Υπάρχουν κοινωνιολόγοι που έχουν δώσει κακό όνομα στην κοινωνιολογία γιατί δεν έχουν να πουν τίποτε περισσότερο από οποιονδήποτε οξυδερκή παρατηρητή της κοινωνίας. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και για την πολιτική επιστήμη. Το κριτήριο για να διακρίνει κανείς την επιστημονική από την «καφενειακή» ανάλυση της κοινωνίας είναι απλό: η ανάλυση να ξεκινά από μια στέρεη θεωρία που αντλεί από τους κλασικούς και τους σύγχρονους θεωρητικούς της κοινωνίας και είναι έτσι διατυπωμένη ώστε να μπορεί να διαψευσθεί από την κοινωνική έρευνα.
Ωστόσο η διατύπωση διαψεύσιμων υποθέσεων εργασίας προϋποθέτει ένα σύνολο εννοιών και ένα σχήμα για το πώς οι έννοιες συνδέονται μεταξύ τους. Σε αυτό το επίπεδο κοινωνιολογικών γενικεύσεων διεξάγεται εδώ και δεκαετίες μια μάχη μεταξύ θεωρητικών της κοινωνιολογίας, σχετικά με βασικά ερωτήματα. Για παράδειγμα, είναι άραγε τα άτομα παθητικοί δέκτες αντικειμενικών αλλαγών στις δομές («αντικειμενισμός») ή είναι ενεργοί παραγωγοί δομών («υποκειμενισμός»);
Με βάση το τελευταίο βιβλίο του Νίκου Μουζέλη θα μπορούσαμε σχηματικά να φανταστούμε έναν διάλογο μεταξύ μερικών διάσημων κοινωνιολόγων του 20ού αιώνα. Ας πούμε ότι συζητούν για τη σχέση των δομών (π.χ. των εμπεδωμένων θεσμών μιας κοινωνίας) με τους φορείς της κοινωνικής δράσης (άτομα, ομάδες):
Τάλκοτ Πάρσονς: «Η κοινωνία είναι σύστημα που κυριαρχείται από τις αξίες ενός συγκεκριμένου κάθε φορά πολιτισμού. Οι άνθρωποι δεν έχουν τόση σημασία όσο οι δομές, τις αξίες των οποίων μαθαίνουν από μικροί. Δεν είναι φανερό ότι οι άνθρωποι είναι “πολιτισμικά ντοπαρισμένοι”»;
Ερβινγκ Γκόφμαν (και άλλοι της σχολής της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, εν χορώ): «Ντοπαρισμένος είσαι εσύ, ένας εκφραστής του συντηρητισμού που δεν παραδέχεται ότι η κοινωνία υπάρχει μόνο χάρη στην αλληλεπίδραση των ανθρώπων μεταξύ τους. Τα άτομα δημιουργούν και αναδημιουργούν τις κοινωνικές σχέσεις. Με τα μυαλά που κουβαλάς, ποτέ δεν μπόρεσες να εξηγήσεις πώς αλλάζει η κοινωνία». Αντονι Γκίντενς: «Ας μην κολλάμε στο αν η κότα έκανε το αβγό ή το αβγό την κότα. Οι κοινωνικές δομές χαρακτηρίζονται από δυαδικότητα, δηλαδή προκύπτουν από την ανθρώπινη δράση και ταυτόχρονα αποτελούν το μέσο με το οποίο συγκροτείται η κοινωνική δράση. Οι δομές είναι αθέλητες εξωτερικές συνθήκες που, ενώ έχουν παραχθεί από ανθρώπους, θέτουν περιοριστικά πλαίσια στη δράση τους».
Πιερ Μπουρντιέ: «Μπορούμε να υπερβούμε το ψευτοδίλημμα αντικειμενισμού-υποκειμενισμού, με τις δικές μου έννοιες του “πεδίου” και του “habitus”. Οι κοινωνικές πρακτικές προκύπτουν όταν συμπίπτουν οι άνισες θέσεις που έχουν τα άτομα σε ένα πεδίο (π.χ. μαθητής, δάσκαλος, διευθυντής σχολείου) με τις κοινωνικο-ψυχολογικές προδιαθέσεις τους (habitus). Αυτές οι προδιαθέσεις αντανακλούν τις εξωτερικές δομές οι οποίες έτσι ενυπάρχουν στα άτομα».
