H βιογραφία του Σεφέρη γραμμένη από τον Ρόντρικ Μπήτον, καθηγητή Νέας Ελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας στο Κίνγκς Κόλετζ του Λονδίνου, βρίσκεται ήδη στην όγδοη χιλιάδα. Για το είδος του βιβλίου, τα 8.000 αντίτυπα σε διάστημα δύο μηνών δείχνουν μια μεγάλη επιτυχία. Οι Ελληνες δεν είμαστε εξοικειωμένοι με τη βιογραφία, ούτε ως συγγραφείς ούτε ως αναγνώστες. Μολονότι αποθεώνουμε το πρόσωπο κυρίως στις επιφανειακές εκδηλώσεις του, αδυνατούμε να εισχωρήσουμε στο βάθος μιας ζωής. Οι λόγοι είναι πολλοί και δεν είναι του παρόντος να αναλυθούν, αν και θα έπρεπε. Για παράδειγμα, πώς είναι δυνατόν να μην έχουμε επιστημονικές βιογραφίες του Οθωνα, του Τρικούπη, του Βενιζέλου, του Γεωργίου Παπανδρέου, του Κωνσταντίνου Καραμανλή, για να αναφέρω ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις του ελλείμματος. Εχουμε όμως τη βιογραφία του Γιώργου Σεφέρη. Ενα βιβλίο σημαντικό, τόσο ως σύνθεση όσο και για τα αναλυτικά εργαλεία που μας προσφέρει. H σπουδαιότητα της έκδοσης υπαγορεύει και την πολυκριτική που ακολουθεί.
Ο ποιητής και ο άλλος
Συμφωνώ με τα λεγόμενα του Μαρκ Τουέιν (αυτό άλλωστε υποστήριζε και ο Γιώργος Σεφέρης, ΓΣ) ότι «οι βιογραφίες δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα ρούχα και τα κουμπιά ενός ανθρώπου – η βιογραφία του ίδιου του ανθρώπου δεν μπορεί να γραφεί». Θα προσέθετα ότι ούτε την αυτοβιογραφία του μπορεί να γράψει κάποιος. ‘H να το πω διαφορετικά: υπάρχουν πολλές βιογραφίες και πολλές αυτοβιογραφίες ενός και του αυτού προσώπου. Αυτό, υποθέτω, δηλώνει η ένδειξη «A Biοgraphy» στον αγγλικό τίτλο της παρούσας Βιογραφίας: ο επιμελής και εργατικός νεοελληνιστής Ρόντρικ Μπήτον (PM) μας δίνει «μια» Βιογραφία του ΓΣ, εντυπωσιακή ωστόσο σε όγκο και πληροφοριακό υλικό. Ετσι και αλλιώς, ο ίδιος ο ΓΣ μας προσφέρει πλήθος αυτοβιογραφικά στοιχεία τόσο στις Μέρες και στα πολιτικά ημερολόγια, κείμενα που συστήνουν από μόνα τους «μιαν» αυτοβιογραφία, όσο και στο μυθιστόρημα Εξι Νύχτες, στα δοκίμιά του, σε πολλά ποιήματα και προφανώς στα αναρίθμητα γράμματα, δημοσιευμένα και μη. Προσθέτουμε και το πλούσιο φωτογραφικό του έργο. Σε αντίθεση, ας πούμε, με τον Ελύτη ή τον Εμπειρίκο (που δεν κρατούν ημερολόγιο) ο ΓΣ είναι αρκετά ομιλητικός. Το ερώτημα είναι: «τι λέει;». H δική μου άποψη, που ενισχύεται από τη Βιογραφία, είναι ότι ο Σεφέρης μας λέει πάρα πολλά, όμως τα περισσότερα (και τα σπουδαιότερα, ίσως) λέγονται «κρυπτογραφικά». Το επίθετο «κρυπτογραφικά» χρησιμοποιεί ο Παλαμάς για να χαρακτηρίσει τα ποιήματα της Στροφής (παραπονούμενος μάλιστα ότι δεν διαθέτει τα κατάλληλα «κλειδιά»). H Βιογραφία επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο την «κρυπτική» (και κάποτε «μυστική» και «μυστικιστική») φύση του ΓΣ, που, ως γνωστόν, υπηρέτησε δύο χρόνια στην Κρυπτογραφική Υπηρεσία του τότε ΥΠΕΞ. Νομίζω ότι το κυριότερο χάρισμα της Βιογραφίας είναι ότι δοκιμάζει να αποκρυπτογραφήσει, σε πλήρη κλίμακα, την πολλαπλή «σκοτεινότητα» του ποιητή. Αυτό, τις περισσότερες φορές, στέφεται από εξαιρετική επιτυχία.
