Άδεια ή Γερανίου;

Πέμπτη 29 Μαρτίου, ώρα 09.30 π.μ., Μενάνδρου, Γερανίου, Αναξαγόρα, Σωκράτους

Πέντε νεαρά παλικάρια, λίγο αγριευτικά στην όψη, με τζιν και σκουρόχρωμα μπουφάν στον πλαϊνό τοίχο του Εθνικού Θεάτρου καπνίζουν το τσιγάρο τους. Δεν αλλάζω πεζοδρόμιο, παρ’ ότι επιταχύνω το βήμα μου. Ακούω τον ένα να μουρμουρίζει «Θα μαζέψουμε κι άλλους ή να κάνουμε διάλειμμα για καφέ;».

Ασφάλεια λοιπόν. Μετά την Αγίου Κωνσταντίνου μια κλούβα αραγμένη, απέναντι οπλισμένος σαν κάβουρας και με αλεξίσφαιρο νεαρός αστυνομικός με κοιτάζει. Να πω ότι νιώθω πιο ασφαλής; Να το πω, δεν μπορώ να ψεύδομαι.

Η Γερανίου είναι άδεια. Όταν λέω όμως άδεια το εννοώ. Τα μαγαζιά με τις ταμπέλες σε γλώσσα που μου μοιάζει ινδική βρίσκονται εκεί πάντα, είναι ανοιχτά, μέσα ένας δυο υπάλληλοι, αλλά πέραν αυτών ουδείς άλλος. Ούτε πελάτης ούτε διαβάτης. Δεν θυμάμαι από πότε έχω να δω τη Γερανίου τόσο έρημη.

Το αυτό και στην Αναξαγόρα και στη Σωκράτους. Αγοράζω λουκουμάδες από τον Κτιστάκη για να κεράσω στο γραφείο. Στρίβοντας στην Αγίου Κωνσταντίνου προς Ομόνοια, κι άλλοι αστυνομικοί, πεζοί, κάνουν ελέγχους στοιχείων. Σαν οι πεζοί να περπατάνε λίγο πιο ελεύθερα, σαν οι ώμοι να έχουν σηκωθεί λιγάκι.

Και πάλι το ίδιο ερώτημα. Να χαρώ ή να θυμώσω;

Επιστρέφοντας προς την 3ης Σεπτεμβρίου βλέπω ότι και τα «κορίτσια» σήμερα είναι λιγοστά, ακροβολισμένα, σεμνά και ταπεινά, προσπαθούν να περάσουν απαρατήρητα.

Νιώθεις πως περιμένουν σαν τα σαλιγκάρια να περάσει η βροχή, να βγουν στους δρόμους πάλι. Αλλά η νεροποντή μάλλον τους πέφτει βαριά.

Όνειρο ζω;

Τετάρτη 28 Μαρτίου, ώρα 20.00, Ομόνοια και μετρό

Να ’ταν οι εκλογές δυο φορές τον χρόνο τραγουδάω από χθες ασταμάτητα μέχρι σήμερα. Κλούβες, ένστολοι, ασφαλίτες με πολιτικά έχουν κατακλύσει το κέντρο – το ιστορικό. Σωματικοί έλεγχοι στην Ομόνοια, έλεγχοι στοιχείων στην Αθηνάς και τους πέριξ δρόμους, όργανα στο μετρό.

Βγαίνοντας από το μετρό στην Ομόνοια για να γυρίσω σπίτι κάτι μου λείπει. Με δεύτερη ματιά καταλαβαίνω ότι αυτό που λείπει είναι οι σκουρόχρωμοι γείτονες που μέχρι προχθές καταλάμβαναν κάθε ελεύθερο εκατοστό του χώρου.

Βερανζέρου και Μενάνδρου αδειανές, ήσυχες, με εκείνη τη σιωπή που φωνάζει ότι κάτι δεν είναι φυσιολογικό, δεν είναι μόνιμο.

Οι του πρώτου και δευτέρου ορόφου ένοικοι της πολυκατοικίας μας, μελαχρινοί αρκούντως, που κατέβαιναν με τις παντόφλες στο πεζοδρόμιο να καπνίσουν το τσιγάρο τους, δεν ξεμυτίζουν.