Μισέλ Φουκό: «Είστε όλοι σας αφελείς. Το υποκείμενο έχει πεθάνει, το έχουν ισοπεδώσει οι δομές. Οι τρόφιμοι των ασύλων, οι φυλακισμένοι, όλοι οι εξουσιαζόμενοι γενικά το ξέρουν καλά πως, ήδη από την αυγή της νεωτερικότητας, η εξουσία έχει διαχυθεί παντού σε όλες τις δομές, πειθαρχώντας ανθρώπινες συνειδήσεις και σώματα». Γιούργκεν Χάμπερμας: «Δεν αντέχω τις υπερβολές. Κοιτάξτε να δείτε, η κοινωνία αποτελείται από “σφαίρες”, π.χ., την πολιτική και την οικονομική σφαίρα όπου τα πάντα κινούνται από την εξουσία και το χρήμα αντίστοιχα.
Η κάθε σφαίρα έχει τη δική της εσωτερική λογική. Υπάρχει επίσης η σφαίρα του βιόκοσμου που αποτελείται από συμβολικές δομές, τυποποιημένες αντιδράσεις του νου, γνώσεις, δεξιότητες, προσλαμβάνουσες παραστάσεις και αισθήματα αλληλεγγύης των υποκειμένων, καθώς και από τις υλικές δομές που περιβάλλουν εξωτερικά τον βιόκοσμο. Σήμερα η πολιτική και η οικονομική σφαίρα έχουν εισβάλει καταλυτικά στον βιόκοσμο, τον έχουν αποικιοποιήσει».
Νίκος Μουζέλης: «Δεν χρειάζεται να είμαστε απόλυτοι εξαλείφοντας τον αντικειμενισμό ή τον υποκειμενισμό ή επιχειρώντας μάταια να ταυτίσουμε τον ένα με τον άλλο. Το θέμα είναι να δημιουργήσουμε εννοιολογικές γέφυρες μεταξύ τους. Αυτό μπορεί να γίνει με τέσσερις τρόπους. Πρώτον, οι δομές αποτελούνται από ρόλους ατόμων και θεσμούς που θεωρητικά διαπλέκονται. Δεύτερον, περνώντας στο επίπεδο της πράξης, οι σχέσεις μεταξύ των δρώντων υποκειμένων εξελίσσονται σε πραγματικό τόπο και χρόνο, αναπαράγοντας δομές. Π.χ., οι ποδοσφαιριστές, κάθε φορά που παίζουν μπάλα, αναπαράγουν τη δομή του ποδοσφαιρικού παιχνιδιού.
Τρίτον, πάλι θεωρητικά, υπάρχουν σταθερές κατανομές ανάμεσα σε στατιστικά εκφρασμένα μεγέθη που μας αποκαλύπτουν κοινωνικές δομές. Και τέταρτον, σε συγκεκριμένες συγκυρίες, μπορεί να υπάρξουν απροσδόκητοι συνδυασμοί δομών και φορέων δράσης. Στον 19ο αιώνα η Ελλάδα και η Αργεντινή απέκτησαν κοινοβουλευτισμό, χωρίς να είναι αναπτυγμένες οικονομίες. Ο επείσακτος κοινοβουλευτισμός ήταν ασύμβατος με τις παραδοσιακές σε αυτές τις κοινωνίες πελατειακές σχέσεις (πατρωνία), με αποτέλεσμα οι πάτρωνες να διατηρήσουν την πολιτική τους δύναμη εγκαθιστώντας έναν πελατειακό ολιγαρχικό κοινοβουλευτισμό.
Τέλος πάντων, δεν ξέρω ποιος με ενέπλεξε σε αυτόν τον διάλογο που δεν αποδίδει την ευρύτητα του βιβλίου μου ούτε αναφέρεται στα επιστημολογικά μέρη του. Ετσι που γράφει, απλουστεύει τις απόψεις όλων μας. Αν ήταν φοιτητής μου στο Τμήμα Κοινωνιολογίας της London School of Εconomics, θα τον είχα κόψει».
Αυλαία και υποσημείωση: ο Μουζέλης είναι ένας από τους ελάχιστους έλληνες στοχαστές που δημοσίευσε μονογραφία στον θεωρούμενο ως πιο απαιτητικό πανεπιστημιακό οίκο του αγγλοσαξονικού κόσμου (Cambridge University Ρress).