Οι αριθμοί και οι ιδέες





Εφέτος κλείνουν 50 χρόνια από τον θάνατο του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή, διαπρεπούς μαθηματικού και θεωρητικού φυσικού με διεθνή καριέρα, ιδρυτή του Πανεπιστημίου της Σμύρνης, εισηγητή του κανονισμού βάσει του οποίου οργανώθηκαν τα πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσσαλονίκης, ακαδημαϊκού και, εν πολλοίς, αγνώστου στην Ελλάδα. Είναι ευτύχημα λοιπόν το γεγονός ότι η επέτειος του θανάτου του αποτέλεσε το έναυσμα για μια συνολική παρουσίαση της συνεισφοράς του στην ελληνική και στη διεθνή εκπαίδευση και επιστήμη, με συνέδρια και εκδηλώσεις (η Ακαδημία Αθηνών, της οποίας υπήρξε μέλος αμέσως μετά την ίδρυσή της, έχει προγραμματίσει τιμητική εκδήλωση εις μνήμην Κ. Καραθεοδωρή για τις 21 Νοεμβρίου 2000). Στο ίδιο πλαίσιο, της γνωριμίας του ελληνικού κοινού με τον Καραθεοδωρή, εντάσσεται και η έκδοση της πρώτης βιογραφίας του ­ στην Ελλάδα και παγκοσμίως ­ από τις εκδόσεις Αίθρα.


Συγγραφέας της βιογραφίας είναι ο μαθηματικός Ευάγγελος Σπανδάγος, ο οποίος διεξήγαγε σοβαρή έρευνα προς κάθε κατεύθυνση. Το βιβλίο βασίζεται στην ημιτελή αυτοβιογραφία του Καραθεοδωρή, στο έργο του, εκδοθέν και ανέκδοτο, σε υλικό που παραχώρησε η κόρη τού Καραθεοδωρή Δέσποινα Ροδοπούλου-Καραθεοδωρή στον συγγραφέα (φωτογραφίες, φωτοτυπίες επιστολών) και στις διηγήσεις της, στο αρχείο του Πανεπιστημίου Σμύρνης που φυλάσσεται(;) στο Μουσείο Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας Αθηνών, στο αρχείο αλληλογραφίας της Π. Δέλτα και του Ομίλου για την προβολή των Αρχαίων Ελλήνων Μαθηματικών, σε διηγήσεις σπουδαίων ελλήνων επιστημόνων που γνώρισαν και έζησαν τον Καραθεοδωρή ως δάσκαλο και επιστήμονα. Συγκεντρώνοντας και συνθέτοντας όλες αυτές τις διάσπαρτες πληροφορίες ο Ευ. Σπανδάγος σκιαγραφεί μια ολοζώντανη προσωπογραφία.



Γόνος επιφανούς οικογενείας της Κωνσταντινούπολης ο Κ. Καραθεοδωρής γεννήθηκε το 1873 στο Βερολίνο και σπούδασε στη Στρατιωτική Ακαδημία του Βελγίου, από όπου αποφοίτησε ως πολιτικός μηχανικός ­ η Στρατιωτική Ακαδημία λειτουργούσε ως πανεπιστήμιο για τους ξένους υπηκόους. Προσελήφθη αμέσως ως βοηθός μηχανικός στο φράγμα του Ασουάν αλλά η δουλειά του δεν τον ενδιέφερε ιδιαιτέρως· ασχολήθηκε περισσότερο με τις πυραμίδες, παθιάστηκε με τα μαθηματικά και κατέληξε να σπουδάζει μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και στη συνέχεια του Γκέτινγκεν, όπου έγινε υφηγητής προτού καν ολοκληρώσει τις σπουδές του. Από το 1908 είναι πλέον τακτικός καθηγητής, στο Ανόβερο, στη Βόννη, στο Μπρεσλάου, στο Γκέτινγκεν, στο Βερολίνο, στην έδρα επιφανών μαθηματικών όπως ο Felix Klein και ο Frobenius. Τέλος, από το 1924 ως το 1938, οπότε συνταξιοδοτήθηκε, δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του δίδαξε ως επισκέπτης καθηγητής στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής και έδωσε πλήθος διαλέξεων ανά τον κόσμο.


