Ο Ζμπίγκνιεβ Χέρμπερτ (1924-1998) είναι αρκετά γνωστός στην Ελλάδα. Μια Εκλογή από το έργο του με 34 ποιήματα μεταφρασμένα από τον Σπύρο Τσακνιά (Εγνατία, 1979)· 10 μεταφράσεις ποιημάτων του από τον Βασίλη Καραβίτη (Συγκομιδή, Γνώση, 1988)· 3 από τον Γ.Π. Σαββίδη (περ. Ακτή, Φθινόπωρο 1991 = Εδώδιμα αποικιακά, Ερμής, 2000)· 20 από τον Χάρη Βλαβιανό (περ. Ποίηση, αρ. 14, 1999)· και μερικές ακόμη μεμονωμένες σε κάποια έντυπα, συνέθεταν ένα σώμα μεταφράσεων που έδινε μιαν εικόνα του έργου του σημαντικότερου Πολωνού ποιητή μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Στο σώμα αυτό προστέθηκαν, στην αρχή αυτού του χρόνου, δώδεκα μεταφράσεις (Ζ. Χέρμπερτ, Ποιήματα, Παρασκήνιο) από τον Γιώργο Ζ. Χριστοδουλίδη (που το 1999 είχε περιλάβει δύο άλλες μεταφράσεις του από τον Χέρμπερτ στην ανθολογία του Βροχή θανάτου: Ποιήματα του πολέμου, Παρασκήνιο), και, την άνοιξη, δύο ακόμη (και αποσπάσματα μεταφράσεων) από τον Ερωτόκριτο Μωραΐτη, που περιέχονται στη μετάφρασή του ενός δοκιμίου του Σέημους Χήνυ για τον Χέρμπερτ (περ. Πόρφυρας, αρ. 99, Απρίλιος – Ιούνιος 2001).



Με το βιβλίο Η ψυχή του κ. Cogito και άλλα ποιήματα, που εκδόθηκε πρόσφατα, το οποίο περιέχει, εκτός από τις 20 ήδη δημοσιευμένες, και 18 νέες μεταφράσεις του, ο Χάρης Βλαβιανός διευρύνει την εικόνα που έχουμε για τον Χέρμπερτ και μας την κάνει καθαρότερη. Γιατί εκτός από τα ποιήματα που μεταφράζει από τις τέσσερις πρώτες συλλογές του Χέρμπερτ (Χορδή φωτός, 1956· Ερμής, σκύλος και άστρο, 1957· Μελέτη του αντικειμένου, 1961· Επιγραφή, 1969), από τις οποίες, και μόνο, επιλέγουν οι άλλοι μεταφραστές, ο Βλαβιανός μεταφράζει και 8 ποιήματα από την πέμπτη συλλογή του (Ο κ. Cogito, 1974), που είναι από τις πλέον χαρακτηριστικές του ποιητικού στίγματος του Χέρμπερτ, ενός στίγματος που διαμορφώθηκε από την οδυνηρή εμπειρία του πολέμου στην Πολωνία και την ατμόσφαιρα της σταλινικής εποχής.


Ο Χέρμπερτ ανήκει στη λεγόμενη «Γενιά του Πολέμου», στο πολωνικό αντίστοιχο της δικής μας πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, που περιέχει σημαντικούς ποιητές, όπως οι Μίρον Μπιαλοσέβσκι, Τιμοτέους Καρπόβιτς και Βισλάβα Συμπόρσκα. Συγχωνεύοντας επιδράσεις από τους «Καταστροφιστές» ποιητές (κυρίως από τον Τσέσλαβ Μίλος), οι οποίοι καλλιεργούσαν φιλοσοφικά και μυθικοϊστορικά θέματα, και από τους ποιητές της πολωνικής πρωτοπορίας του μεσοπολέμου, που εξοβέλισαν τη στίξη, ο Χέρμπερτ διαμόρφωσε ένα προσωπικό ποιητικό ιδίωμα που αντανακλά μιαν ειρωνική αντίληψη των πραγμάτων, το οποίο ­ τηρουμένων των αναλογιών ­ θυμίζει τον Καβάφη. Η γλώσσα του είναι έκφραση μιας διανοητικής συγκίνησης. Δεν είναι χωρίς σημασία ότι ένας από τους ήρωες των ποιημάτων του ­ κύριο προσωπείο του Χέρμπερτ ­ ονομάζεται κ. Cogito (ο συνειρμός με τον κ. Τεστ του Βαλερύ είναι αναπόφευκτος). Ομως, παρότι σπούδασε κυρίως φιλοσοφία, ο Χέρμπερτ, όπως παρατηρεί ο Χάρης Βλαβιανός στην εύστοχη εισαγωγή του, δεν πραγματεύεται τα φιλοσοφικά ή μυθικοϊστορικά θέματα σαν φιλόσοφος αλλά ως καλλιτέχνης· ως ένας ποιητής που χαρακτηρίζεται, θα λέγαμε, από έναν ιδιότυπο κλασικισμό: ο Χέρμπερτ φαίνεται να γνωρίζει επακριβώς τι θέλει να πει πριν αρχίσει να γράφει το ποίημα, ωστόσο εκείνο που λέει το ποίημά του δίνει την αίσθηση μιας τελούμενης ανακάλυψης. Σ’ αυτό το παράδοξο, στην ένταση ανάμεσα σ’ εκείνο που φαίνεται να εκφράζει το ποίημα ως δεδομένο και στη συνεχή ανατροπή αυτού του δεδομένου, έγκειται κυρίως η ποιητική δύναμη των στίχων του.


