Η αποθέωση του μηδενός


Ισως επειδή διατρέχουμε ένα έτος με τρία μηδενικά, κάτι που συμβαίνει κάθε χιλιετία, τα τελευταία πέντε με έξι χρόνια παρατηρείται μία μονομανία με το μηδέν και μία τάση διανοουμένων, φιλοσόφων, συγγραφέων, δημοσιογράφων, ερευνητών και επιστημόνων να ασχολούνται με αυτόν τον μη αριθμό. Το μηδέν έγινε της μόδας από πολλές οπτικές γωνίες και, κατά κάποιον τρόπο, για πολλούς και διαφόρους λόγους επικεντρώνεται η προσοχή μας σε αυτό υπό τη μαθηματική, ιστορική, φυσική και φιλοσοφική του έννοια. Μερικά βιβλία με αντικείμενο το μηδέν που μου έρχονται στον νου και που εκδόθηκαν πρόσφατα είναι το «Absolute Zero and the Conquest of Cold» του Tom Shachtman (Houghton Mifflin Company), ένα βιβλίο όπου εξετάζεται ο τρόπος με τον οποίο η Αγγλία του 1620 αντιμετώπιζε το κρύο όταν η θερμοκρασία έπεφτε κάτω από το μηδέν και το «The Nothing That Is: Α Natural History of Zero» του Robert Kaplan (Oxford University Press), όπου o γνωστός μας δημοσιογράφος εξετάζει όλες τις χρήσεις και τις κατακτήσεις του μηδενός από την εποχή των Σουμερίων και των αρχαίων Ελλήνων ως τις ημέρες μας.


Η ιστορία μάς λέει ότι οι Βαβυλώνιοι ήταν εκείνοι που επινόησαν το μηδέν, ενώ οι αρχαίοι Ελληνες το είχαν θέσει υπό απαγόρευση. Αργότερα οι Ινδοί το προσκύνησαν και το ανήγαγαν σε είδος λατρείας, ενώ οι Χριστιανοί αρνήθηκαν την ύπαρξή του και το χρησιμοποίησαν για να ξορκίζουν τους αιρετικούς. Οι Αιγύπτιοι, πατέρες της γεωμετρίας, το αγνοούσαν, ενώ ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του, το κέντρο της φιλοσοφίας των οποίων ήταν οι αριθμοί, δεν το λάμβαναν υπόψη τους, διότι αγνοούσαν τις δυνατότητές του. Οπως όλοι οι αρχαίοι λαοί, έτσι και οι αρχαίοι Ελληνες, όντας παθιασμένοι με τον ουρανό της νύχτας, παρατηρούσαν τα άστρα και ήξεραν την ύπαρξη του μηδενός. Ο Θαλής ο Μιλήσιος λέγεται ότι το 587 π.Χ. είχε προβλέψει την έκλειψη ηλίου εκείνης της χρονιάς: ένας κύκλος μέσα σε έναν άλλον, το ένα μηδέν πάνω στο άλλο μηδέν, φέρνοντας σκοτάδι στο γνωστό στερέωμα, ήταν κάτι που εξέπεμπε μια μαγεία. Σήμερα, υπό την αυστηρώς επιστημονική έννοια, το μηδέν είναι μία ωρολογιακή βόμβα στην καρδιά της αστροφυσικής.


Στο βιβλίο του «Μηδέν, η βιογραφία μιας επικίνδυνης ιδέας» ο Τσαρλς Σιφ ακολουθεί το μηδέν από τη γέννησή του, ως μιας φιλοσοφικής ιδέας της Ανατολής, και την πορεία του για να γίνει αποδεκτό στη Δύση, ως την αποθέωσή του ως το μέγα μυστήριο της μαύρης τρύπας. Ο Σιφ καταπιάνεται με όλες τις διαστάσεις του μηδενός, αιτιολογώντας μαθηματικά και φιλοσοφικά τη μελέτη του, θέλοντας να αποδείξει ορισμένες παρεξηγημένες αλήθειες, όπως ότι η εξέλιξη της ζωής έχει τους σπόρους της στο αναπόφευκτο, ότι οι πολιτισμοί έχουν κοινές και παράλληλες τροχιές και ότι η ιστορία της πορείας του ανθρώπου τρέφεται με μεγάλες ελπίδες αλλά και με μεγάλες αυταπάτες και με τρομερά εγκλήματα. Ολα αυτά υπό το πρίσμα του μηδενός, ως της μεγίστης φιλοσοφικής ιδέας, μιας ιδέας-νούμερο, μιας στρογγυλής ιδέας που επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες.


