‘ Η (γλωσσικά) αιρετική/αποκλίνουσα διάθεση που με κατέλαβε σήμερα αφορά τρία επίθετα που χρησιμοποιούνται ευρύτατα αλλά με λανθασμένη, κατά τη γνώμη μου, μορφή – ή, έστω, γραφή.
Και για να αρχίσω από την πιο απλή ίσως περίπτωση, αυτή που αφορά λάθος γραφή και μόνο, ισχυρίζομαι ότι το επίθετο ετερόκλητος είναι πιο σωστό να γράφεται με ι, και όχι με η, όπως όλοι έχουμε συνηθίσει να το γράφουμε – ή μάλλον σχεδόν όλοι, μια και πρόσφατα διαπίστωσα ότι δεν είμαι και τόσο μόνος όσο νόμιζα, αφού το Λεξικό Μπαμπινιώτη επισημαίνει τη λάθος γραφή. Η πραγματική έννοια του επιθέτου είναι «αυτοί που έχουν διαφορετικές κλίσεις, που κλίνουν/τείνουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις» και όχι «αυτοί που έχουν διαφορετικές κλήσεις», δηλαδή προελεύσεις, καταγωγές κτλ. Βέβαια υπάρχει πάντα η πιθανότητα οι ετερόκλιτοι να είναι και ετερόκλητοι (δηλαδή, να είναι ανομοιογενείς τόσο ως προς την κατεύθυνση/τάση όσο και ως προς την προέλευση), αλλά αυτό δεν συμβαίνει πάντα. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι χρησιμοποιούμε συνήθως τη συγκεκριμένη λέξη όταν πρόκειται για ανομοιογενές, ανόμοιο, ποικιλόμορφο σύνολο ανθρώπων, δυνάμεων, εννοιών, επιδιώξεων κ.ο.κ., λογικό είναι να γράφουμε ετερόκλιτος, η, ο και όχι ετερόκλητος, η, ο.
Ενας άλλος λανθασμένος τύπος που χρησιμοποιείται ευρύτατα – αν όχι και αποκλειστικά – είναι τα επίθετα τρισδιάστατος και δισδιάστατος. Και όμως το σωστό είναι να λέμε και να γράφουμε τριδιάστατος και διδιάστατος, αφού δεν πρόκειται περί των επιρρημάτων δις και τρις (= δύο ή τρεις φορές) ως πρώτων συνθετικών, όπως για παράδειγμα στα επίθετα τρισκατάρατος (= τρεις φορές καταραμένος), τρισόλβιος (= τρεις φορές ευτυχισμένος), τρισβάρβαρος ή τρισένδοξος, αλλά περί δύο ή τριών διαστάσεων. Οπως, λοιπόν, λέμε τριώροφο και διώροφο το σπίτι που έχει τρεις ή δύο ορόφους, όπως λέμε τρικάταρτο (και όχι τρισκάταρτο) το σκάφος που έχει τρία κατάρτια ή όπως λέμε τριτάξιο (και όχι τριστάξιο) το σχολείο που έχει τρεις τάξεις, έτσι και ό,τι έχει τρεις ή δύο διαστάσεις είναι τριδιάστατο ή διδιάστατο αντίστοιχα. [Η πρώτη που μου είχε επιστήσει την προσοχή στο θέμα ήταν η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, πριν από αρκετά χρόνια, λέγοντάς μου ότι ο δάσκαλός της, ο Πρεβελάκης, τόνιζε πως οι τύποι τρισδιάστατος, η, ο και δισδιάστατος, η, ο δεν είναι σωστοί.]
Τέλος, πολύ συχνά τα τελευταία χρόνια ακούμε και διαβάζουμε το επίθετο αδιαπραγμάτευτος. Ετσι λοιπόν «τα κυριαρχικά μας δικαιώματα είναι αδιαπραγμάτευτα», «τα εθνικά μας δίκαια είναι αδιαπραγμάτευτα», «η απόφασή μου να χωρίσω με την Κική είναι αδιαπραγμάτευτη», και ο χορός καλά κρατεί. Βέβαια, θα μου πείτε, αυτό σε μάρανε; Εδώ συναντάμε ακόμη και διατυπώσεις του τύπου «η μετοχή δεν διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο» ή «η εθνική ανεξαρτησία δεν διαπραγματεύεται» (έχει εμφανιστεί επανειλημμένως σε αφίσες) με την έννοια του «δεν υπόκειται σε διαπραγμάτευση». Πάντα υπάρχουν, ασφαλώς, και χειρότερα. Ωστόσο, εγώ επιμένω ότι η εθνική ανεξαρτησία ή ακόμη και η απόφασή μου να χωρίσω με την Κική δεν είναι αδιαπραγμάτευτες αλλά μη διαπραγματεύσιμες. Με άλλα λόγια, αδιαπραγμάτευτος είναι αυτός που ως τώρα δεν έχει γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης και όχι αυτός που δεν μπορεί, δεν πρέπει, δεν είναι νοητό να υπόκειται καν σε διαπραγμάτευση. Οσο και αν η αδυναμία να εκφραστεί η ίδια έννοια μονολεκτικά δεν μας αρέσει ή μας ξεβολεύει, το σωστό επίθετο είναι μη διαπραγματεύσιμος, η, ο.
Αλλωστε, το ίδιο λίγο-πολύ ισχύει και με ένα άλλο επίθετο που μου έρχεται πρόχειρα στο νου: το απρόβλεπτος, η, ο. Το τόσο συχνά λεγόμενο, λοιπόν, «η συγκεκριμένη εξέλιξη ήταν απολύτως απρόβλεπτη» είναι πιο σωστό να λέγεται «ήταν μη προβλέψιμη». Αλλο το «δεν μπορούσε με τίποτε να προβλεφθεί» (ήταν μη προβλέψιμη) και άλλο το «δεν είχε προβλεφθεί» (ήταν απρόβλεπτη), όπως θα έλεγε και η TV persona(!) Πέπη Τσεσμελή στις μέρες της δόξας της.’
Ο κ. Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής. Διδάσκει στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης και Λογοτεχνίας.