Αναμφίβολα οι λογοτέχνες που έχουν τιμηθεί με το βραβείο Νομπέλ, εν πολλοίς άξιοι και ταλαντούχοι, δεν είναι πολύ καλύτεροι από αρκετούς ομοτέχνους τους που αγνοήθηκαν επιδεικτικά από τους «αθανάτους» της Σουηδικής Ακαδημίας. Διατρέχοντας τον κατάλογο των βραβευμένων που δημοσίευσε το «Αλλο Βήμα» στις 15 Οκτωβρίου, ο αναγνώστης θα διαπιστώσει με συγκατάβαση, συχνά με μελαγχολία, ενίοτε με θυμηδία, ακόμη και με οργή (στην περίπτωση του Ουίνστον Τσόρτσιλ, πρώην πρωθυπουργού της Βρετανίας), πως από αυτόν λείπουν συγγραφείς και ποιητές με παγκόσμια εμβέλεια και διαχρονική αξία. Είναι εμφανής η απουσία μεγάλων ονομάτων (πρόχειρα ας αναφερθούν οι Κάφκα, Μπόρχες, Λόρκα, μα και οι δικοί μας Καβάφης και Καζαντζάκης) και κραυγαλέα η παρουσία κάποιων ξεχασμένων σήμερα προσώπων. Στους αδικημένους μπορεί να συμπεριληφθεί και ο Αλμπέρτο Μοράβια (Ρώμη, 1907-1990), ο πλέον συζητημένος και δημοφιλής πεζογράφος της Ιταλίας (υπήρξε επίσης δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος, δραματουργός, κριτικός ταινιών, σεναριογράφος) στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.


Ο Κομφορμιστής, που εκδόθηκε το 1951 (μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Μπερνάντο Μπερτολούτσι με πρωταγωνιστές τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν, τη Στεφανία Σαντρέλι και την Ντομινίκ Σαντά, 20 χρόνια αργότερα), ανήκει στα μυθιστορήματα του Μοράβια στα οποία ο συγγραφέας πραγματεύεται με έξοχο, αναλυτικό και διεισδυτικό τρόπο ποικίλα κοινωνικά ζητήματα. Σε αυτό, όπως και στα έργα του Οι αδιάφοροι (1929), Αγκοστίνο (1944), Μια γυναίκα από τη Ρώμη (1947), Η ανυπακοή (1948), Γαμήλιος έρωτας (1949), Η χωριάτισσα (1957), Η πλήξη (1960), μα και σε άλλα, οι θεματικοί άξονες είναι κοινοί: η κοινωνική αλλοτρίωση, το σεξ χωρίς αγάπη, η κυριαρχία του ερωτικού ενστίκτου, η αξιολύπητη κατάσταση του άνδρα, η υπεροχή της γυναίκας, η μοναξιά, ο κοινωνικός φόβος, η έλλειψη επικοινωνίας.