Ο Ανδρέας, σύντροφος και συγκάτοικός μου, επιστρέφοντας από το Γαλάτσι το απόγευμα είδε την πλατεία του αγίου Παντελεήμονα κενή, μαμάδες με καροτσάκια να βολτάρουν.

Τα μικρά μπακαλικάκια των Μπαγκλαντεσιανών που μας εξυπηρετούν καθημερινά , και την Κυριακή, μέχρι αργά το βράδυ είναι τα μόνα φωτισμένα και με κόσμο μαγαζιά.

Να χαρώ ή να τρομάξω; Αν είναι τόσο εύκολο να ησυχάσει μια γειτονιά, γιατί δεν γίνεται τόσο καιρό; Κι αν γίνεται μέσα σε δυο μέρες να αρχίσουν να καθαρίζουν οι δρόμοι, πόσο θα χρειαστεί να ξαναγεμίσουν μόλις η αστυνόμευση χαλαρώσει;

Διότι, σύμφωνα με λεγόμενα των ίδιων των μη νόμιμων γειτόνων μου «τα έχουμε ξαναζήσει, θα κλειστούμε για λίγο στα σπίτια και μόλις σταματήσουν οι έλεγχοι θα ξαναβγούμε στον δρόμο.

Προς το παρόν, χαίρομαι τη δυνατότητα να γυρνάω και το βράδυ στο σπίτι με τα πόδια ή το μετρό, χωρίς να κοιτάω πάνω από τον ώμο μου.

Υποσημείωση: Στη διπλανή είσοδο, δύο νεαρά παιδιά ετοίμαζαν τη δόση τους, χωρίς διόλου να ενοχλούνται που πέρασα ξυστά διπλά τους. Γειτονάκια κι αυτά.

Υλικά κατεδαφίσεων

Τετάρτη 28 Μαρτίου, ώρα 10.00 π.μ., γωνία Βερανζέρου και Μενάνδρου, 50 μ. από το Εθνικό Θέατρο.

Το τελευταίο έργο της δημαρχίας Κακλαμάνη έμελλε να σημαδέψει την καθημερινότητά μου για χρόνια. Στις 24 Οκτωβρίου του 2010, με ελεγχόμενη έκρηξη, κατεδαφίστηκε ένα κτίριο ιδιοκτησίας ΝΑΤ στη συμβολή των οδών Βερανζέρου, Μενάνδρου και Ξούθου.
Ήρθαν εκείνη την ημέρα τα κανάλια, μας έγραψαν οι εφημερίδες, τσακώθηκαν στα πάνελ. Τα σπίτια μας γέμισαν χώμα και σκόνη. Και έπειτα, σιωπή.
Ό,τι απέμεινε από το κτίριο καλύφθηκε με μαύρα πανιά, μέχρι ψηλά στον έβδομο όροφο, μάλλον για να συμβολίζουν το πένθος ολόκληρης της γειτονιάς που κρατάει χρόνια.
Τα γκρεμίδια έμειναν εκεί που έπεσαν, περιφράχτηκε ο χώρος, τελείωσε η ιστορία.
Ο δήμος του κυρίου Καμίνη δεν έχει ασχοληθεί καθόλου με το θέμα, υποθέτω διότι εξαρχής ήταν αντίθετος με την κατεδάφιση, οπότε γιατί να ασχοληθεί τώρα;
Κανείς δεν δείχνει διάθεση να μπλέξει με την υπόθεση.
Ή μάλλον όχι. Ασχολήθηκαν άστεγοι και εξαρτημένοι της περιοχής. Αφού κατάφεραν να ανοίξουν την περίφραξη, μπαίνουν στον – ιδιαίτερα επικίνδυνο – χώρο για να κάνουν χρήση, να αφοδεύσουν, να κοιμηθούν.
Ο καιρός φτιάχνει και οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν. Μία ακόμη πηγή μόλυνσης έχει ήδη δημιουργηθεί, όμως ποιος νοιάζεται; Παράνομοι μετανάστες μένουν μόνο στη γειτονιά, που σημαίνει δεν είναι ψηφοφόροι μας. Ή όχι;
Σήμερα, καθώς έστριβα στη Βερανζέρου είδα από ένα άνοιγμα της περίφραξης μια φιγούρα που θύμιζε – και κάποτε θα ήταν – νέα γυναίκα να γέρνει πάνω στις πέτρες και τα σπασμένα μπετά. Προφανώς είχε μόλις πάρει τη δόση της.
Δέκα μέτρα πιο πάνω, σε ένα ξενοδοχείο ρημαδιό, πόρνες ντυμένες με τις παραδοσιακές στολές της εις Ανατολήν χώρας τους δέχονται κανονικότατα τους πελάτες. Από κάτω, στο απέναντι πεζοδρόμιο, μελαχρινά παλικάρια παρακολουθούν την κίνηση και το ανοιγοκλείσιμο της κουρτίνας σε κάθε δωμάτιο. Συνθηματικά ασφαλείας;
Στη Σωκράτους, κορίτσια-πρεζάκια με την κίνηση του εκκρεμούς περιμένουν απελπισμένους πελάτες που θα εξασφαλίσουν την απογευματινή δόση.
Στην ίδια ευθεία, στα 50 μέτρα, νεαροί ένστολοι αγοράζουν πασατέμπο από την κάβα της γειτονιάς για να περνάει η ώρα.