Ο Καραθεοδωρής είχε υιοθετήσει μια μέθοδο διδασκαλίας τρόπον τινά μαιευτική. Σε αντίθεση με τους μεγάλους δασκάλους δίπλα στους οποίους μαθήτευσε, ανέπτυσσε έναν γόνιμο διάλογο με τους φοιτητές πάνω σε ορισμένα σημεία της παράδοσης τα οποία εσκεμμένως άφηνε ανοιχτά. Προσηνής, προσιτός στους φοιτητές ο Καραθεοδωρής ήταν απορροφημένος από την έρευνα και τη συγγραφή, ασχολούμενος με τη θερμοδυναμική, την ειδική σχετικότητα, την οπτική και τη μηχανική στη φυσική, με τον λογισμό των μεταβολών, τη θεωρία των πραγματικών συναρτήσεων, τη θεωρία των μιγαδικών συναρτήσεων, τις διαφορικές εξισώσεις, τη θεωρία των συνόλων και τη διαφορική γεωμετρία στα μαθηματικά. Τέλος, μια άλλη πτυχή της επιστημονικής του δραστηριότητας είναι οι αρχαιολογικές μελέτες του, στις οποίες ασχολείται με μνημεία της αρχαιότητας από τη σκοπιά των μαθηματικών (λαμπρό παράδειγμα η ανακοίνωσή του για τα 100 χρόνια της Ελληνικής Αρχαιολογικής Εταιρείας με θέμα τις καμπύλες του Παρθενώνα). Ο Ευ. Σπανδάγος παραθέτει μια αναλυτική εργογραφία του Καραθεοδωρή, παρουσιάζει συνοπτικά τη συμβολή του στη μαθηματική και στη φυσική επιστήμη μέσα από κείμενα επιφανών ελλήνων και ξένων επιστημόνων, αναδημοσιεύει σημαντικά ντοκουμέντα από τη ζωή και το έργο του, μεταξύ των οποίων και μέρος της αλληλογραφίας του με τον Αϊνστάιν, σχετικά με ορισμένες πτυχές της θεωρίας της σχετικότητας.


Στην Ελλάδα ο Καραθεοδωρής δραστηριοποιείται κυρίως σε κατεύθυνση οργανωτική, με πρωτοποριακές ιδέες και μεθόδους και αξιολογότατα αποτελέσματα. Είχε γνωρίσει τον Ελευθέριο Βενιζέλο από το 1895, στην Κρήτη, και από το 1913 είχε προτείνει τη δημιουργία δεύτερου ελληνικού πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη. Ο πόλεμος που ξεσπάει μεταθέτει τις αποφάσεις. Ετσι, το 1920 ο Καραθεοδωρής αποδέχεται την πρόταση του Βενιζέλου να ιδρύσει και να οργανώσει ένα δεύτερο ελληνικό πανεπιστήμιο, στη Σμύρνη όμως, η οποία βρίσκεται βάσει της Συνθήκης των Σεβρών υπό ελληνική κατοχή. Δεδομένων των ιδιαίτερων δεσμών της οικογένειάς του με την Τουρκία και της αντίληψής του για τη συμβίωση των δύο λαών στην περιοχή ­ ο βενιζελικός Καραθεοδωρής ήταν όπως και ο αντιβενιζελικός Δραγούμης οπαδός της θεωρίας της πολιτιστικής κατάκτησης ­, αντιμετωπίζει το νέο πανεπιστήμιο ως προσωπική πρόκληση: το αποτέλεσμα είναι ότι, με την πολιτική και οικονομική στήριξη του Ελ. Βενιζέλου και τη συνδρομή του υπάτου αρμοστή Α. Στεργιάδη, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα θα παραδώσει ένα άρτια οργανωμένο και εξοπλισμένο, άριστα στελεχωμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα, με έμβλημά του το «Φως εξ Ανατολών», το οποίο, φυσικά, δεν θα λειτουργήσει ποτέ. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή διδάσκει στην Αθήνα για λιγότερο από δύο χρόνια ­ για τους γνωστούς λόγους που ακόμη και σήμερα διώχνουν πολλούς σπουδαίους επιστήμονες μακριά από την Ελλάδα ­ και εισηγείται την ίδρυση του Πανεπιστημίου Αιγαίου, με έδρα τη Μυτιλήνη, μια ιδέα που θα πραγματοποιηθεί 70 χρόνια αργότερα. Στην Ελλάδα θα επανέλθει το 1930-32, όταν θα αποδεχθεί τη θέση του κυβερνητικού επιτρόπου και θα οργανώσει τα πανεπιστήμια Αθήνας και Θεσσαλονίκης με τον νόμο 5343/32, ο οποίος ίσχυε μέχρι προσφάτως. Από τη θέση αυτή θα τον απολύσει η κυβέρνηση Παπαναστασίου που διαδέχεται τον Βενιζέλο το 1932 και εκεί θα σταματήσει η ενεργός ανάμειξή του στα κοινά της Ελλάδας.


Είναι βέβαιο ότι ορισμένα κομμάτια της εργοβιογραφίας ενός σπουδαίου μαθηματικού και φυσικού δεν μπορεί παρά να απευθύνονται στους ειδικούς και μόνον. Ο Σπανδάγος όμως έχει καταφέρει το σύνολο του βιβλίου να απευθύνεται πλην αυτών και στο σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας και σε ένα ευρύ κοινό με γενικότερα εκπαιδευτικά ενδιαφέροντα. Η ζωντάνια και η αμεσότητα της αφήγησης, την οποία διασφαλίζει η έντεχνη χρήση των πηγών, συμβάλλει τα μέγιστα σ’ αυτό, χωρίς να αφαιρεί τίποτε από την επιστημονική αρτιότητα του έργου, εγγύηση της οποίας αποτελούν η Ελληνική Μαθηματική Εταιρεία, που έχει υιοθετήσει το βιβλίο, και η Ακαδημία Αθηνών, η οποία έχει αποφασίσει να το βραβεύσει.