Ο Μοράβια, προικισμένος με ένα πολύπλευρο και πολύμορφο αφηγηματικό τάλαντο, εισχωρεί στην ανθρώπινη ψυχή, την ανατέμνει, την αναλύει και την παρουσιάζει μπροστά στον αναγνώστη γυμνή, χωρίς ψιμύθια. Εδώ, στον Κομφορμιστή, αφηγείται την άνοδο και την πτώση ενός μικροαστού που η τροχιά της ζωής του συμπίπτει με την άνοδο και την πτώση του φασισμού. Διότι «οι ρίζες του φασισμού, ως μαζικού κινήματος, πρέπει να αναζητηθούν στο γόνιμο έδαφος της αστικής ψυχοσύνθεσης και της αλλοπρόσαλλης ηθικής του μόνιμα φοβισμένου και πάντα ταλαντευόμενου μικροαστού, έξω και πέρα από τη θέση του στο σύστημα των παραγωγικών σχέσεων», διαβάζουμε σε ένα ανυπόγραφο κείμενο που περιέχεται στο βιβλίο, αναφορικά με την ομώνυμη ταινία του Μπερτολούτσι, αναδημοσιευμένο από το περιοδικό «Σύγχρονος Κινηματογράφος» του 1971. Αφηγούμενος την ιστορία του Μαρτσέλο, υπαλλήλου των Μυστικών Υπηρεσιών του μουσολινικού καθεστώτος, ο Μοράβια σκιαγραφεί όχι μόνο τον ήρωά του, τον δειλό και φοβισμένο μικροαστό, μα και τον περίγυρό του, ανθρώπους σαν κι αυτόν, γυναίκες και άνδρες, μια ολόκληρη κοινωνία που αγκάλιασε από άγνοια και ελαφρότητα, μα κυρίως από ιδιοτέλεια, τον Μουσολίνι, τον έθρεψε και τον γιγάντωσε, έναν λαό που για να διατηρήσει τα κεκτημένα του, τη βολή του, την ησυχία του, κάθε φορά πήγαινε με το μέρος των ισχυρών. «Μέχρι χθες χειροκροτούσαν τον Μουσολίνι… Λίγες μέρες πριν χειροκροτούσαν τον Πάπα γιατί πίστευαν ότι θα τους έσωζε από τους βομβαρδισμούς… Σήμερα επευφημούν τον βασιλιά που έριξε τον Μουσολίνι» λέει κάποια στιγμή η Τζούλια, η σύζυγος του ήρωα.


Ο Μαρτσέλο ενσαρκώνει τον μέσο ανθρωπάκο που ακολουθεί πάντοτε το ρεύμα, τον συρμό, όχι μόνο για να επιβιώσει μα και για να περνάει καλά. Ο ίδιος προσπαθεί να δικαιολογήσει τα πεπραγμένα του για να μη μείνει καμία απορία ή αμφιβολία για τις προθέσεις του. Η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη, ωστόσο ο Μοράβια διηγείται τα γεγονότα από την πλευρά του ήρωά του, αποκαλύπτοντας ακόμη και τις σκέψεις του ­ έχει την ίδια ηλικία με αυτόν. Σε πολλά σημεία του μυθιστορήματος υπάρχουν προσωπικές αναφορές, ριζικά τροποποιημένες από τη δημιουργική φαντασία του συγγραφέα. Ο Μαρτσέλο δεν διαφέρει πολύ από τους συμπολίτες του, τους κατοίκους της Ρώμης (η Ρώμη αποτελεί το σκηνικό των περισσότερων μυθιστορημάτων του Μοράβια), συμπεριφέρεται όπως η πλειονότητα, είναι σοβαρός, ευγενικός, καθωσπρέπει, ένθερμος οπαδός των δίδυμων θεοτήτων, της εντιμότητας και της συμβατικής ζωής. Ο γάμος του με μια όμορφη μικροαστή, εντελώς όμοια με τις άλλες κοπέλες, του προσφέρει γαλήνη και επιπλέον τον καθιστά όμοιο με τους υπόλοιπους άνδρες, δεδομένου ότι η διαφορετικότητα του προξενεί ανασφάλεια και άγχος. Τη γυναίκα του δεν τη αγαπάει ­ με την πρώτη ευκαιρία, αμέσως μετά τον γάμο του, θα θελήσει να την εγκαταλείψει ­, ωστόσο χάρη σε αυτήν θα δεθεί βαθιά και για πάντα με μια «σταθερή και στέρεη ανθρώπινη κοινωνία».