Ένα δημόσιο πρωινό

Τρίτη 27 Μαρτίου, ώρα 08.20, οδός Κουμουνδούρου, λίγο κάτω από την Ομόνοια.

Κατευθύνομαι από τη Μενάνδρου στη Σατωβριάνδου για να πάω στη ΙΒ΄ Εφορία Αθηνών, να τακτοποιήσω τις υποχρεώσεις μου ως υπεύθυνη πολίτις. Αποφεύγω το περιστύλιο του Εθνικού Θεάτρου, δεν έχω διάθεση να δω ζωντανά πτώματα τόσο πρωί.
Όχι, δεν το αποφεύγω. Εχουν πιάσει στασίδι και στα πέριξ σκαλοπάτια εισόδων. Μέχρι τις 11.00 που θα έρθει ο άνθρωπός τους ο χρόνος είναι βασανιστικά μακρύς. Κάποιοι αρχίζουν δειλά τις προσπάθειες συγκέντρωσης του απαραίτητου για τη δόση χρηματικού ποσού.
Στο μητρώο, η μεσήλιξ κυρία δεν μπορεί να χειριστεί υπολογιστή, οπότε χρειάζεται βοήθεια από τη νεότερη υπάλληλο για να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Μία δουλειά σε συσκευασία των δύο εργαζομένων. Ταχύτης στην εξυπηρέτησή μας.
Οι άνθρωποι εδώ μέσα συνήθως με εκπλήσσουν ευχάριστα. Για εφορία δηλαδή. Ψάχνουν και βρίσκουν λύσεις στα περισσότερα προβλήματα και μάλιστα γρήγορα. Μολονότι οι «πελάτες» είναι πλέον κατά κύριο λόγο αλλοδαποί.
Τελειώνω σχετικά γρήγορα και κατευθύνομαι στα ΕΛΤΑ. Η κυρία στο γκισέ πιστεύει ότι ή πρέπει να πάω αλλού να κάνω τη δουλειά μου ή να περιμένω μισή ώρα «γιατί έτσι είπα εγώ» όπως δηλώνει. Όταν ανεβαίνουμε στον προϊστάμενο, εκείνος μου εξηγεί ότι είναι λίγο ευερέθιστη. Επειτα, καθώς βλέπει τα στοιχεία μου, απολογείται «γιατί εμείς τουλάχιστον έχουμε μια σταθερή δουλειά στα χέρια μας και ναι, δεν πρέπει να μιλάμε έτσι στο κοινό που εξυπηρετούμε».
Οι ταλαίπωροι μετανάστες που περιμένουν τη σειρά τους στο γκισέ της κυρίας, μάλλον δεν θα ακούσουν ποτέ τέτοια εξήγηση.
Καθώς στρίβω στη Μάρνη, δυο πιτσιρικάδες τρέχουν αέρας με μια τσάντα, μια κυρία, μάλλον ρωσίς, τσιρίζει τραβώντας το μαλλί, κάποιοι τρέχουν ξοπίσω τους.
Η κυρία των ψιλικών εξηγεί «αλγεριάνοι είναι, το πρωί μέχρι τις 09.00 κλέβουν τσάντες και κοσμήματα, το βράδυ μαχαιρώνονται».
Της χαμογελάω, αγοράζω χαρτομάντιλα και ξεκινάω για το γραφείο.
Καλή μας ημέρα.