Ο δύσκολος Ελληνας
Ο PM συντάσσει τη Βιογραφία του στηριζόμενος σε ένα πλουσιότατο υλικό, δημοσιευμένο και αρχειακό (τα βιβλιογραφικά στοιχεία και οι σημειώσεις εκτείνονται σε 150 σελ.) που εκτίθεται χρονολογικά σε τρία Μέρη και 12 Κεφάλαια. Ωστόσο αποφεύγει, όσο μπορεί, να εμπλακεί προσωπικά στο υλικό ή να το υπερερμηνεύσει. Υπό την έννοια αυτή δεν «κατασκευάζει» κάποιον μύθο για τον Σεφέρη και ας μην κατηγορηθεί ότι κάνει αυτό που (όπως επαναλαμβάνεται τελευταία) έκανε ο Σεφέρης για τον Μακρυγιάννη! Σύμφωνα με τον συντάκτη της, ο πρώτος στόχος αυτής της «λογοτεχνικής βιογραφίας» βρίσκεται αλλού: να «επαναδαυλίσει» το ενδιαφέρον των ξένων αναγνωστών για τον Σεφέρη και να τους «προσανατολίσει» να αντιληφθούν τόσο τη διανοητική και ποιητική συνείδηση ενός «δύσκολου» έλληνα ποιητή όσο και την ίδια την περίπλοκη ιστορία του ελληνισμού τον 20ό αι. Βρίσκω εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή την παράλληλη «ανάγνωση» της ζωής ενός ανθρώπου και της ιστορίας ενός λαού, πολύ περισσότερο μάλιστα καθώς η ιστορία της ζωής του ΓΣ είναι η ιστορία «μιας διχασμένης προσωπικότητας». Αν δεχθούμε ότι η ιστορία της Ελλάδας στον 20ό αι. (τουλάχιστον ως τον θάνατο του ΓΣ) χαρακτηρίζεται από διαρκείς «Διχασμούς», τότε αυτή η παραλληλία του ατομικού και του πολιτικοϊστορικού βίου μοιάζει γοητευτική. Ο Μπήτον παρακολουθεί τις δύο «βιογραφίες», ωστόσο δεν τις «πιέζει» να χωρέσουν σε κάποιο σχήμα.
Στον πατρικό κοιτώνα
H Βιογραφία, όπως είπα, στηρίζεται σε πληθώρα δεδομένων. Ισως, ορισμένα τουλάχιστον από αυτά, κάποιοι να τα βρουν περιττά. Μαθαίνουμε, λ.χ., ότι ο ΓΣ συχνά παραπονιόταν για το βάρος του, τα κιλά του δηλαδή, και πληροφορούμαστε την ακριβή σχεδόν στιγμή που συλλαμβάνεται στον πατρικό κοιτώνα. Προσωπικά ουδόλως ενοχλούμαι από όλα αυτά, όπως και από τα όποια (όχι πάντως ιδιαίτερα γαργαλιστικά) ροζ στοιχεία από την προσωπική ζωή του. Μια βιογραφία που δεν περιέχει και αυτά τα στοιχεία (ειδικά τα ερωτικά) δεν είναι απλώς βαρετή – είναι ψεύτικη. Αρκεί φυσικά όλα τα στοιχεία να βρίσκονται εκεί για κάποιον συγκεκριμένο λόγο. Ειδικά τα τελευταία, τα ερωτικά, νομίζω ότι καθόλου δεν περιττεύουν. Αντίθετα φωτίζουν έντονα κάποτε το κύριο, το ποιητικό έργο του συνεχώς «διχασμένου» ανάμεσα σε δύο αφεντάδες Σεφέρη. Βλέπε, λ.χ., την τολμηρή και πειστική ανάλυση της Στέρνας. Αυτός ο συνεχής φωτισμός του βίου του Σεφέρη από το ποιητικό έργο και αντιστρόφως είναι, όπως ήδη υπαινίχθηκα, το κύριο προσόν αυτού του βιβλίου. H Βιογραφία (πολλές φορές) φωτίζει και την κατασκευή των ποιημάτων και τα ίδια τα ποιήματα και επιβεβαιώνει την άποψη ότι τα σεφερικά ποιήματα προκύπτουν από ένα πρωτογενές «ιστορικό» γεγονός, είναι μια άλλη, όσο και διαφορετική, «καταγραφή συμβάντων». Καθώς μάλιστα ο PM δεν μένει στα εύκολα, αποσιωπώντας τα δύσκολα, ο αναγνώστης πολλά έχει να μάθει. Βλέπε, λ.χ., τα όσα αναφέρονται (σελ. 253-259) στη θεωρούμενη «σκοτεινή» περίοδο του διπλωμάτη Σεφέρη, δηλαδή στην εποχή που υπηρετεί στο υφυπουργείο Τύπου επί Μεταξά.