Αλλά η ποίηση του Χέρμπερτ είναι σημαντική και για το ηθικό της περιεχόμενο, το οποίο διαπλάττει το αισθητικό της επίτευγμα με έναν ασυνήθιστο και δυσεξήγητο τρόπο. Ο ίδιος ο Χέρμπερτ προσδιόριζε τη διαφορά του από τους άλλους ποιητές της γενιάς του στο ότι «βγήκε από τον πόλεμο χωρίς να αποδέχεται την αποτυχία της προηγούμενης ηθικής». Εχοντας βιώσει στο πετσί του περισσότερες κακοποιημένες αξίες απ’ όσες θα μπορούσαν να φανταστούν οι δυτικοευρωπαίοι ποιητές, αισθάνεται ότι αν υπάρχει ένας δρόμος για το καλύτερο είναι να κοιτάζει κανείς κατάματα το κακό. Μια τέτοια στάση δίνει αναπότρεπτα στην ποίηση μια πολιτική διάσταση, πολιτική με τη βαθύτερη έννοια του όρου, με την ηθική του έννοια ­ και είναι, πιστεύω, αυτό το σημείο στο οποίο η ηθική αναζήτηση του Χέρμπερτ διαμορφώνει την ποιητική.


«Διανοητικής» υφής, η ποίηση του Χέρμπερτ φαίνεται εκ πρώτης όψεως εύκολα μεταφράσιμη, όμως δεν είναι. Διότι οι στοχαστικοί της πυρήνες φαίνονται να αποκτούν την ποιητική τους υπόσταση από λεπτές διακυμάνσεις του ρυθμού, οι οποίες, επειδή η φύση του ποιητικού λόγου του Χέρμπερτ απαιτεί κατά τη μετάφραση την πιστότητα στο γνωστικό περιεχόμενο των λέξεων, δεν είναι εύκολο να αναπαραχθούν. Η μετάφραση του Βλαβιανού θα πρέπει να επαινεθεί για την επιτυχή αναπαραγωγή αυτών των διακυμάνσεων. Αλλά σωστή είναι και η επιλογή των ποιημάτων. Ο Χέρμπερτ είναι ποιητής μιας εκφραστικής κλίμακας ευρύτερης από εκείνη που περιέχεται στο βιβλίο του Βλαβιανού, όμως σωφρόνως ο Βλαβιανός επικέντρωσε την επιλογή του κυρίως στα ποιήματα που ταιριάζουν στη δική του ποιητική ιδιοσυγκρασία, περιορίζοντας στο ελάχιστο ­ θα έλεγα, στο δειγματοληπτικό ­ τη μετάφραση «μυθικοϊστορικών» ποιημάτων του Χέρμπερτ.


Διατυπώνω όλα τα παραπάνω με επιφυλάξεις, γιατί, καθώς μου είναι αδύνατον να διαβάσω την ποίηση του Χέρμπερτ από το πρωτότυπο, τη γνωρίζω μόνο από μεταφράσεις, κυρίως από τις αγγλικές, από τις οποίες άλλωστε έγιναν όλες οι ελληνικές. Ομως την ιδιοτυπία αυτής της ποίησης μπορεί να την αισθανθεί κανείς και μέσα από τη μετάφραση. Ενα από τα στοιχεία που συνθέτουν αυτή την ιδιοτυπία είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Χέρμπερτ πραγματεύεται τον μύθο και την ιστορία. Θα ήταν ευχής έργο τα λίγα «μυθικοϊστορικά» του ποιήματα που έχουν μεταφραστεί να γίνονταν περισσότερα· να διαβάζαμε στη γλώσσα μας και τα «Γιατί τους κλασικούς», «Η θυσία της Ιφιγένειας», «Στον δρόμο για τους Δελφούς» και άλλα. Γιατί τα ποιήματα αυτά περιέχουν μια πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή της ειρωνικής ματιάς του Χέρμπερτ, εκείνη που αποτελεί το σημείο της συνομιλίας του με τον Καβάφη.


Τη συνομιλία αυτή την υποπτεύεται κανείς από ποιήματα όπως το «Η επιστροφή του ανθύπατου» (έχει μεταφραστεί δύο φορές στα ελληνικά: από τον Γιώργο Ζ. Χριστοδουλίδη και τον Πάτροκλο Γιατρά)· αλλά και τη διαπιστώνει σε ποιήματα όπως το «Αναφορά από την πολιορκημένη πόλη» (αμετάφραστο ακόμη), το οποίο δίνει τον τίτλο στην έκτη συλλογή του Χέρμπερτ (1983), συνοψίζοντας συγχρόνως το κεντρικό της βίωμα με τους παρακάτω στίχους:


κι αν η Πόλη πέσει και γλιτώσει μόνο ένας


θα κουβανεί μέσα του την Πόλη στις οδούς της εξορίας


αυτός θα είναι η Πόλη.


Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.