Καθαρές λύσεις

Δευτέρα 26 Μαρτίου, ώρα 21.50, Χαλκοκονδύλη, Μάρνη και Μενάνδρου, λίγο κάτω από την Ομόνοια.

Δύο μηχανές της ΔΙΑΣ στην άκρη της πλατείας Βάθη κάνουν νόημα σε γνωστό χρήστη της γειτονιάς, ηλικίας που περνά τα πενήντα, επειδή οδηγεί το παπάκι χωρίς κράνος, ή έτσι υποθέτω. Εκείνος σταματά αμέσως και βγάζει τα χαρτιά του από το κάποτε μπλε τζιν μπουφάν με ξεδοντιασμένο χαμόγελο.
Είκοσι μέτρα πιο κάτω, τρία αρκούντως μελαχρινά αγόρια με κοιτούν με ενδιαφέρον καθώς κόβω ταχύτητα με το αυτοκίνητο για να μπω στο γκαράζ. Η χαρά τους εξατμίζεται όταν με βλέπουν να μιλώ με τους ανθρώπους εκεί και απέναντι στο μίνι μάρκετ. Οι προθέσεις τους μάλλον αναστέλλονται, αναζητούν για νέο θήραμα. Για την αστυνομία δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον αφού δεν έχουν λόγο να φορούν κράνος.
Υπερχειλισμένοι κάδοι φτύνουν λίγο λίγο το περιεχόμενό τους στον δρόμο και στο πεζοδρόμιο.
Ένα μικρό όχημα του Δήμου Αθηναίων προσπαθεί με την πίεση μιας μάνικας να διώξει τη βρώμα και την όψη δημοσίου ουρητηρίου από το πεζοδρόμιο της Μενάνδρου. Ο χειριστής χαμηλώνει την πίεση για να περάσω και «πώς αντέχετε κάθε μέρα» με ρωτά κουνώντας το χέρι σε καληνύχτα.
Στο στεγασμένο τμήμα του πεζοδρομίου πλάι ακριβώς στην είσοδο της πολυκατοικίας τέσσερις άστεγοι αλκοολικοί – νομίζω Πολωνοί – στήνουν το εδώ και τρία χρόνια μόνιμο τσαρδί τους. Ή μάλλον ο ένας είναι μόνιμος. Οι υπόλοιποι παρεπιδημούντες.
Χαρτοκιβώτια για στρώμα, πάπλωμα, φιάλη χύμα κρασί, πλαστικό μπουκάλι για χρέη τουαλέτας όταν τα πόδια δεν κρατάνε μέχρι το απέναντι πεζοδρόμιο. Ολοι γύρω στα πενήντα.
Το πρωί όλα συγκεντρώνονται ανάμεσα τοίχο και κιβώτιο ΔΕΗ.
Δέκα μέτρα παρά πέρα, Ρομά έχουν στήσει την καθεβραδινή τους σύναξη με μπίρες και ηλιόσπορο καθισμένοι ανακούρκουδα. Από το καφέ μπαρ της γωνίας όποτε η πόρτα ανοίγει κύματα ανατολίτικων αμανέδων χύνονται στον δρόμο.
Κλείνω πίσω μου την εξώπορτα και καλώ το ασανσέρ. Αυτή είναι η δική μου πόλη.
Καλό σας βράδυ.