Η Αχίλλειος πτέρνα του μηδενός είναι το άπειρο, ισχυρίζεται ο συγγραφέας. Χωρίς το άπειρο δεν θα υπήρχε το μηδέν, δεν θα υπήρχε εξέλιξη, δεν θα υπήρχε αναλογία. Με επιδεξιότητα και σχολαστικότητα ο Σιφ, που έχει εργαστεί ανταποκριτής πολλών περιοδικών, όπως τα «New Scientist», «Scientific American», «The Economist» και «The Sciences», παρατηρεί ότι η ιδέα του τίποτε και του απείρου, που είναι οι δύο όψεις του αυτού νομίσματος, έχουν κατ’ επανάληψη φέρει επανάσταση στα θεμέλια του πολιτισμού και της φιλοσοφικής σκέψης.


Το βιβλίο του Σιφ «Μηδέν, η βιογραφία μιας επικίνδυνης ιδέας» χωρίζεται σε 10 κεφάλαια. Το πρώτο είναι το κεφάλαιο μηδέν και το τελευταίο έχει το σημείο του απείρου αντί του αριθμού εννέα. Το κεφάλαιο μηδέν έχει αντικείμενο το ακυρωμένο, το άδειο, το κενό περιεχομένου. Ξεκινά με μια εύστοχη ιστορία, όταν στις 21 Σεπτεμβρίου του 1997 από λάθος των χειριστών των Η/Υ της φρεγάτας «Γιόρκταουν» του αμερικανικού ναυτικού, που έπλεε ανοικτά των ακτών της Βιρτζίνια, νεκρώνονται τα πάντα, διότι ο Η/Υ προσπάθησε να διαιρέσει το μηδέν. Τότε και τα 80.000 άλογα του μηχανοστασίου της αξίας 1 δισ. δολαρίων φρεγάτας δεν υπάκουσαν στα κελεύσματα του πλοιάρχου και των μηχανικών και ακυρώθηκαν. Σε δευτερόλεπτα το «Γιόρκταουν» είχε μείνει ακυβέρνητο, άχρηστο, στο έλεος ενός λανθασμένου επιστημονικού χειρισμού, θυσία στο μηδέν, τρωτό σε οποιαδήποτε επίθεση.


Ο Σιφ με το παράδειγμα αυτό θέλει να υπογραμμίσει ότι οι φρεγάτες, αλλά και κατά προέκταση οι παντός είδους πολεμικές μηχανές, σχεδιάζονται στο να μην παθαίνουν τίποτε από ρίψεις τορπιλών, πυραύλων, βομβών και ναρκών αλλά δεν οπλίζονται κατά του μηδενός. Εμμέσως θέλει να υπογραμμίσει πόσο πανίσχυρο μπορεί να αποβεί το μηδέν αν γίνουν οι λάθος ανθρώπινοι υπολογισμοί.


