Είναι αλήθεια πως υπάρχουν πάρα πολλά – και αξιόλογα – βιβλία εάν κανείς θέλει να μάθει περισσότερα για την ελληνική αρχαιότητα. Κανένα, βέβαια, δεν είναι τόσο διασκεδαστικό όσο οι ιστορίες του Ηροδότου. Και, άλλωστε, όπως πάντα στην ιστορία, πρέπει κανείς να ξεκινάει από τις πηγές.
Ο Ηρόδοτος ήταν η μοναδική αρχαία ελληνική πηγή την οποία διάβασα και ξαναδιάβασα με σχεδόν λογοτεχνικό ενδιαφέρον. Με συνάρπαζε πάντα περισσότερο από τους τραγικούς, και έβρισκα καταπληκτικό ότι μπορούσα να τον ανοίξω σε μια τυχαία σελίδα και να διαβάσω για τα πολεμικά τατουάζ που έκαναν οι Αμαζόνες κάθε φορά που σκότωναν έναν εχθρό και για τα γιγάντια γούνινα μυρμήγκια που είχαν σχεδόν το μέγεθος σκύλου.
Ο Ηρόδοτος είναι ο μοναδικός αρχαίος ιστορικός που μπορούσε, σε λίγες μόνο παραγράφους, να με ταξιδέψει από την Θράκη και την Κυρήνη μέχρι την Αίγυπτο, να ζωντανέψει στο μυαλό μου τις τρεις μεθόδους μουμιοποίησης, αλλά και την τρέλα του βασιλιά Καμβύση. Διάβασα και ξαναδιάβασα τους Περσικούς πολέμους (κανένας άλλος δεν περιέγραψε τον πόλεμο τόσο γλαφυρά όσο εκείνος), τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη, σκέφτηκα και ξανασκέφτηκα το δίδαγμα πίσω από την ιστορία του Πολυκράτη, τυράννου της Σάμου, που πέταξε το δαχτυλίδι στη θάλασσα και ένας ψαράς του το έφερε πίσω.
Εντάξει, εντάξει, το ξέρω. Το μάθημα για τον Ηρόδοτο στην Α’ γυμνασίου ήταν βαρετό, κανείς δεν καταλάβαινε τις σχηματικές αποδόσεις των μαχών των Περσικών πολέμων, η ιστορία δεν διδάχθηκε σωστά, τα ξέρω όλα αυτά.
Όμως ας το παραδεχτούμε. Κατά καιρούς έχουμε δώσει την ευκαιρία σε πλήθος μέτριων βιβλίων.Πόσοι από εμάς έδωσαν στον Ηρόδοτο μια πραγματική δεύτερη ευκαιρία;
Ειδικά τελευταία, που πολύς λόγος γίνεται στο εξωτερικό για αυτό το είδος λογοτεχνίας, το λεγόμενο faction (υβρίδιο μεταξύ fiction και fact), ο Ηρόδοτος είναι ο,τι πρέπει. Αν υπάρχει ένας συγγραφέας που ξεκίνησε το είδος, λυπάμαι, αλλά αυτός δεν είναι ο Truman Capote.
Οι ιστορίες του Ηροδότου δεν είναι βαριές. Δεν είναι δύσκολες. Δεν είναι για τους ειδικούς. Είναι ένα βιβλίο, το οποίο αργότερα διαιρέθηκε από τους Αλεξανδρινούς σε 9 ξεχωριστά βιβλία, το κάθε ένα από τα οποία έχει το όνομα μίας από τις 9 μούσες (η αγαπημένη μου είναι η Θάλεια, όχι μόνο γιατί το όνομα είναι πολύ ωραίο, αλλά και γιατί είχα πάντα μια αδυναμία στην ιστορία της Βαβυλώνας). Είναι ένα βιβλίο που μπορεί κανείς να διαβάσει στην παραλία (ναι), πριν κοιμηθεί (ναι, κι όμως), ακόμα και στο λεωφορείο για τη δουλειά (δεν αστειεύομαι). Είναι ένα βιβλίο συναρπαστικό.
Η ιστορία της πανέμορφης γυναίκας του Κανδαύλη, βασιλιά της Λυδίας, ο οποίος υποχρέωσε τον Γύγη, στενό του συνεργάτη, να τη δει κρυφά γυμνή ώστε να πεισθεί για την ομορφιά της, είναι μία από τις πιο ατμοσφαιρικές της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Η εκπλήρωση ενός Δελφικού χρησμού μέσω μιας γυμνής γυναίκας. Τι άλλο θέλει κανείς.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι η αφήγηση αυτής της ιστορίας γέννησε έναν από τους μεγαλύτερους έρωτες στην ιστορία του κινηματογράφου.