Σε αντίθεση με ορισμένους ανθρώπους που θέλουν να ξεφύγουν από τη μάζα, από το πλήθος, και να ξεχωρίσουν, ο Μαρτσέλο επιδιώκει να μοιάσει με τους πολλούς. Είναι κομφορμιστής. Η λέξη «κομφορμιστής» προτού υιοθετηθεί από τις ζωντανές γλώσσες ως προσδιοριστικό επίθετο του συμμορφούμενου προς το εκάστοτε επικρατέστερο δόγμα (πρόκειται για την «τάση του ατόμου να προσαρμόζει τη συμπεριφορά του στις αντιλήψεις, στις συνήθειες, στα έθιμα κτλ. της κοινωνίας στην οποία ανήκει», γράφει το λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη) ανήκε στη θρησκευτική ορολογία και σήμαινε τον οπαδό της Αγγλικανικής Εκκλησίας. Ο ήρωας του Μοράβια διέπεται από αρχές και συμπεριφορές που χαρακτηρίζουν τους αστούς, η νοοτροπία του είναι εκείνη του αναρριχώμενου μικροαστού με τη μεγάλη προσαρμοστική ικανότητα. Παρ’ όλα αυτά δεν κατορθώνει να ξεφύγει από ανεξέλεγκτες καταστάσεις που σκιάζουν τη φαινομενική ευτυχία του.


Ολα τα δεινά στη ζωή του Μαρτσέλο αρχίζουν από την παιδική του ηλικία, αυτή η εποχή καθορίζει την πορεία του. Τότε είναι που αυτός ο γόνος μιας μικροαστικής οικογένειας (ο ζηλιάρης πατέρας οδηγείται στην τρέλα, ενώ η αδιάφορη μητέρα αλλάζει συχνά εραστές) βιώνει κάτι που τον σημαδεύει ανεξίτηλα: σκοτώνει, ή νομίζει ότι σκοτώνει, τον Λίνο, έναν παιδεραστή, τον οποίο έχει ακολουθήσει σε ένα σπίτι. Αυτό το τραύμα, σε συνδυασμό με την προσπάθειά του να πείσει ότι παρά τη θηλυπρέπειά του δεν είναι ομοφυλόφιλος, ότι είναι ένας φυσιολογικός άνδρας, τον ωθεί στο να αποδεχθεί μια αποστολή στο Παρίσι και να πάρει μέρος στη δολοφονία ενός αντιφασίστα, πρώην καθηγητή του. Θεωρεί ότι ο φόνος του Λίνο, το παιδικό του έγκλημα που διαπράχθηκε για να αποδείξει την «αρρενωπότητά» του (είχε προηγηθεί ο αναίτιος φόνος ενός γάτου) θα ξεπλυθεί μόνο με ένα καινούργιο έγκλημα. Γι’ αυτό δεν έχει καμία τύψη, καμία ενοχή για την πράξη του, προδοσία και απανθρωπιά ταυτόχρονα, αφού χάρη στον θάνατο του καθηγητή ξεφορτώνεται ένα βάρος, απελευθερώνεται από το παιδικό τραύμα και ξαναβρίσκει τη χαμένη ισορροπία του.


Ο Μαρτσέλο είναι ένας ολοκληρωμένος λογοτεχνικός χαρακτήρας, ιταλικός μα και παγκόσμιος, είναι ο διαχρονικός μικροαστός που ενσαρκώνει τον καθημερινό φασισμό. Οσον αφορά τους άλλους χαρακτήρες, τη σύζυγο, ένα όμορφο θηλυκό ζωάκι, τον φιλελεύθερο καθηγητή Κουάντρι και την ομοφυλόφιλη Λίνα, τη νεαρή γυναίκα του, ή τον απλοϊκό εκτελεστή Ορλάντο, απλώς βοηθούν τον συγγραφέα να αναπτύξει τις σκέψεις του και να αναλύσει τον κεντρικό ήρωα.


Το πολυσήμαντο αυτό μυθιστόρημα έχει μεταφραστεί εξαιρετικά από τη Φωτεινή Ζερβού και συνοδεύεται, εκτός από το προαναφερθέν κείμενο, από ένα αδημοσίευτο κεφάλαιο που ο συγγραφέας δεν περιέλαβε στο βιβλίο, ένα ερμηνευτικό κείμενο του Τονίνο Τορνιτόρε και ένα χρονολόγιο του Μοράβια.


Ο κ. Φίλιππος Φιλίππου είναι συγγραφέας. Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορεί το μυθιστόρημά του «Αντίο Θεσσαλονίκη».