Πολλαπλασιάζοντας έναν αριθμό επί το μηδέν, κανονικά θα έλυνε τη διά του μηδενός διαίρεση, μας λέει ο Σιφ. Οπότε ένα διά του μηδέν επί μηδέν ίσον ένα (1/0 Χ 0 = 1). Ωστόσο οποιοσδήποτε αριθμός πολλαπλασιαζόμενος επί μηδέν ισούται με μηδέν, η δε διαίρεση ενός αριθμού διά του μηδενός σου επιτρέπει να αποδείξεις, μαθηματικά, οτιδήποτε θέλεις, ισχυρίζεται ο Σιφ. Μπορείς να αποδείξεις ότι «1 + 1 = 42 και με βάση αυτό μπορείς να ισχυριστείς ότι ο Εντγκαρ Χούβερ ήταν πράκτορας των εξωγήινων ή ότι ο Σαίξπηρ ήταν από το Ουζμπεκιστάν ή ότι ο ουρανός είναι ένας χορός από κηλίδες». Το να διαιρείς έναν αριθμό διά του μηδενός καταστρέφει ολόκληρο το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται τα μαθηματικά, καταλήγει ο Σιφ.



Το μηδέν ήταν το επίκεντρο της διαμάχης μεταξύ Δύσης και Ανατολής, μεταξύ θρησκείας και επιστήμης. Το μηδέν έγινε η γλώσσα της φύσης και το σημαντικότερο εργαλείο των μαθηματικών. Και μία από τις πιο σοβαρές αποστολές της φυσικής είναι να νικήσει το μηδέν, είτε εξουδετερώνοντας τον σκοτεινό πυρήνα της μαύρης τρύπας είτε κατανοώντας τη φωτεινή λάμψη του Big Bang.


Στο βιβλίο του «Μη μηδέν, η λογική της ανθρώπινης μοίρας», ο Ρόμπερτ Ράιτ παρακολουθεί την ανθρώπινη εξέλιξη εκ του μηδενός, προσπαθώντας να μας πείσει ότι η εξέλιξη αυτή δεν είναι απόρροια της φύσης ούτε μία φυσική επιλογή. Οσο πιο προσεκτικά εξετάζουμε και ερευνούμε τη βιολογική εξέλιξη, λέει ο Ράιτ, ειδικότερα την εξέλιξη της ιστορίας του ανθρώπου, τόσο πιο πολύ καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ένας σκοπός για τα πάντα. Η άποψη αυτή έρχεται σε αντίθεση με τη θεωρία του Νομπελίστα φυσικού Στίβεν Γουάινμπεργκ, ο οποίος πίστευε ότι «Οσο πιο περιεκτικό φαίνεται το σύμπαν τόσο πιο άστοχο και άσκοπο είναι». Τους επιστήμονες οι οποίοι πιστεύουν ότι υπάρχει ένας προορισμός στην ανθρώπινη ιστορία ή στη βιολογική εξέλιξη συχνά οι πολλοί τους αποπαίρνουν και τους μέμφονται ως μυστικιστές ή ψεύτικους. Ο φιλόσοφος Ανρί Μπερξόν, για παράδειγμα, πίστευε ότι η οργανική εξέλιξη καθοδηγούταν από μία μυστηριώδη «elan vital» («ζωτική δύναμη»), ενώ ο Ιησουίτης θεολόγος Πιέρ Τιλάρ ντε Σαρντίν έβλεπε την ανθρώπινη ιστορία να οδηγείται προς το «Σημείο Ωμέγα», που τοποθετείται, αν λάβουμε αρχή το μηδέν, όσο πιο μακριά γίνεται από αυτό, δηλαδή η πορεία του είναι προς το μη μηδέν.


Ο Ράιτ εξετάζει τα διαφορετικά χαρακτηριστικά και τις πολλές διαστάσεις του μηδενός, όπως το μηδέν και το άπειρο, το μηδέν και ο πόλεμος, το μηδέν και η θρησκεία, το μηδέν και η δημιουργικότητα, το μηδέν και η φιλοσοφική σκέψη, το μηδέν και η οικονομία.