Διχασμένη προσωπικότητα
Είναι προφανές ότι σε έναν περιορισμένο χώρο η Βιογραφία ούτε να παρουσιασθεί επαρκώς μπορεί, ούτε και ανάλογα να αποτιμηθεί. Μπορούμε όμως να ερωτήσουμε ποιο είναι τελικά το πρόσωπο του ΓΣ που προκύπτει ή αναδύεται μέσα από αυτό το βιβλίο. Με όλους τους κινδύνους που συνεπάγεται μια «σούμα», η Βιογραφία προβάλλει (κυρίως) δύο πράγματα: το ένα το έχουμε ήδη υπαινιχθεί – είναι η ιστορία μιας «διχασμένης προσωπικότητας» μέσα σε μια διχασμένη και διχαστική πολιτεία. Να προσθέσουμε τους δύο Πολέμους, τη μικρασιατική τραγωδία και το κυπριακό πρόβλημα. H Βιογραφία εξιστορεί την πορεία του ΓΣ ανάμεσα σε Τούτο και σε Εκείνο και δείχνει την αναγκαστική συμβίωσή του με αυτό. Προφανώς δεν αναφέρομαι μόνο στους δύο αφεντάδες που από παιδί σχεδόν βρέθηκε αναγκασμένος να υπηρετήσει. Ο ΓΣ αποτελεί μια μοναδική περίπτωση ποιητή που προσπαθούσε συνεχώς να ισορροπήσει μέσα στις ποικίλες μορφές των προσωπικών διλημμάτων: ανάμεσα στην παράδοση και στον μοντερνισμό, στην εντοπιότητα (ελληνικότητα, αν θέλετε) και στη βαθιά ευρωπαϊκή του συνείδηση, στον εγγενή συντηρητισμό του και στον αναμφισβήτητο φιλελευθερισμό του, στην παγίδα της όποιας διαχρονικότητας και στο παρόν, στον «άλλο» κόσμο και σε τούτο τον κόσμο, σε αυτή τη γυναίκα και στην άλλη γυναίκα. Σε αυτήν την «κόλαση» και σε τούτο τον «παράδεισο». Πάντα με την αναμονή ενός αγγέλου, που άλλοτε ερχόταν και άλλοτε όχι.
H κατασκευή της εικόνας
Το δεύτερο που προκύπτει από τη Βιογραφία είναι ότι ο ΓΣ είχε (από νωρίς ως φαίνεται) την αίσθηση, τη συνείδηση μιας ανειλημμένης αποστολής που έπρεπε να τη φέρει σε πέρας. Ποια ήταν αυτή η αποστολή; Να γίνει αυτό-που-ήθελε-να-είναι. Του πήρε μια ζωή για να «κατασκευάσει» την εικόνα του, το πρόσωπό του, τον μύθο του. Με τρόπο όμως ιδιαιτέρως κρυπτικό. Εκτός από τον Καβάφη δεν γνωρίζω άλλον ποιητή μας που να φρόντισε τόσο πολύ την εικόνα του και (γιατί όχι;) την υστεροφημία του. Τα κατάφερε, όπως φαίνεται, αλλά με ένα πρωτοφανές κόστος: να παρεξηγείται και να παρερμηνεύεται συνεχώς από τους «πολέμιους» και να απογοητεύει συνεχώς τους φίλους (αναφέρομαι στους προσωπικούς, επώνυμους φίλους του). Και όσον αφορά τους «πολέμιους» (παλαιούς και νέους) έχει καλώς. Οι φίλοι του όμως αποτέλεσαν άλλη μιαν αιτία «διχασμού», αφού όλοι τους (με την εξαίρεση του Αποστολίδη) τον νόμιζαν ή τον ήθελαν διαφορετικό ποιητή από ό,τι ήταν. Πιστεύω πως ένα από τα μεγαλύτερα κατορθώματα του ΓΣ είναι ότι απογοήτευσε τους καθ’ όλα έντιμους φίλους του. H ιδεοληπτική έφεσή του για μια μοναχική πορεία στα «σκοτεινά» σχετίζεται με το όλο ζήτημα.
Χαιρόμαστε που αυτή η Βιογραφία κυκλοφορεί στα ελληνικά. Μακάρι να είχαμε (από δικούς μας ή ξένους) βιογραφίες και άλλων ποιητών μας (για να μείνουμε σε αυτούς) ανάλογου κύρους. Γιατί, παρά τα όσα είπαμε στην αρχή ότι η βιογραφία του ίδιου του ανθρώπου δεν μπορεί να γραφεί, μια βιογραφία όπως η παρούσα είναι πάντοτε κέρδος. Δικό μας προσφανώς.
ΥΓ.: Στη Βιογραφία έχουν παρεισφρήσει ποικίλα σφάλματα. Είναι στη διάθεση των ενδιαφερομένων για μελλοντική διόρθωση. Με την ευκαιρία ζητώ, έστω και καθυστερημένα, συγγνώμη από τους αναγνώστες του «Βήματος» επειδή στην παρουσίαση του βιβλίου των G. Kirk κ.ά. ορισμένες φορές στο κείμενό μου αντί «ερμηνευτικό Υπόμνημα» εμφανίζεται «κριτικό Y.». Λάθος, χωρίς αμφιβολία. Ωστόσο τούτο δεν οφείλεται στην άγνοιά μου, όπως υπαινίσσεται σε επιστολή του ευφυής και αλάνθαστος «γερο-δάσκαλος» (!). Οφείλεται σε κάτι χειρότερο: σε αδικαιολόγητη απροσεξία.
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.