γλώσσα: «Οι νέοι ξέρουν καλύτερα να διαβάσουν Παπαδιαμάντη παρά Ψυχάρη», ο ασύλληπτος Κάλβος και ο Καβάφης «που κολακεύει τον κόσμο», οι επιφυλάξεις για τον Καρυωτάκη, η προτίμηση στις ελάσσονες φωνές, η αναγνωστική απόλαυση του Απολινέρ, του Ουίτμαν, του Φρανσίς Ζαμ, η αδυναμία μετάφρασης της ποίησης. Ο Μισέλ Φάις επιμελείται την έκδοση, ο Παντελής Μπουκάλας ερμηνεύει την ποιητική γραφή του Αναγνωστάκη στον αναλυτικό πρόλογό του και ο ολιγογράφος ποιητής εξομολογείται: «Εκοψα με την ποίηση, σταμάτησα πολύ νωρίς διότι, όταν έρχεται η εμπειρία, όταν έρχονται οι ρυτίδες, η φλέβα, η ποιητική φλέβα στομώνει, στεγνώνει».
Καπνέμποροι συναλλάσσονται με σοβιετικούς αντιπροσώπους στην Καβάλα. Ενας καθηγητής νυχτερινού λυκείου αναζητεί διέξοδο στο μίσος και στις ενοχές του παρελθόντος στη διαρκή μετακίνηση. Ενας φωτογράφος ερωτεύεται μια μυστηριώδη γυναίκα που συνδέεται με τη διεθνή διαπλοκή για τα πετρέλαια στον Κόλπο της Καβάλας. Το ερωτικό βίωμα και η υπαρξιακή οδύνη αναμετρώνται με τη συλλογική μοίρα, στην Καβάλα και στη Θεσσαλονίκη, τυλιγμένα στον καπνό του τσιγάρου, στα πέντε νέα διηγήματα του βραβευμένου διηγηματογράφου που διατρέχουν την περίοδο από τη δολοφονία του Τσε Γκεβάρα το 1967 ως την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989.
Επισκέψεις στο Αρχαιολογικό Μουσείο, ροκ νύχτες στο «Κύτταρο» επί δικτατορίας, επιθεωρήσεις του Ελεύθερου Θεάτρου και βραδιές στον «Μαγεμένο Αυλό» στο Παγκράτι, καλοκαίρια στο Ηρώδειο και στην Επίδαυρο συνθέτουν το σύμπαν των 19 σύντομων βιωματικών διηγημάτων του σκηνοθέτη και βασικού δημιουργού του τηλεοπτικού «Παρασκηνίου». Στην τρίτη συλλογή διηγημάτων του τα οράματα και οι ματαιώσεις της γενιάς της Μεταπολίτευσης, η καθημερινότητα και οι αγωνίες του καλλιτέχνη συνθέτουν έναν αφηγηματικό ιστό όπου ανάμεσα στους ήρωες κινούνται γνωστοί δημιουργοί: ο Αλέξης Δαμιανός, ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο ζωγράφος Πάνος Φειδάκης.
Μετά το μαθηματικό μυθιστόρημα Ο διαβήτης του Πλάτωνα (2009) ο θεσσαλονικιός νομικός και συγγραφέας μάς μεταφέρει εφέτος στα χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ενας νέος πιάνει δουλειά στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων τον Αύγουστο του 1916. Ως τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς η προσωπική του ιστορία βαδίζει στα βήματα της ιστορίας της Ελλάδας- εθνικός διχασμός, Κίνημα Εθνικής Αμύνης, κράτος της Θεσσαλονίκης, Νοεμβριανά, είσοδος του συμμαχικού στόλου στον Πειραιά, αποκλεισμός των λιμανιών, μεγάλος λιμός-, την οποία παρακολουθούμε εν τω γίγνεσθαι όπως αποτυπώνεται στα δελτία Τύπου που περνούν από τα χέρια του ήρωα.
Η Κωσταντία είναι από τις λίγες Ρωμιές που έχουν απομείνει στην Κωνσταντινούπο- λη. Ησυχη ότι η κόρη της είναι καλοπαντρεμένη στην Αθήνα, παίρνει μαύρη πίκρα το φθινόπωρο του 2005, όταν ο γαμπρός της σε ένα πολυσέλιδο γράμμα τής εξομολογείται ότι έχει τουρκική καταγωγή. Στο νέο του μυθιστόρημα ο παραγωγικός χιώτης συγγραφέας διαπλέει τη θάλασσα που χωρίζει το νησί του από την απέναντι ακτή και αφηγείται με το γνώριμο άμεσο ύφος και τη χυμώδη γλώσσα του μια ιστορία για τη διαχείριση της μνήμης, της Ιστορίας και των συναισθημάτων για τον Αλλο στην καθημερινότητα του παρόντος.
«Πολλοί πέρασαν την πύλη της φυλακής στο Καλάμι Χανίων, γιατί η κοινωνία ήθελε να εκτελέσει τις ιδέες τους το 1936, το 1948, το 1967» γράφει στο νέο του μυθιστόρημα ο μηχανικός και πρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης. Πάνος, Οδυσσέας, Μενέλαος. Η φυλακή συνδέει τις άκρες του χρόνου που κρατούν τρεις άνθρωποι, ένας πολιτικός κρατούμενος και δύο θανατοποινίτες για φόνους που δεν έχουν διαπράξει. Προσωπικές ιστορίες και οικογενειακά δράματα και τρία ανεξάρτητα νήματα ζωής συμπλέκονται και βυθίζονται στον καμβά της ελληνικής ιστορίας της περιόδου 1940-1984 όπου τα τραύματα του Εμφυλίου ακόμη αιμορραγούν.
Ο νεαρός Βασίλης πενθεί για τον πατέρα του που αυτοκτόνησε. Ο σαρανταπεντάχρο- νος Στέφανος ακόμη δεν έχει ξεπεράσει τον θάνατο της γυναίκας του. Η τυχαία συνάντησή τους στο νεκροταφείο είναι η αρχή μιας σειράς περιπλανήσεων στην Αθήνα. Για ένα επεισοδιακό εικοσιτετράωρο οι δύο μοναχικοί άνδρες γίνονται ένα αστυνομικό ντουέτο που αναλαμβάνει να ρίξει φως στους θανάτους που τους στοιχειώνουν. Μια αναζήτηση προς την κατάκτηση της αυτογνωσίας την Κυριακή της 4ης Οκτωβρίου 2009, όταν η χώρα αναμετρείται με το δικό της παρελθόν στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