Ο τόμος «Μη μηδέν» χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο μέρος, η «Σύντομη ιστορία του ανθρώπινου γένους», χωρίζεται σε 16 κεφάλαια ξεκινώντας με την «Κλίμακα της πολιτισμικής εξέλιξης». Ακολουθούν «Ο τρόπος που ήμασταν», η συνταγή «Προσθέστε την τεχνολογία και ψήστε για πέντε χιλιετίες» και το «Αόρατο μυαλό». Αλλα θέματα που εξετάζονται στο πρώτο μέρος είναι ο πόλεμος και τα καλά του, το αναπότρεπτο της γεωργίας, η εποχή των οπλαρχηγών, η δεύτερη επανάσταση της πληροφορικής, ο πολιτισμός, οι φίλοι μας οι βάρβαροι, οι σκοτεινοί χρόνοι (μεσαίωνας), η ανεξιχνίαστη Ανατολή, οι σύγχρονοι καιροί, η νέα τάξη πραγμάτων και οι βαθμοί ελευθερίας. Στο δεύτερο μέρος, στη «Σύντομη ιστορία της οργανικής ζωής», ο Ράιτ εξετάζει θέματα όπως «Η κοσμική πλοκή», «Η ακμή του βιολογικού μη μηδενικού αθροίσματος», το «Γιατί η ζωή είναι τόσο σύνθετη» και «Η τελευταία προσαρμογή». Στο δε τρίτο και τελευταίο μέρος, «Από εδώ έως την αιωνιότητα», υπάρχουν δύο κεφάλαια, το «Μη τρελές ερωτήσεις» και το περί θεού «Εσύ αυτό το λες Θεό;».


Ο Ράιτ μεταχειριζόμενος την «game theory», μέσω της λογικής του «zero-sum» και του «non-zero-sum», κοιτάζει τι κρύβεται πίσω από τον βασικό προορισμό της ζωής. Αναζητεί ίχνη και μαρτυρίες για τη θεμελίωση της δικής του θεωρίας στις ινδιάνικες κοινότητες κυνηγών κεφαλών, στους νομάδες οπλαρχηγούς των νήσων της Πολυνησίας, στο μεσαιωνικό εμπόριο του Ισλάμ, στην πρόωρα ανεπτυγμένη κινεζική τεχνολογία, ακόμη και σε συγκρούσεις συμφερόντων ως προς τη χρήση των μοριακών γονιδίων και στις διαφωνίες για τον ρόλο τού Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Ισχυρίζεται ότι μια επιστημονική εξέταση και εκτίμηση του τριών δισεκατομμυρίων ετών παρελθόντος της ανθρωπότητας είναι δυνατόν να δώσει ένα νέο πνευματικό νόημα στο παρόν και επιπλέον να δώσει πολιτική καθοδήγηση για το μέλλον.


Η κεντρική ιδέα περί την οποία περιστρέφεται το «Μη μηδέν» του Ρόμπερτ Ράιτ είναι ότι για την ανθρώπινη μοίρα, για τον προορισμό του ανθρώπου, υπάρχει πάντοτε μία θεωρία, μία άποψη, μία αντίληψη που βρίσκεται στον αντίποδα του μηδενός. Είναι ένα βιβλίο το οποίο, όπως και το «Περί της προέλευσης του ανθρώπου» του Δαρβίνου, θα κάνει πολλούς να επανεξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύουν την ιστορία του ανθρώπινου γένους.


Εν κατακλείδι θα έλεγα ότι τα βιβλία των Τσαρλς Σιφ και Ρόμπερτ Ράιτ με αντικείμενο το μηδέν όχι μόνο δεν έχουν σχέση με μηδενιστικές απόψεις και θεωρίες αλλά αναδεικνύουν την ισχυρή «προσωπικότητα» του μηδενός. Πρόκειται για δύο πολύ σοβαρές και στέρεα οικοδομημένες μελέτες για την ανθρώπινη φύση, ιστορία και εξέλιξη σε συνάρτηση με τις πολλαπλές εκφάνσεις του μηδενός.


Ο κ. Ντίνος Σιώτης είναι συγγραφέας, διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στη Βοστώνη. Το πιο πρόσφατο βιβλίο του είναι η ποιητική συλλογή «Μουσείο αέρος» (Καστανιώτης).